.

ΠΕΡΙ ΓΑΜOY MAΡΤΥΡΙΕΣ (και όχι μόνο)

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πατερική Θεολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πατερική Θεολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2015

"ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ" ΚΑΙ ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ





Της Χριστούφαντου


Ἕνα ἀπό τά θέματα πρός συζήτηση στήν "Μεγάλη Σύνοδο" τό 2016 θά εἶναι καί τά κωλύματα τοῦ γάμου σέ ἕνα πολυπολιτισμικό καί διαθρησκειακό περιβάλλον.

Σύμφωνα μέ τούς Ἱερούς Κανόνες καί τήν τάξη καί Παράδοση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, γάμος μπορεῖ νά γίνει μόνο μεταξύ ἄνδρα καί γυναίκας πού ἔχουν Ὀρθόδοξη πίστη. Σέ περίπτωση χηρείας ἤ διαζυγίου ἐπιτρέπεται κατ᾽ οἰκονομίαν καί δεύτερος γάμος καί κατά ἄκραν οἰκονομίαν καί τρίτος γάμος. 

Ἐπειδή ὅμως τά σημερινά κέντρα ἐξουσίας στόν πλανήτη ἔχουν βάλει σκοπό νά ξεθεμελιώσουν τίς ἐθνικές καί θρησκευτικές παραδόσεις τῶν λαῶν, καί κυρίως τῶν Ὀρθοδόξων, ἐπιχειρεῖται συστηματικά ἡ μεθόδευση κατάλυσης τῶν παραδοσιακῶν μορφῶν τῆς οἰκογένειας καί ἀλλοτρίωσης καί διαφοροποίησης τῆς μέχρι τώρα γνωστῆς ἔννοιας τοῦ θεσμοῦ τοῦ γάμου. Αὐτό φοβούμεθα ὅτι θά γίνει κατά κάποιο τρόπο καί φαίνεται ὅτι μεθοδεύεται νά ἐπιχειρηθεῖ στήν προγραμματισμένη "Μεγάλη Σύνοδο" τό 2016. 

Οἱ Ἱεροί Κανόνες ἀπαγορεύουν τόν γάμο μεταξύ Ὀρθοδόξου καί ἑτεροδόξου (Παπικοῦ, Προτεστάντη) καί φυσικά μεταξύ Ὀρθοδόξου καί ἀλλοθρήσκου (Ἰουδαίου, Μουσουλμάνου, Ἰνδουϊστῆ, κλπ.), ὅταν δηλαδή δέν ὑπάρχει στό ζευγάρι ἡ κοινή Ὀρθόδοξη πίστη. Ἐπίσης δέν ἐπιτρέπεται ὁ γάμος ἀπό τού Κανόνες ὅταν ὑπάρχει βαθμός συγγενείας. Καί φυσικά, ἐννοεῖται, ὅτι τό μυστήριο τοῦ γάμου οὐδέποτε ἐπιτρέπεται σέ ὅσους ἔχουν λάβει μοναχική κουρά. 

Σήμερα ὅμως, κατά παρέκκλιση ἀπό τούς Ἱερούς Κανόνες, ἤ μᾶλλον κατά παραβίαση τῶν Ἱερῶν Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας, τελοῦνται γάμοι, δῆθεν ''κατ᾽ οἰκονομίαν'', μεταξύ Ὀρθοδόξου καί ἑτεροδόξου. Καί ἡ νεωτεριστική αὐτή τάση καί ὁ οἰκουμενιστικός σχεδιασμός εἶναι, νά ἐπιτραπεῖ στό μέλλον καί ὁ γάμος μεταξύ Ὀρθοδόξου καί ἀλλοθρήσκου (Ἰουδαίου ἤ Μουσουλμάνου). 

Κάποιοι νεωτεριστές ''Ὀρθόδοξοι'' μεταπατερικοί θεολόγοι τό ἔχουν ἤδη προτείνει. Αὐτά τά ἰσχυρίζονται οἱ Οἰκουμενιστές μέ τήν δικαιολογία ὅτι καί ὁ Ἰουδαϊσμός καί τό Ἰσλάμ πιστεύουν στόν ἴδιο Θεό μέ ἐκεῖνον τῶν Ὀρθοδόξων, πρᾶγμα βέβαια ψευδέστατο. 

Ὁ κίνδυνος σήμερα γιά τούς Ὀρθοδόξους εἶναι, ἐκτός τῶν μή ὀρθοδόξων χριστιανῶν καί ὁ συγχρωτισμός τους μέ τούς Μουσουλμάνους. 

Ἡ μεθόδευση πού ἤδη ἐπιχειρεῖται στό νά συμπεριληφθεῖ τό θέμα αὐτό στά ὑπό συζήτηση θέματα καί ἐκείνη πού σχεδιάζεται νά ἐπιχειρηθεῖ, προϊούσης τῆς διαδικασίας περατώσεως, στήν οἰκουμενιστικῶν ἀρχῶν Μεγάλη Σύνοδο τό 2016, ὥστε νά περάσει τό θέμα τῶν μικτῶν γάμων, ἤδη καταδεικνύουν ὅτι ἡ ''Μεγάλη Σύνοδος'' δέν θά ἐμφορεῖται ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.  

Τό Μυστήριο τοῦ γάμου θά παραμείνει ὅπως τό εὐλόγησε ὁ Χριστός, μᾶς τό παρέδωσαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καί τό διασφάλισαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Ὅλα τά ἄλλα ἀποτελοῦν ἀλλοιώσεις πού καταστρατηγοῦν τήν οὐσία τοῦ Μυστηρίου καί ἐν πολλοῖς γελοιοποιοῦν τόν ἱερό θεσμό. 

Ὀρθόδοξη χριστιανική ζωή σημαίνει ἀγωνιστική-ἁγιοπνευματική ζωή. Δέν θά ἔλθει τό Μυστήριο νά εὐλογήσει τήν παρανομία γιά νά καλυφθεῖ ἡ ἁμαρτία, ἀλλά ὁ ἄνθρωπος θά πρέπει νά προσαρμοσθεῖ στήν ζωή καί στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί ἐν προκειμένω νά ἐνταχθεῖ στό πλαίσιο τοῦ εὐλογημένου ὑπό τῆς Ἐκκλησίας γάμου.

πηγή

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014

Γάμος…θα γίνουν οι δύο σάρκα μία!

