Πολλοί χριστιανοί θεωρούν ότι ο γάμος είναι μία εντελώς ιδιωτική υπόθεση, που αφορά δύο ανθρώπους, κατά κύριο λόγο, και φυσικά τις οικογένειές τους, κατά δεύτερο λόγο. Και συνεπώς τη διευθετούν και την αποφασίζουν μέσα απ’ αυτή τη προσωπική και ατομική προοπτική και δεν δέχονται καμμία παρέμβαση εκ μέρους της Εκκλησίας. Απλώς δέχονται την εκκλησιαστική τελετή σαν ένα στοιχείο της εθιμοτυπικής παραδόσεως μας, σαν φολκλόρ, και σαν κάτι το βοηθητικό για να μη έχει κακοτοπιές η ζωή του ζεύγους.
Κι όμως, αν μελετήσουμε με προσοχή την ακολουθία του γάμου, «την απηρτισμένην αυτήν ιεράν διδαχήν της Εκκλησίας μας»1 για το μεγάλο αυτό μυστήριο, θα δούμε ότι ο γάμος δεν είναι ένα ξεκομμένο και απομονωμένο ιδιωτικό, κοσμικό συμβάν της ζωής του πιστού αλλά δυναμική συμμετοχή στο μυστήριο της Εκκλησίας, στο μυστήριο της πνευματικής ζωής και της πνευματικής ιστορίας.
Κι αυτό φαίνεται ξεκάθαρα·
Α΄. Στα «ειρηνικά» της ακολουθίας του αρραβώνος και του γάμου.
Εκεί η Εκκλησία -ανάμεσα στα αιτήματα για αγάπη τέλεια, ομόνοια, άμεμπτη βιοτή και πολιτεία και άλλα παρόμοια- εύχεται συγχρόνως για την ειρήνη του σύμπαντος κόσμου, για την ευστάθεια των εκκλησιών, την ενότητα όλων, τον κλήρο και το λαό. Και το ίδιο συμβαίνει και στα «ειρηνικά» των άλλων ακολουθιών της. Πάντα συμπλέκεται το ατομικό με το γενικό· το προσωπικό με το κοινωνικό· το εγώ με το εμείς. Και συμβαίνει αυτό, γιατί τίποτα για τον χριστιανό δεν είναι –δεν πρέπει να είναι- καθαρά ιδιωτικό ή ατομικό. Μεταξύ ατομικού και δημόσιου ή εκκλησιαστικού βίου υπάρχει μία αλληλοπεριχώρηση και αλληλεπίδραση. Όλα τα γεγονότα της ζωής μας έχουν την δημόσια και κοινή πλευρά τους και επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα την κατάσταση και τη ζωή ολόκληρης της κοινωνίας.
Β΄. Στις ευχές της ακολουθίας του γάμου.
Στις ευχές της ακολουθίας του μυστηρίου, η Εκκλησία μας εντάσσει το γάμο μέσα στη ζωή της που δεν έχει όρια, στο σύμπαν ολόκληρο και στην εν γένει ιστορία. Στην ακολουθία του γάμου φαίνεται ξεκάθαρα ότι «το συγκεκριμένο ζευγάρι που νυμφεύεται ‘εδώ και τώρα’ εγγράφεται στην ιστορία όλων των ζευγών της Εκκλησίας. Του Αδάμ και της Εύας, των πατριαρχών της Παλαιάς Διαθήκης, των αγίων ζευγών της Καινής Διαθήκης, συμμετέχει και είναι παρόν στο πρώτο θαύμα του Κυρίου στο γάμο εν Κανά, συνδέεται με ζεύγη της ιστορίας της Εκκλησίας, καλούμενο -με όλα αυτά- να ζήσει την προσωπική ιστορία ως ζεύγος, μεταμορφώνοντας την ένωσή του εις καινή κτίση»2.
Γ΄. Στη θεολογία της Εκκλησίας μας.