373639-41008_110144349042948_100001421517087_87710_3928598_n
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
«Δεν διαβάσατε ότι από την αρχή ο Δημιουργός τους έπλασε άντρα και γυναίκα; Και είπε: Γι΄ αυτόν τον λόγο θα εγκαταλείπει ο άντρας τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα ενώνεται με τη γυναίκα του (Γεν. 2,24)…
Πρόσεξε, μάλιστα, ότι αυτό δεν το υποστήριζε μόνο από τη δημιουργία, αλλά και από την εντολή του. Διότι δεν είπε μόνο ότι έπλασε έναν άντρα και μια γυναίκα, αλλ΄ ότι διέταξε και τούτο το να ενώνεται δηλαδή ο άντρας με τη γυναίκα.
Αν όμως στις προθέσεις του ήταν να αφήνει τη γυναίκα και να παίρνει άλλη, θα έπλαθε έναν άντρα αλλά πολλές γυναίκες. Τώρα κι από τον τρόπο της δημιουργίας και τον τρόπο της νομοθεσίας έδειξε ο Θεός ότι ένας άντρας πρέπει να ζει μαζί με μια γυναίκα διαρκώς και να μη χωρίζουν ποτέ…
Και δε νομοθέτησε απλά να πηγαίνει ο άντρας προς τη γυναίκα αλλά και να ενώνεται, φανερώνοντας με τη διατύπωση αυτή το αδιάσπαστο [της σχέσης]. Και δεν αρκέστηκε μόνο σ΄ αυτό, αλλά επεδίωξε και άλλη στενότερη επαφή γιατί είπε: “θα γίνουν οι δύο σάρκα μία” (ένα σώμα)…
Όπως λοιπόν το να κομματιάσεις ένα σώμα είναι οδυνηρό, έτσι και το να χωρίσεις γυναίκα είναι αντίθετο στο νόμο του Θεού. Και δεν σταμάτησε μέχρι εδώ, αλλά και τον Θεό επικαλέστηκε να λέει: Ότι ο Θεός συνένωσε, δεν πρέπει να το χωρίζει άνθρωπος» – Ματθ. 19,6 (Υπόμνημα εις τον άγιον Ματθαίον…, ΚΒ΄, Migne Ε.Π. 58, σ. 597).
«Όταν ανάμεσα στη γυναίκα και τον άντρα υπάρχει ομόνοια και ειρήνη και σύνδεσμος αγάπης, εκεί μαζεύονται όλα τα αγαθά και γίνονται απρόσβλητοι από κάθε κίνδυνο, σα να είναι με κάποιο μεγάλο και απόρθητο τείχος προστατευμένοι, δηλαδή με την κατά Θεόν ομόνοια»

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2014

Γιατί παντρεύονται οι άνθρωποι; από αγάπη, από έρωτα ή για να κάνουν πολλά παιδιά;


family

Στο ερώτημα «γιατί παντρεύονται οι άνθρωποι;» η πιο συχνή απάντηση είναι «για να κάνουν παιδιά». Η απάντηση είναι ΛΑΘΟΣ, ιδίως όταν διατυπώνεται έτσι απόλυτα και αξιωματικά. Βασικός σκοπός του γάμου είναι η αλληλοσυμπλήρωση, η αλληλοβοήθεια, η τελειοποίηση και η συνεργασία των δύο συζύγων. Οι σύζυγοι καλούνται στο δύσκολο άθλημα της αγάπης, η οποία αυξάνει τις πνευματικές διαστάσεις της συζυγίας και οδηγεί το γάμο στην οικογένεια που είναι η «κατ’ οίκον Εκκλησία».
Πρώτος σκοπός του γάμου λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος είναι πρωτίστως ο αγιασμός του ανδρογύνου, έπειτα το σβήσιμο της σαρκικής πύρωσης ώστε να αποφεύγονται η πορνεία και η ακολασία, και έπειτα έρχεται και η τεκνογονία.
Το αξιοσημείωτο που λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος είναι ότι ο τελευταίος λόγος (δηλ. η τεκνοποιία) έχει εκλείψει μιας και η γη έχει πληρωθεί με ανθρώπους (ΕΠΕ 29, σελ.505). Πολλές φορές λοιπόν νομίζω ότι πολύ πνευματικοί πατέρες βάζουν δυσβάστακτα φορτία ειδικά σε νέα ζευγάρια, υποστηρίζοντας ότι η σαρκική έλξη θα πρέπει να ικανοποιείται μόνο όταν έχει σκοπό την τεκνογονία και όχι το σβήσιμο της σαρκικής πύρωσης. Μα τελικά γιατί παντρεύτηκαν αυτοί οι άνθρωποι, από έρωτα; Από αγάπη; Ή μήπως απλά για να καταστείλουν το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας μας;;;; Διότι με αυτήν την λογική αν διαπιστωθεί ότι το ανδρόγυνο δεν μπορεί να τεκνοποιήσει, τότε καλό θα ήταν…να χωρίσει!!!, δηλαδή από την μία πλευρά η Εκκλησία, ο ίδιος ο Χριστός τους ευλογεί να συμβαδίσουν στην επίγεια αυτή ζωή, να έχουν ο ένας τον άλλο στήριγμα, θαλπωρή και από την άλλη για δήθεν «πνευματικούς λόγους» να τους προτείνουμε (εμμέσως πλην σαφώς) να χωρίσουν υπερασπιζόμενοι το «αυξάνεστε και πληθύνεσθε…».
Το παράλογο του πράγματος λοιπόν, όλοι το καταλαβαίνουμε!(ελπίζω)
Άλλο είναι να αποφεύγω την τεκνοποίηση συνειδητά λόγο έλλειψης πίστης ότι ο Θεός δεν θα φροντίσει για την ανατροφή των παιδιών μου (εδώ ακριβώς έγκειται η αμαρτία μας, στην απιστία μας!), και άλλο είναι να δημιουργούμε ενοχές ειδικά σε νέους ανθρώπους που ήρθαν στην Εκκλησία και παντρεύτηκαν με το να τους λέμε και πάλι ότι η σαρκική τους σχέση είναι αμαρτωλή. Δηλαδή τους λέμε ότι πριν τον γάμο τους (αν είχαν ολοκληρωμένες σχέσεις) και μετά τον γάμο τους, τίποτα δεν άλλαξε, αμαρτία ήταν πριν, αμαρτία είναι και τώρα!!
Επιτέλους ας συνέλθουν όλοι αυτοί οι δήθεν ορθόδοξοι των ορθοδόξων διότι δεν νομίζω να είναι ούτε αγιότεροι από τον άγιο Ιωάννη των Χρυσόστομο ούτε πιο φωτισμένοι από τον απ. Παύλο που προτρέπει τους άνδρες να παντρευτούν όχι για να αφήσουν απογόνους αλλά διότι δεν μπορούν να εγκρατευτούν. Οι ενοχές λοιπόν που φορτώνουνε στους άλλους κάποιοι «πνευματικοί» ή ακόμα και κάποιοι δήθεν ζηλωτές χριστιανοί είναι εκτός των ορίων του Ορθοδόξου πνεύματος των Πατέρων της Εκκλησίας μας.
Η τεκνοποίηση λοιπόν δεν είναι ο κύριος σκοπός του Γάμου. Αν διαβάσουμε στην αρχή του βιβλίου της Γενέσεως θα διαπιστώσουμε ότι η προτροπή «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε…» είναι ΠΡΙΝ την πτώση των πρωτοπλάστων!!! Άρα δεν είναι δυνατόν να υποστηρίζουν κάποιοι ότι η τεκνογονία είναι μία εντολή του Θεού που δόθηκε στους ανθρώπους για να ξανακερδίσουν τον «χαμένο παράδεισο»!!!!
Ο Απόστολος Παύλος μιλώντας στους Κορινθίους περί εγκρατείας μέσα στον γάμο λέγει ότι θα πρέπει να γίνεται μόνο για λόγους πνευματικής άσκησης: “Mην αποστερείτε ο ένας στον άλλο (τη σωματική επαφή!), εκτός αν γίνεται αυτό με σύμφωνη γνώμη και των δυο σας για λίγο καιρό, για να αφοσιωθείτε στη νηστεία και στην προσευχή. Kατόπιν, όμως, να σμίγετε πάλι σαν αντρόγυνο για να μην σας πειράζει ο Σατανάς εξαιτίας της έλλειψης αυτοκυριαρχίας σας!!!” (Προς Κοριθ. κεφ. 7).
Η πολυτεκνία είναι μία μεγάλη ευλογία του Θεού, όμως δεν μπορούν όλοι να την βαστάξουν, είναι θέμα επιλογής, είναι θέμα αν θέλετε πίστεως και όχι σχεδίου για να ευαρεστήσουμε τον Θεό.
Το θέμα δεν είναι επειδή παντρεύτηκα να γίνω πολύτεκνος, αλλά να γίνω αγιότερος προσπαθώντας μέσω του γάμου, μέσω της ασκήσεως που μπορεί να προσφέρει ένας γάμος να κατορθώσω να μεταμορφωθώ σε καινό άνθρωπο, σε έναν άνθρωπο που θα γίνει το πρότυπο συζύγου, πατέρα, μητέρας, χριστιανού……καλόν αγώνα με λιγότερες ενοχές για την έγγαμη ζωή.
Αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

πηγή

Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2014

ΓΕΡΩΝ ΕΛΛΙΣΑΙΟΣ. ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ Ο ΓΑΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ.





Για αυτό μην νομίζετε ότι δεν προσεύχεστε.

Προσεύχεστε καθημερινά

 γιατί και μόνο που έχετε

αποφασίσει να αφιερώσετε τον εαυτό σας

στον Θεό μακριά, ενάντια στο

 κοσμικό φρόνημα τότε

να ξέρετε ότι αυτό αποτελεί προσευχή.

 Αυτή είναι προσευχή.

Προσευχή είναι που γίνομαι

εγώ μοναχός αφιερώνω τον

εαυτό μου στο Θεό αυτό

 είναι προσευχή.

Προσευχή κάνετε που

αφιερώνεται τον εαυτό σας

στην εκκλησία και
στη θυσία προς τον άλλο

 μέσα στο γάμο.

Ένας που παντρεύεται λοιπόν

στον έγγαμο βίο είναι πρότυπο

είναι επιστροφή ο γάμος

στην παλιά κατάσταση

δηλαδή στον Παράδεισο.

Προσευχή είναι να αφιερώνει

τον εαυτό του στον έγγαμο βίο

γιατί τι κάνει.

Αφιερώνει τον εαυτό μέσω

ενός ανθρώπου στην θυσία

για τον άλλο . 

Κανείς δεν μπορεί να

ξεχωρίσει το κοσμικό η τον

 μοναχό γιατί μονάχος τι είναι;

 Μονάχος είναι η επιστροφή

 στην πρώτη κατάσταση

δηλαδή στο παράδεισο χωρίς

συμβιβασμούς. 

Πουλάμε την

ελευθέρια μας στο Θεό


γιατί ο Θεός είναι η ελευθέρια μας.
 

Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2013

Σιατίστης: ''Σήμερα μπερδεύουμε ποιοι είναι άντρες και ποιες είναι οι γυναίκες''

Λόγος στο πανηγυρικό εσπερινό που χοροστάτησε ο  Μητροπολίτης Σισανίου
 και Σιατίστης π. Παύλος στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου στην πόλη της Σιάτιστας
22

«….Και τι δεν έκανε ο Άγιος Νικόλαος μ’ αυτό το περίσσευμα της αγάπης του. Και όπως λέει το τροπάριό του τη ταπεινώσει απέκτησε τα υψηλά. Και τα υψηλά είναι η θέωση του ανθρώπου. Γι αυτό (ο πατέρας με τις τρεις κόρες που τις ευεργετούσε ο Άγιος) τον ονομάζει άνθρωπο του Θεού, όχι με σχήμα λόγου, όχι για να δείξει ότι ήταν καλός άνθρωπος, αλλά για να δείξει ότι ακριβώς ήταν άνθρωπος του Θεού και ήτανε πλήρης της παρουσίας του Θεού στη ζωή του και άνδρας επιθυμιών τω του πνεύματος.
Ποιες είναι οι επιθυμίες του πνευματικού ανθρώπου και ποιος είναι ο πνευματικός άνθρωπος. Πνευματικός άνθρωπος δεν είναι ο γραμματιζούμενος. Πολλοί από δαύτους έχουν τέτοια πάθη τέτοιες κακίες που πραγματικά τα πάθη τους τους ρεζιλεύουν. Ο άνθρωπος του πνεύματος είναι ο άνθρωπος που έχει το πνεύμα το Άγιο μέσα στην καρδιά του. Αυτός που κοντά του βρίσκεις ειρήνη, βρίσκεις χαρά, που νοιώθεις ότι δεν κινδυνεύεις απ’ αυτόν.
Ποιος ένοιωσε ποτέ, τότε και σήμερα, ότι κινδυνεύει από τον Άγιο Νικόλαο. Είναι λοιπόν ο άνθρωπος που επιθυμεί. Τι επιθυμεί; Επιθυμεί τη χάρη του Θεού στη ζωή του. Πρώτα και κύρια. Μα δεν έχει άλλες επιθυμίες; Μα αυτή η επιθυμία είναι το πλήρωμα των επιθυμιών και μάλιστα το σωστό πλήρωμα. Είναι οι άνθρωποι οι μηδέν έχοντες και τα πάντα κατέχοντες. Ο Άγιος είχε αυτά που δεν είχαν οι άλλοι, αλλά αυτά που ήταν ικανά να χορτάσουν όλους τους άλλους. Και έτσι ο Άγιος Νικόλαος έμεινε μέσα στη ζωή της Εκκλησίας πάντοτε παρών, πάντοτε προφθάνων όπως λέγει ένα τροπάριο της Εκκλησίας, που τρέχει και προφταίνει όποιος ακριβώς τον ζητήσει.
Και εμείς γιορτάζουμε και τιμάμε τον Άγιο Νικόλαο σήμερα, και αν υπάρχει κάτι που λαχταρούμε, είναι τέτοιοι τύποι ανθρώπων σαν τον Άγιο Νικόλαο. Τέτοιοι ευλογημένοι άνθρωποι να τους έχουμε κοντά μας στο σπίτι μας. Να είμαστε οι ίδιοι τέτοιοι ευλογημένοι άνθρωποι, ώστε η παρουσία μας να είναι ανάπαυση, να είναι χαρά. Να είμαστε η χαρά του άλλου και όχι η στενοχώρια και η κόλαση του άλλου. Αλλά αυτά τα πράγματα τα έχουμε μέσα μας.
Πολλές φορές εμείς οι άνθρωποι ψάχνουμε να βρούμε την αιτία γιατί υποφέρουμε, γιατί αποτύχαμε σε κάτι, γιατί έχουμε πρόβλημα με τα παιδιά μας, γιατί δεν τα πάμε καλά το ζευγάρι; Πού ψάχνετε να τα βρείτε όλα αυτά έξω από σας; Όλα αυτά είναι μέσα μας. Από μας βγαίνει και η ευλογία και η κατάρα. Αυτό μας λέει ο Χριστός στο Ευαγγέλιό του και η ευλογία και η κατάρα. Γιατί; Γιατί και όταν ο άλλος έλθει με κακία απέναντι μου, όταν ο άνθρωπος έχει μέσα τη χάρη του Θεού ξέρει να αντιμετωπίζει το κακό δεν ταλαιπωρείται. Ητοιμάσθη και ουκ εταράχθη. Γιατί ξέρει ότι αυτός ο άνθρωπος είναι ένας ταλαίπωρος άνθρωπος, ένας άρρωστος άνθρωπος, που περιφέρει την ασθένεια του.