Το μυστήριο του γάμου, για τη θεολογία της Εκκλησίας μας, έχει κάποια αναλογία με τη μοναχική κουρά. Και στις δύο αυτές ιερουργίες οι άνθρωποι δίνουν υποσχέσεις αφιερώσεως στο Θεό και το έργο του. Στη μοναχική κουρά ο άνθρωπος αφιερώνει όλο τον εαυτό του στο Θεό αλλά μέσα στα πλαίσια της ζωής κάποιας αδελφότητας και κάποιων αμοιβαίων υποχρεώσεων και αλληλεξαρτήσεων των μελών της. Στο γάμο επίσης δύο άνθρωποι αφιερώνονται και πάλι στο Θεό, μέσω της συμβιώσεώς τους και μέσω της δημιουργίας της αδελφότητας της οικογενείας. Πάντως ο στόχος και ο σκοπός είναι κοινός και στη κατά Χριστό αφιέρωση και στον κατά Χριστό γάμο. Είναι η θέωση και ο αγιασμός. Στην τελευταία ευχή που διαβάζει ο ιερεύς στην ακολουθία του γάμου, πριν το «Δι’ ευχών», λέγει ότι ο γάμος συνάπτεται για «προκοπή βίου και πίστεως» και για ν’ απολαύσουν αυτοί που νυμφεύονται τα επί γης αγαθά αλλά και τα επουράνια. Και η μοναχική αφιέρωση και η αφιέρωση των εγγάμων περιέχει το στοιχείο του μαρτυρίου και της ασκήσεως. Είναι παράλληλοι δρόμοι προς το Γολγοθά αλλά και το Θαβώρ. Είναι αθλήματα ομαδικά και εκκλησιολογικά. Συνεπώς κάνουν μεγάλο λάθος όσοι βλέπουν το γάμο ως κάτι το άνετο, το εύκολο, το βολικό. Κάτι στο οποίο ερχόμαστε για να ικανοποιήσουμε τις επιθυμίες μας και τα ένστικτά μας ατομικά ενδιαφερόμενοι και προς τις ατομικές μας και μόνο ανάγκες αποβλέποντες, παίρνοντας δε και την ευλογία της Εκκλησίας απλώς για να έχουμε βίο ανθόσπαρτο, ατάραχο και αμέριμνο.
Ακόμη και οι ευχές της ακολουθίας του γάμου, που εύχονται να δώσει ο Θεός σπέρμα μακρόβιο, καρπό κοιλίας, καλλιτεκνία, ευτεκνία, δεν λέγονται απλώς, κατά τους θεολόγους της εκκλησίας μας, για να σωθεί βιολογικά το ανθρώπινο γένος από την απειλή του θανάτου. Αυτό ίσως ισχύει και έχει σημασία για τους άπιστους και κοσμικούς ανθρώπους. Το «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε» του δημιουργού Θεού σημαίνει, κυρίως και πρώτα απ’ όλα, ότι τα ζεύγη που ενώνονται εν Χριστώ πρέπει να πληθύνουν την ανθρωπότητα της Εκκλησίας, την οικογένεια των αγίων, να γεμίσουν τους ουρανούς με καινούργιους «πολίτες». Γι’ αυτό η Εκκλησία εύχεται όχι μόνο για καρπό κοιλίας αλλά και για καλλιτεκνία. Είναι δε χαρακτηριστική η απάντηση που έδωσε κάποιος στάρετς στην Ρωσία σε μια γυναίκα που ζήτησε την ευλογία του να παντρευτεί. «Μπορείς να φέρεις», είπε, «έναν άγιο; Αν μπορείς τότε παντρέψου, διαφορετικά δεν σου δίνω την ευλογία μου»3. Μ’ αυτήν λοιπόν την προοπτική σώζεται η γυναίκα με την τεκνογονία4 όπως λέγει και ο απόστολος Παύλος. Σώζεται γιατί συμμετέχει στο μυστήριο του μέλλοντος αιώνος, που είναι η Εκκλησία, φέρνοντας στη ζωή ένα πρόσωπο που προορίζεται να γίνει εικόνα του Θεού.
Δ΄. Στη διδασκαλία της Καινής Διαθήκης και των ερμηνευτών πατέρων.
Το φαινομενικά ιδιωτικό και βιολογικό-κοσμικό γεγονός του γάμου, για την Καινή Διαθήκη, είναι μυστήριο αντιπαραβαλλόμενο με το μυστήριο της Εκκλησίας5 και σωτηριολογικό μέσο. Γι’ αυτό και στην βιβλική θεολογία, ο γάμος και η οικογένεια που προκύπτει απ’ αυτόν θεωρείται «κατ’ οίκον εκκλησία»6 ενώ στην πατερική θεολογία ονομάζεται «εκκλησία μικρά»7.
Γι’ αυτό στην ακολουθία του γάμου ο ιερεύς εύχεται να διαφυλάξει ο Θεός το νέο ζευγάρι όπως διαφύλαξε τον Νώε στην κιβωτό. Η αναφορά δεν είναι τυχαία. Η κιβωτός είναι τύπος και εικόνα της Εκκλησίας. Όπως σώθηκε η φυσική ζωή με την κιβωτό στον κατακλυσμό του Νώε, έτσι και μέσα στην Εκκλησία σώζεται ο λαός του Θεού από τον κατακλυσμό της αμαρτίας. Το νέο λοιπόν ζευγάρι θ’ αποτελέσει μια μικρή κιβωτό-Εκκλησία. Θ’ αποβεί ένα μικρό κύτταρο του αιωνίου οργανισμού της Εκκλησίας, του σώματος του Χριστού. Πρέπει να είναι οντολογικά ενωμένο με τον Χριστό. Γι’ αυτό κατά την αρχαία παράδοση η ακολουθία του γάμου τελούνταν συνημμένη με τη θεία λειτουργία, το κατ’ εξοχήν μυστήριο της Εκκλησίας, και κοινωνούσαν αμέσως μετά το γάμο οι νεόνυμφοι. Γιατί όπως παρατηρεί σύγχρονος θεολόγος, το «και έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν» προ Χριστού δηλοί την φυσική ένωση των συζύγων, μετά Χριστόν όμως «η μία σάρξ» πραγματοποιείται κατ’ εξοχή όταν ο άνδρας και η γυναίκα συμμετέχουν στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, στο μυστήριο της Εκκλησίας8.