Γι αυτό λοιπόν σε μια εποχή που είμαστε τόσο μπερδεμένοι, που δεν ξέρουμε ποιοι είμαστε, που δεν ξέρουμε τι θέλουμε, κοντεύουμε να μπερδέψουμε ποιοι είναι οι άντρες και ποιες είναι οι γυναίκες και έτσι πλέον ταλαιπωρούμεθα. Και σε μια εποχή πραγματικά, που έχουμε υποστεί μια βαθύτατη καθίζηση, πρώτα πνευματική και εξαιτίας αυτής και υλική καθίζηση, που δεν ξέρουμε τι θέλουμε, προσπαθούμε να διασκεδάσουμε την ανία μας, την απελπισία μας με κόλπα.
Ακούσατε τούτες τις μέρες, να γίνετε λόγος για το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης. Τι δείχνει αυτό το σύμφωνο. Την αποτυχία των ανθρωπίνων σχέσεων. Ποια είναι η σχέση; μία είναι, η αγάπη. Όταν χάσεις την αγάπη όσα καλλωπίσματα και αν βάλεις τότε δεν έχεις τίποτα.
Τρεις λέξεις που αναιρούν η μία την άλλη. Σύμφωνο. Τι σημαίνει σύμφωνο. Υποχρέωση. Αφού είναι σύμφωνο και υποχρέωση πως είναι ελεύθερη; Και ελεύθερη από ποιον; Ποιον φοβάσαι; Τον άλλον τον δικό σου άνθρωπο. Αυτόν που θα κάνεις το σύμφωνο αυτόν φοβάσαι. Και φοβάσαι γιατί δεν τον εμπιστεύεσαι γιατί δεν τον αγαπάς. Και φοβάσαι πως θα σου τη φέρει κάποια στιγμή. Και πας να οχυρωθείς για να μη σου τη φέρει.
Τι παραδέχεσαι; Ότι ο άνθρωπος αυτός είναι ανέντιμος. Και εσύ το ίδιο. Εκείνος φοβάται εσένα και εσύ εκείνον. Γιατί αν τυχόν κάτι δεν πάει καλά φοβάσαι πως θα σε ρίξει. Τι σημαίνει να σε ρίξει. Σημαίνει ότι είναι ανέντιμος. Βλέπεται λοιπόν την ακαθαρσία των καρδιών μας; Πάμε να τη στολίσουμε με ωραίες λέξεις, που δείχνει το κενό. Συμβίωση. Μα υπάρχει συμβίωση εκείνο το συν μπροστά τι σημαίνει; Ότι μαζί ζούμε. Ε! πως θα ζήσουμε μαζί; Με σύμφωνα; Με νόμους; Αν δε ζήσουμε με αγάπη. Και το απλό ερώτημα. Στη θέση ποιου πάμε να βάλουμε ένα σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης; Στη θέση του γάμου. Τι είναι ο γάμος; Μυστήριο, αγάπης. Γιατί δεν τον θέλουμε; Εδώ σήμερα μπορείς να κάνεις και πολιτικό γάμο. Ούτε αυτόν θέλεις. Είναι δέσμευση. Αυτό τι σημαίνει λοιπόν ότι αποτύχαμε και τώρα πάμε να στολιστούμε.
Τώρα δεν θέλω να προχωρήσω τούτη την ώρα στο σύμφωνο συμβίωσης που αφορά τους ομόφυλους γιατί πώς να το κάνουμε η λέξη γάμος ανήκει μόνο στην ετερόφυλη σχέση, όλα τα άλλα είναι ανωμαλίες, όταν πάμε να βάλουμε μία λέξη εκεί που δεν τις ταιριάζει.
Είναι σα να πάς να βάλεις τη λέξη μάνα σ’ ένα πρόσωπο που έχει κάνει τη ζωή του παιδιού της κόλαση. Ταιριάζει αυτή η λέξη εκεί; Πώς θα τη βάλεις; Και δε μπορείς να τη βάλεις και πουθενά γιατί τα ζώα έχουν ποιο μεγάλη τρυφερότητα για τα παιδιά τους απ’ ότι μερικές φορές εμείς οι άνθρωποι. Και πότε φτάνουμε στο σημείο εμείς οι άνθρωποι να γινόμαστε επικίνδυνοι για τα παιδιά μας τα ίδια; Ακριβώς όταν δεν έχουμε τη χάρη του Θεού, όταν δεν είμαστε άνθρωποι του πνεύματος. Κατά τα άλλα είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι αυτή είναι η πραγματική ερμηνεία όσων μας γίνονται σήμερα. Και έρχεται μία μορφή μόνο, ο άγιος Νικόλαος σήμερα να μας πει πόσο ωραίος μπορεί να είναι ένας άνθρωπος όταν είναι άνθρωπος του Θεού. Αληθινός άνθρωπος του Θεού…» και τελειώνοντας ευχήθηκε στους πιστούς «Ο Άγιος Νικόλαος που γιορτάζει σήμερα να μας παρακινήσει να μιμηθούμε και να αγωνιστούμε παράλληλα, για τη δική του ωραιότητα, να γίνει η καρδία μας τόπος ευλογίας, τόπος της παρουσίας του Θεού, για να μπορεί η καρδιά μας να επιθυμεί τις επιθυμίες και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.»




πηγή

Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2013

Επιτρέπεται γονείς που έκαναν πολιτικό γάμο να βαπτίσουν τα παιδιά τους;- τι έλεγε ο Γ. Παΐσιος

-Γέροντα, υπάρχουν γονείς που έκαναν πολιτικό γάμο, αλλά θέλουν να βαπτίσουν τα παιδιά τους. Επιτρέπεται;
-Γιατί να μην επιτρέπεται; Άλλωστε τι φταίνε τα καημένα τα παιδάκια;

Το ότι θέλουν να βαπτιστούν τα παιδιά τους δείχνει πως κάτι έχουν μέσα τους’ δεν είναι τελείως αδιάφοροι. Φαίνεται, κάπου θα μπερδεύτηκαν.

Αν θέλει κανείς να τους βοηθήσει, πρέπει πρώτα να δει γιατί δεν έκαναν θρησκευτικό γάμο και ύστερα για ποιο λόγο θέλουν να βαπτίσουν τα παιδιά τους.

Από το βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου Λόγοι Δ’, σ.124

Κυριακή 28 Απριλίου 2013

Εξομολόγηση - εξομολόγος - εξομολογούμενος

ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ


       Η εξομολόγηση είναι θεοπαράδοτη εντολή και αποτελεί ένα των μυστηρίων της Εκκλησίας μας. Η εξομολόγηση δεν είναι μία τυπική, από συνήθεια «για το καλό» και λόγω των επικείμενων εορτών, βεβιασμένη και πρόχειρη πράξη από ένα και μόνο καθήκον ή υποχρέωση και προς ψυχολογική εκτόνωση. Η εξομολόγηση θα πρέπει νάναι συνδυασμένη πάντοτε με τη μετάνοια. Μας έλεγε Αγιορείτης Γέροντας: Πολλοί εξομολογούνται, λίγοι μετανοούν! (Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης).
       Η μετάνοια είναι μία ελεύθερη, καλλιεργημένη, εσωτερική διεργασία επιμελημένη, συντριβής και λύπης, για την απομάκρυνση από τον Θεό διά της αμαρτίας. Η μετάνοια η αληθινή δεν συνδυάζεται με την αφόρητη θλίψη, την υπερβολική στενοχώρια και τις αδυσώπητες ενοχές. Τότε δεν είναι μάλλον ειλικρινής μετάνοια, αλλά κρυφός εγωισμός, στραπατσάρισμα του «εγώ», θυμός με τον εαυτό μας, που εκδικείται γιατί εκτίθεται και ντροπιάζεται και δεν ανέχεται κάτι τέτοιο. Μετάνοια σημαίνει αλλαγή νου, νοοτροπίας, μεταβολισμός, εγκεντρισμός χρηστοήθειας, μίσος της αμαρτίας. Μετάνοια ακόμη σημαίνει αγάπη της αρετής, καλοκαγαθία, επιθυμία, προθυμία και διάθεση σφοδρή επανασυνδέσεως με τον Χριστό διά της Χάριτος του πανσθενουργού Αγίου Πνεύματος. Η μετάνοια ξεκινά από τα βάθη της καρδιάς, ολοκληρώνεται όμως απαραίτητα στο μυστήριο της θείας και ιεράς εξομολογήσεως.
       Ο εξομολογούμενος εξομολογείται ειλικρινά και ταπεινά ενώπιον του εξομολόγου, ως εν προσώπω του Χριστού. Κανένας επιστήμονας, ψυχολόγος, ψυχαναλυτής, ψυχίατρος, κοινωνιολόγος, φιλόσοφος, θεολόγος δεν μπορεί ν' αντικαταστήσει τον εξομολόγο. Καμία εικόνα, έστω και η πιο θαυματουργή, δεν μπορεί να δώσει αυτό που δίνει το πετραχήλι του εξομολόγου, την άφεση των αμαρτιών. Ο εξομολόγος αναλαμβάνει τον εξομολογούμενο, τον υιοθετεί και τον αναγεννά πνευματικά, γι' αυτό και ονομάζεται πνευματικός πατέρας. Η πνευματική πατρότητα κανονικά είναι ισόβια, ιερή και δυνατή, δυνατότερη και συγγενικού δεσμού. Ο πνευματικός τοκετός είναι οδυνηρός. Ο εξομολόγος με φόβο Θεού «ως λόγον αποδώσων», γνώση, ταπείνωση και αγάπη παρακολουθεί τον αγώνα του εξομολογούμενου και τον χειραγωγεί διακριτικά στην ανοδική πορεία της εν Χριστώ ζωής.
       Ο εξομολόγος ιερεύς έχει ειδική ευλογία από τον επίσκοπο για το εξομολογητικό του έργο. Κανονικά όμως το χάρισμα του «δεσμείν και λύειν» αμαρτίες το λαμβάνει με τη χειροτονία του εις πρεσβύτερο. Καθίσταται διάδοχος των αγίων αποστόλων. Έτσι σημασία κύρια και μεγάλη έχει η εγκυρότητα και η κανονικότητα της αποστολικής διαδοχής διά των επισκόπων. Το μυστήριο της εξομολογήσεως όπως και όλα τ' άγια μυστήρια της Εκκλησίας μας τελεσιουργούνται και χαριτώνουν τους πιστούς όχι κατά την αξία, ικανότητα, επιστημοσύνη, λογιοσύνη, ευφράδεια, δραστηριότητα και τέχνη του ιερέως, ακόμη και την αρετή και αγιότητά του, αλλά τη διά της κανονικότητος της ιερωσύνης και του Τελεταρχικού Παναγίου Πνεύματος. 
Οι τυχόν αμαρτίες του ιερέως δεν εμποδίζουν τη θεία Χάρη των μυστηρίων. Αλλοίμονο αν αμφιβάλλουμε αν κατά την αναξιότητα του ιερέως το ψωμί και το κρασί έγινε σώμα και αίμα Χριστού κατά τη θεία Λειτουργία. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι ο ιερεύς δεν θα πρέπει μόνιμα ν' αγωνίζεται για την καθαρότητά του. Έτσι δεν υπάρχουν καλοί και κακοί εξομολόγοι. Όλοι οι εξομολόγοι την ίδια άφεση δίνουν. Έχουμε όμως το δικαίωμα επιλογής του εξομολόγου. Μπορούμε να προστρέξουμε σε αυτόν που αληθινά μας αναπαύει. Δεν είναι σοβαρή όμως η συνεχής αλλαγή εξομολόγου. Δεν φανερώνει κάτι τέτοιο πνευματική ωριμότητα. Ούτε όμως και οι εξομολόγοι θα πρέπει να στενοχωρούνται παράφορα και να δημιουργούν μάλιστα και προβλήματα όταν αναχωρήσει κάποιο πνευματικό τους τέκνο. Ίσως τούτο σημαίνει πως ήταν νοσηρά συνδεδεμένοι μαζί του, συναισθηματικά, προσωποπαγώς, δεμένοι με το πρόσωπό του και όχι με τον Χριστό και την Εκκλησία, και θεωρούν την αναχώρηση προσβολή, μείωση, ότι δεν υπάρχει καλύτερος ή μία αίσθηση ότι οι άλλοι μας ανήκουν αποκλειστικά και μπορούμε να τους εξουσιάζουμε και να τους φερόμαστε μάλιστα εξαναγκαστικά ως καταπιεσμένους και ανελεύθερους υποτακτικούς. Είπαμε βέβαια πως ο εξομολόγος είναι πνευματικός πατέρας και ο πνευματικός τοκετός ενέχει οδύνη. Έτσι είναι φυσικό να λυπάται για την αναχώρηση του υιού του. Προτιμότερο όμως είναι να εύχεται για την πνευματική του πρόοδο και τη σύνδεσή του με την Εκκλησία, έστω και παρά την αποσύνδεσή του από τον ίδιο. Να εύχεται και όχι να απεύχεται.