Δυστυχώς σήμερα το μυστήριο του γάμου αποσυνδέθηκε εντελώς από το μυστήριο της θείας λειτουργίας και έφθασε στο τραγικό σημείο να τελείται συνήθως το εσπέρας του Σαββάτου, δηλαδή την παραμονή της τελέσεως της θείας λειτουργίας, δημιουργώντας πλείστα όσα προβλήματα στη λειτουργία της ενορίας αλλά και στη συμμετοχή των χριστιανών και αυτών των νεόνυμφων στο ευχαριστιακό τραπέζι της Κυριακής, αφού οι πλείστοι των συμμετεχόντων στο ολονύχτιο συνήθως γλέντι του γάμου αδυνατούν να προσέλθουν το πρωί της Κυριακής στο ναό. Έτσι ενώ το πρωί της Κυριακής πρέπει να μας βρίσκει σε εγρήγορση και νήψη για ανάλογη συμμετοχή στο Ευχαριστιακό Κυριακό Γεύμα και εν αναμονή της Β΄ Παρουσίας του Κυρίου, η οποία –κατά την παράδοση της Εκκλησίας μας- θα γίνει μάλλον Κυριακή, μας βρίσκει νυσταλέους, ακηδείς και αδιάφορους, συν τοις άλλοις και λόγω της συνηθείας να τελούνται γάμοι το εσπέρας του Σαββάτου.
Όσο γελοίο και ανόητο και ασεβές είναι να χειροτονηθεί κάποιος κληρικός έξω από το μυστήριο της θείας ευχαριστίας, τόσο γελοία και ανόητη και ασεβής είναι η συνήθεια που επικράτησε, να τελείται ο γάμος χωριστά από τη θεία λειτουργία. Ο πολιτικός γάμος, η ελεύθερη συμβίωση, και ό,τι άλλο προκύψει στο μέλλον είναι αναγκαία και τραγικά επακόλουθα της καταπτώσεως του εκκλησιαστικού γάμου και της αποσυνδέσεώς του από το μυστήριο της θείας ευχαριστίας. Κι αν θέλουμε να τα αποτρέψουμε, θα πρέπει να ξαναδιδάξουμε εις εαυτούς και αλλήλους την θεολογία του μυστηρίου και να ξαναγυρίσουμε στην παραδοσιακή και ορθή σύνδεση του γάμου με τη θεία ευχαριστία.
Υπάρχει λοιπόν μία αλληλεπίδραση μεταξύ του μυστηρίου της Εκκλησίας και του μυστηρίου του γάμου. Η γενική κατάσταση της Εκκλησίας επιδρά στο φαινόμενο του γάμου, αλλά και ο γάμος επιδρά στο φαινόμενο της Εκκλησίας. Γι’ αυτό η Εκκλησία εύχεται να διαφυλάξει ο Θεός την μικρή κιβωτό. «Μεγάλα γαρ από τούτου κακά τίκτεται και μεγάλα καλά και οικίαις και πόλεσιν. Ουδέν γαρ ούτως ημών συγκροτεί τον βίον, ως έρως ανδρός και γυναικός»9.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1. Επισκόπου Διονυσίου Ψαριανού, Εις βοήθειαν και διαδοχήν του γένους των ανθρώπων, εκδ. «Αποστολικής Διακονίας», Αθήνα 1974, σ. 10
2. Αλεξάνδρου Σταυροπούλου, Μυστήριον αγάπης – Εκκλησία μικρά, περιοδικό «Κοινωνία», Αθήνα, Μάρτιος – Απρίλιος 1975, σ.114.
3. Τατιάνα Γκορίτσεβα, Είναι επικίνδυνο να μιλάς για το Θεό, εκδ. «Τήνος» 1987, σ. 98.
4. Τιμ. 2,15.
5. Εφεσ. 5,32.
6. Α΄Κορ. 16,19 · Κολ. 4,15 · Φιλημ.1,2.
7. Ε.Π.Ε., Έργα Χρυσοστόμου, 21,222.
8. Αλεξάνδρου Σταυροπούλου, μνημ. έργ., σ. 117.
9. Ε.Π.Ε., έργα Χρυσοστόμου, 21,194
·
π.ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