       Το έργο του εξομολόγου δεν είναι μόνο η απλή ακρόαση των αμαρτιών του εξομολογούμενου και η ανάγνωση στο τέλος της συγχωρητικής ευχής. Ούτε πάλι περιορίζεται μόνο στην ώρα της εξομολογήσεως. Ο εξομολόγος σαν καλός πατέρας φροντίζει συνεχώς το τέκνο του, το ακούει και το παρακολουθεί προσεκτικά, το νουθετεί κατάλληλα, το κατευθύνει ευαγγελικά, τονίζει τα τάλαντά του, δεν του θέτει υπερβολικά βάρη, το κανονίζει μέτρια όταν πρέπει, το οικονομεί όταν απογοητεύεται, βαρύνεται, δυσανασχετεί, αποκάμνει, το θεραπεύει ανάλογα, δεν το αποθαρρύνει ποτέ, συνεχίζοντας τον αγώνα παθοκτονίας και αρετοσυγκομιδής, μορφώνοντας στην ψυχή του την αθάνατη Χριστό.
       Η αναπτυσσόμενη αυτή πατρική και υιική σχέση εξομολόγου και εξομολογούμενου δημιουργεί μία άνεση, εμπιστοσύνη, σεβασμό, ιερότητα και ανάταση. Ο εξομολογούμενος ανοίγει την καρδιά του στον εξομολόγο και του εκθέτει τα πιο κρύφια, τα πιο δόλια, τα πιο ακάθαρτα, όλα τα μυστικά του, πράξεις απόκρυφες και επιθυμίες βλαβερές, ακόμη και αυτά που δεν θέλει να ομολογήσει στον ίδιο του τον εαυτό και δεν λέει στον πιο στενό συγγενή του και τον καλύτερο φίλο του. Έτσι ο εξομολόγος θα πρέπει απόλυτα να σεβασθεί αυτή την απεριόριστη εμπιστοσύνη του εξομολογούμενου. Η εμπιστοσύνη αυτή επαυξάνεται οπωσδήποτε και από το γεγονός ότι ο εξομολόγος είναι αυστηρά δεσμευμένος, μέχρι θανάτου μάλιστα, από τους θείους και Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας με το απόρρητο της εξομολογήσεως.
       Στην ορθόδοξη εξομολογητική δεν υπάρχουν βέβαια γενικές συνταγές, γιατί η πνευματική καθοδήγηση της κάθε μοναδικής ψυχής γίνεται εξατομικευμένα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ανεπανάληπτος, με ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση, άλλο χαρακτήρα, διάφορες δυνάμεις και δυνατότητες, όρια, εφέσεις, αντοχές, γνώσεις, ανάγκες και διαθέσεις. Ο εξομολόγος με τη Χάρη του Θεού και τη θεία φώτιση θα πρέπει να διακρίνει όλ' αυτά, ώστε ν' αποφασίσει τί καλύτερα θα πρέπει να χρησιμοποιήσει για να βοηθήσει τον εξομολογούμενο. Άλλοτε χρειάζεται η επιείκεια και άλλοτε η αυστηρότητα. Δεν είναι για όλους πάντοτε τα ίδια. Ούτε ο εξομολόγος θα πρέπει νάναι πάντα αυστηρός, έτσι μόνο για να λέγεται αυστηρός και να εκτιμάται. Ούτε υπερβολικά επιεικής, για να προτιμάται και να λέγεται πνευματικός πατέρας πολλών. Χρειάζεται φόβος Θεού, διάκριση, τιμιότητα, ειλικρίνεια, ταπείνωση, μελέτη, γνώση και προσευχή.
      Η «οικονομία» δεν απαιτείται από τον εξομολογούμενο. Ούτε είναι ορθό να γίνει κανόνας από τον εξομολόγο. Η «οικονομία» θα πρέπει να παραμείνει εξαίρεση. Η «οικονομία» επίσης θα πρέπει να είναι πάντα προς καιρόν (Αρχιμ. Γεώργιος Γρηγοριάτης). Όταν εκλείψουν οι λόγοι που την επιβάλλουν ασφαλώς δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται. Για την ίδια αμαρτία μπορούμε να έχουμε πολλούς διαφορετικούς τρόπους προς αντιμετώπισή της.
       Ο κανόνας δεν είναι πάντοτε απαραίτητος. Ο κανόνας δεν είναι τιμωρία. Είναι παιδαγωγία. Ο κανόνας δεν τίθεται προς ικανοποίηση του προσβληθέντος Θεού και εξιλέωση του αμαρτωλού ενώπιον της Θείας δικαιοσύνης. Αυτή είναι μια καθαρά αιρετική διδασκαλία. Ο κανόνας συνήθως τίθεται στην ανώριμη μετάνοια, προς συναίσθηση και συνειδητοποίηση του μεγέθους της αμαρτίας. Η αμαρτία κατά την ορθόδοξη διδασκαλία δεν είναι τόσο παράβαση του νόμου, όσο έλλειψη αγάπης στο Θεό. Αγάπα και κάνε ό,τι θέλεις, έλεγε ο ιερός Αυγουστίνος.
      Ο κανόνας τίθεται προς ολοκλήρωση της μετάνοιας του εξομολογούμενου, γι' αυτό, καθώς ορθά λέγει ο π. Αθανάσιος Μετεωρίτης, όπως ο εξομολόγος δεν επιτρέπεται να κοινοποιεί τις αμαρτίες του εξομολογούμενου, έτσι κι ο εξομολογούμενος δεν επιτρέπεται να κοινοποιεί στους άλλους τον κανόνα που του έθεσε ιδιαίτερα ο εξομολόγος, που είναι συνισταμένη πολλών παραμέτρων.
      Ο εξομολόγος λειτουργεί ως χορηγός της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Κατά την ώρα του μυστηρίου δεν λειτουργεί ως ψυχολόγος και επιστήμονας. Λειτουργεί ως ιερεύς, ως έμπειρος ιατρός, ως φιλόστοργος πατέρας. Ακούγοντας τ' αμαρτήματα του εξομολογούμενου προσεύχεται να τον φωτίσει ο Θεός. να δώσει το καλύτερο φάρμακο προς θεραπεία, να σφυγμομετρήσει τον βαθμό και την ποιότητα της μετανοίας του. Ο εξομολόγος δεν στέκεται απέναντι στον εξομολογούμενο με περιέργεια, καχυποψία, ζήλεια, υπερβολική αυστηρότητα, εξουσιαστικότητα και αλαζονεία, αλλά ούτε και αδιάφορα, επιπόλαια, απρόσεκτα και κουρασμένα. Η ταπείνωση, η αγάπη και η προσοχή του εξομολόγου θα βοηθήσει πολύ τον εξομολογούμενο. Ούτε ο εξομολόγος θα πρέπει να κάνει πολλές, περιττές και αδιάκριτες ερωτήσεις. Ιδιαίτερα θα πρέπει να διακόπτει τις λεπτομερείς περιγραφές διαφόρων αμαρτημάτων και ιδιαίτερα σαρκικών, ακόμη και τις αναφορές ονομάτων, ώστε ν' ασφαλίζεται περισσότερο. Ο εξομολογούμενος πάλι δεν θα πρέπει να φοβάται, να δειλιάζει και να ντρέπεται, αλλά να σέβεται, να εμπιστεύεται, να τιμά και να ευλαβείται τον εξομολόγο. Αυτό το κλίμα πάντως της ιερότητος, αλληλοσεβασμού και εμπιστοσύνης κυρίως θα το καλλιεργήσει, εμπνεύσει και δημιουργήσει ο εξομολόγος.
       Η αγία μητέρα μας Ορθόδοξη Εκκλησία είναι το σώμα του Αναστημένου Χριστού, είναι ένα απέραντο θεραπευτήριο, αποθεραπείας των ασθενών αμαρτωλών πιστών, από τα τραύματα, τις πληγές και τις ασθένειες της αμαρτίας, των παθογόνων δαιμόνων και των ιοβόλων δαιμονικών παγίδων και επηρειών των δαιμονοκίνητων παθών.
       Η Εκκλησία μας δεν είναι παράρτημα του υπουργείου κοινωνικής προνοίας, ούτε συναγωνίζεται να ξεπεράσει τους διάφορους συλλόγους κοινωνικής ευποιΐας, δίχως διόλου ν' αρνείται το σπουδαίο και αγαθό αυτό έργο και να μη το επιτελεί πλούσια, επαινετά και θαυμάσια, αλλά κυρίως είναι η χορηγός νοήματος της ζωής, λυτρώσεως και σωτηρίας των πιστών «υπέρ ων Χριστός απέθανεν» διά της συμμετοχής τους στα μυστήρια της Εκκλησίας. Το πετραχήλι του Ιερέως είναι πλάνη, όπως έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης, που λειαίνει και ισιάζει τους ανθρώπους, είναι θεραπευτικό νυστέρι παθοκτονίας και όχι μιστρί εργασιομανίας ή σύμβολο εξουσίας. Είναι υπηρετική ποδιά διακονίας των ανθρώπων προς θεραπεία και σωτηρία.
       Ο Θεός χρησιμοποιεί τον ιερέα για τη συγχώρηση του πλάσματός του. Το λέγει χαρακτηριστικά η ευχή: «Ο Θεός συγχωρήσαι σοι δι' εμού του αμαρτωλού πάντα, και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι. και ακατάκριτόν σε παραστήσαι εν τω φοβερώ αυτού Βήματι. περί δε των εξαγορευθέντων εγκλημάτων μηδεμίαν φροντίδα έχων, πορεύου εις ειρήνην». Ανεξομολόγητες αμαρτίες θα βαραίνουν τον άνθρωπο και στον μέλλοντα αιώνα. Εξομολογημένες αμαρτίες δεν εξομολογούνται. Είναι σαν να μη πιστεύει κανείς στην χάρη του μυστηρίου. Ο Θεός τα γνωρίζει, αλλά θα πρέπει προς άφεση, ταπείνωση και ίαση να εξαγορευθούν. Η ενίοτε επιτίμηση αμαρτιών δεν αναιρεί την αγάπη της Εκκλησίας, αλλά αποτελεί παιδαγωγική επίσκεψη προς καλύτερη συναίσθηση των πταισμάτων.
       Κατά τον όσιο Νικόδημο τον Αγιορείτη «η εξομολόγησις είναι μία θεληματική διά στόματος φανέρωσις των πονηρών έργων και λόγων και λογισμών, κατανυκτική, κατηγορητική, ευθεία, χωρίς εντροπήν, αποφασιστική, προς νόμιμον πνευματικόν γινομένη». Ο θεοφόρος όσιος ευσύνοπτα, μεστά και σημαντικά αναφέρει πως η εξομολόγηση πρέπει να γίνεται θεληματικά, ελεύθερα, αβίαστα, ανεξανάγκαστα, δίχως ο εξομολόγος ν' άγχεται να εκμαιεύσει την ομολογία του εξομολογούμενου. Με κατάνυξη, συναίσθηση δηλαδή της λύπης που προκάλεσε ειλικρινά με την αμαρτία στον Θεό. Όχι συναισθηματικά, υποκριτικά, λιπόψυχα δάκρυα. Κατάνυξη γνήσια που σημαίνει συντριβή, μεταμέλεια, μίσος της αμαρτίας, αγάπη της αρετής, επίγνωση ευγνωμοσύνης στον Δωρεοδότη Θεό. Κατηγορητική σημαίνει υπεύθυνη εξομολόγηση, δίχως δικαιολογίες, υπεκφυγές, στρεψοδικίες, ανευθυνότητες και μεταθέσεις, με ειλικρινή αυτομεμψία και γνήσια αυτοεξουθένωση, που φέρει τη χαρμολύπη και το χαροποιό πένθος της Εκκλησίας. 
Ευθεία σημαίνει εξομολόγηση με κάθε ειλικρίνεια, ευθύτητα και ακρίβεια, ανδρεία και θάρρος, αυστηρότητα και γενναιότητα. Συμβαίνει ακόμη και την ώρα αυτή ο άνθρωπος να μη παραδέχεται την ήττα του, την πτώση και την αδυναμία του και με ωραιολογίες και μακρυλογίες να μεταθέτει τα ποσοστά ευθύνης του, με περιστροφές και μισόλογα, κατηγορώντας και τους άλλους, προκειμένου να φυλάξει ακόμη και τώρα ατσαλάκωτο το εγώ του. Χωρίς εντροπή εξομολόγηση σημαίνει παρουσίαση του πραγματικού οικτρού εαυτού μας. 
Η ντροπή είναι καλή προ της αμαρτίας και όχι μετά και μπροστά στον εξομολόγο. Η προ του εξομολόγου ντροπή λέγουν θα μας ελευθερώσει από τη ντροπή στην έσχατη κρίση, αφού ό,τι συγχωρήσει ο εξομολόγος δεν θα ξανακριθεί. Αποφασιστική εξομολόγηση σημαίνει να είναι καθαρή, συγκεκριμένη, ειλικρινής και με την απόφαση να μη επαναλάβει τα εξομολογηθέντα αμαρτήματα ο πιστός. Ακόμη η εξομολόγηση θα πρέπει να είναι συνεχής, ώστε τα φιλεπίστροφα, κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος, πάθη να μη ισχυροποιούνται, αλλά αντίθετα σύντομα να θεραπεύονται. Έτσι δεν λησμονούνται οι αμαρτίες, υπάρχει τακτικός έλεγχος, αυτοπαρατήρηση, αυτοέλεγχος, αυτογνωσία και αυτομεμψία, δεν εγκαταλείπει η Θεία Χάρη και οι δαιμονικές παγίδες συντρίβονται ευκολότερα και η μνήμη του θανάτου δεν είναι φοβερή και τρομακτική.
      Συμβαίνει συχνά-πυκνά και τ' ομολογούμε με πολύ πόνο και περισσή αγάπη το κήρυγμα να μην είναι τόσο ορθόδοξο. Δηλαδή να εξαντλείται σ' ένα ακόμη σχολιασμό της φθηνής επικαιρότητος και να μετατρέπεται κατά κάποιο τρόπο ο ιερός άμβωνας σε τηλεοπτικό «παράθυρο», όπου λέμε και εμείς τη γνώμη μας για τα τρέχοντα και συμβαίνοντα. Όμως τ' ορθόδοξο κήρυγμα κυρίως είναι εκκλησιολογικό, χριστολογικό, σωτηριολογικό, αγιολογικό και ψυχωφελές. Το κήρυγμα της μετανοίας από των Προφητών, του Τιμίου Προδρόμου, του Σωτήρος Χριστού και πάντων των αγίων παραμένει λίαν επίκαιρο και αναγκαίο. Βασική προϋπόθεση της μετοχής στ' άγια μυστήρια και της ανοδικής πνευματικής πορείας είναι η καθαρότητα της καρδιάς. Καθαρότητα από την ποικίλη αμαρτία, το πνεύμα της απληστίας και της ευδαιμονίας της σύγχρονης υπερκαταναλωτικής κοινωνίας, το πνεύμα της αντίθεης υπερηφάνειας ενός κόσμου ναρκισσευόμενου, ατομικιστικού, αταπείνωτου, αφιλάνθρωπου, υπερφίαλου και παράδοξου, το δαιμονικό πνεύμα των πονηρών λογισμών, των φαντασιών και φαντασιώσεων, των καχυποψιών και ζηλοφθονιών, των ακάθαρ­των και σκοτεινών.
       Κατάντησε δυσεύρετο κόσμημα η καθαρότητα της καρδιάς, στις αδελφικές σχέσεις, τις συζυγίες, τις συναδελφικές υποχρεώσεις, τις φιλίες, τις συζητήσεις, τις σκέψεις, τις επιθυμίες, τις ιερατικές κλήσεις. Τα λεγόμενα μέσα μαζικής ενημερώσεως ξέπεσαν σε ρυπογόνες εστίες. Λησμονήθηκε η νηπτική εγρήγορση, η ασκητική νηφαλιότητα, η παραδοσιακή ολιγάρκεια, απλότητα και λεβεντιά. Έτσι μολύνεται το λογιστικό της ψυχής, διεγείρεται στην απληστία το επιθυμητικό και αμβλύνεται σοβαρά το βουλητικό, ώστε αδύναμος ο άνθρωπος να παρασύρεται στο κακό δίχως φραγμό και όρια.
       Επικρατεί η αυτοδικαίωση, η δικαιολόγηση των παθών, η ωραιοποίηση της αμαρτίας, η κατοχύρωσή της διά νέων ψυχολογικών ερεισμάτων. Θεωρείται μείωση, αδυναμία και λάθος η παραδοχή του λάθους, η ανάληψη της ευθύνης και η ταπεινή αποδοχή του σφάλματος. Η συνεχής δικαιολόγηση του εαυτού μας και η επιμελημένη μετάθεση ευθυνών δημιουργούν ένα άνθρωπο συγχυσμένο, διχασμένο, ταραγμένο, ταλαιπωρημένο, δυστυχισμένο και εγωπαθή, εμπαιζόμενο από τον δαίμονα, αιχμαλωτιζόμενο από αυτόν στ' άφωτα δίχτυα του.
       Κυριαρχεί ένας ανόητος ορθολογισμός, ο οποίος επιλέγει ευαγγελικές αρετές και συνοδικούς κανόνες, κατά την αρέσκεια, προτίμηση και ευκολία, σε σοβαρά θέματα νηστειών, εγκράτειας, τεκνογονίας, ήθους, σεμνότητος, αιδούς, τιμιότητος και ακριβείας.
       Κατόπιν όλων τούτων, τα οποία δεν νομίζω ότι υπερβάλλουμε, θεωρούμε ότι οι εξομολόγοι δεν έχουν εύκολο έργο. Δεν αρκεί πλέον η χειραγωγία στη μετάνοια και η καλλιέργεια της ταπεινώσεως, αλλά χρειάζεται το ποίμνιο κατήχηση, επαναευαγγελισμό, κα­τάρτιση, μεταβολισμό πνευματικό προς απόκτηση ισχυρών αντισωμάτων. Απαραίτητη η αντίσταση, αντίδραση και αντιμετώπιση του σφοδρού ρεύματος της αποϊεροποιήσεως, της εκκοσμικεύσεως, του αποηρωισμού, του ευδαιμονισμού, του πλουτισμού και κορεσμού. Ιδιαιτέρως προσοχής, διδαχής και αγάπης έχουν ανάγκη οι νέοι, που η αγωγή δεν τους βοηθά να συνειδητοποιήσουν το νόημα και το σκοπό της ζωής, το κενό, το άκοσμο, το άνομο, το άφωτο της αμαρτίας.
       Σοβαρό πρόβλημα αποτελεί ακόμη και για τους χριστιανούς μας η αγχώδης συχνά αναζήτηση μιας ά­κοπης, άμοχθης και άλυπης ζωής. Αναζητούμε Κυρηναίους. Δεν αποδεχόμεθα την άρση του προσωπικού μας σταυρού. Δεν γνωρίζουμε το βάθος και το εύρος του σταυρού. Προσκυνούμε τον σταυρό στην εκκλησία, κάνουμε τον σταυρό μας, αλλά δεν ασπαζόμαστε τον προσωπικό μας σταυρό. Τελικά θέλουμε ένα ασταύρωτο Χριστιανισμό. Δεν υπάρχει όμως Πάσχα δίχως Μεγάλη Παρασκευή.
       Τιμάμε τους μάρτυρες και τους οσίους, αλλά δεν θέλουμε εμείς καμιά κακοπάθεια, καμιά καθυστέρηση, καμιά δυσκολία. Δυσκολευόμαστε στη νηστεία, δυσανασχετούμε στην ασθένεια, δεν ανεχόμαστε πικρό λόγο, ακόμη και όταν φταίμε, οπότε πώς να υπομένουμε αδικία, συκοφαντία, κατατρεγμό και εξορία, όπως οι άγιοί μας; Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο πως το σύγχρονο κοσμικό πνεύμα της ευκολίας, της ανέσεως και του υπερκαταναλωτισμού έχει επηρεάσει ισχυρά το μέτρο της πνευματικής ζωής. Θέλουμε γενικά ένα αντιασκητικό Χριστιανισμό. Η Ορθοδοξία όμως βάση έχει το ασκητικό Ευαγγέλιο.
       Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα της εποχής μας είναι η νοσηρή και υπερβολική εμπιστοσύνη του ανθρώπου στη λογική, τη διάνοια, τη γνώση και την κρίση του. Πρόκειται για τον παχυλό και κουραστικό εν τέλει ορθολογισμό. Η νηπτική ορθόδοξη θεολογία μας δι­δάσκει το νου να τον έχουμε εργαλείο και να τον κατεβάσουμε στην καρδιά. Η Εκκλησία μας δεν καλλιεργεί και παράγει διανοούμενους. Για μας ο ορθολογισμός δεν είναι φιλοσοφική νοοτροπία, αλλά μία καθαρά αμαρτητική βιοθεωρία, μία μορφή αθεΐας, αφού αντιβαίνει στην εντολή της πίστεως, της ελπίδος, της αγάπης και της εμπιστοσύνης στον Θεό. Ο ορθολογιστής κρίνει τα πάντα με την κρισάρα του μυαλού, μόνο με τον πεπερασμένο νου του, κέντρο είναι ο εαυτός του και το κυρίαρχο εγώ του και δεν εμπιστεύεται τη θεία Πρόνοια, τη θεία Χάρη και θεία Βοήθεια στη ζωή του.
      Θεωρώντας συχνά τον εαυτό του αλάνθαστο ο ορθολογιστής δεν επιτρέπει στον Θεό να επέμβει στη ζωή του και να τον κρίνει. Έτσι δεν θεωρεί ότι έχει ανάγκη εξομολογήσεως. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος όμως λέγει πως το να νομίζει κάποιος πως δεν έπεσε σε αμαρτήματα, αυτό είναι η πιο μεγάλη πτώση και πλάνη και το πιο μεγάλο αμάρτημα. Παρασυρμένοι ορισμένοι νεώτεροι θεολόγοι μιλούν γι' αστοχία και όχι για αμαρτία, θέλοντας ν' αμβλύνουν τη φυσική διαμαρτυρία της συνειδήσεως. Η αυτάρκεια ορισμένων εκκλησιαζομένων και νηστευόντων χριστιανών κρύβει ενίοτε ένα λανθάνοντα φαρισαϊσμό, ότι δεν είναι όπως οι λοιποί των ανθρώπων και ως εκ τούτου δεν χρήζουν εξομολογήσεως.
       Κατά τους αγίους πατέρες της Εκκλησίας μας το μεγαλύτερο κακό είναι η υπερηφάνεια, η μητέρα όλων των παθών κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος. Πρόκειται για πολύτεκνη μητέρα με πρώτες θυγατέρες την κενοδοξία και την αυτοδικαίωση. Η υπερηφάνεια είναι μία μορφή άρνησης Θεού, είναι εφεύρεση των πονηρών δαιμόνων, αποτέλεσμα πολλών κολακειών και επαίνων, που επιφέρει την εξουδένωση και εξουθένωση των ανθρώπων, τη θεομίσητη κατάκριση, τον θυμό, την οργή, την υποκρισία, την ασπλαχνία, τη μισανθρωπία, τη βλασφημία. Η υπερηφάνεια είναι ένα πάθος φοβερό, δύσκολο, δυνατό και δυσθεράπευτο. Η υπερηφάνεια επίσης είναι πολυδύναμη και πολυπρόσωπη. Εκδηλώνεται ως ματαιοδοξία, μεγαλαυχία, οίηση, αλαζονεία, υπεροψία, φυσίωση, τύφωση, καύχηση, ιταμότητα, έπαρση, μεγαλομανία, φιλοδοξία, φιλαυτία, φιλαρέσκεια, φιλοχρηματία, φιλοσαρκία, φιλαρχία, φιλοκατηγορία και φιλονικία. Ακόμη ως αυταρέσκεια, προσωποληψία, αυθάδεια, αναίδεια, παρρησία, αναλγησία, αντιλογία, ισχυρογνωμοσύνη, ανυπακοή, ειρωνεία, πείσμα, περιφρόνηση, προσβολή, τελειομανία και υπερευαισθησία. Η υπερηφάνεια τελικά οδηγεί στην αμετανοησία.
       Όργανο της υπερηφάνειας συχνά γίνεται η γλώσσα. Με την αργολογία, τη φλυαρία, την πολυλογία, το κουτσομπολιό, τη μωρολογία, τη ματαιολογία, την ανειλικρίνεια, την αδιακρισία, τη διγλωσσία, τη διπλωματία, την ευτραπελία, την προσποίηση και τον εμπαιγμό.
        Από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα προέρχονται πολλά άλλα πάθη. Αφού αναφέραμε τα της υπερηφάνειας, ερχόμαστε στη φιλαργυρία, που γεννά τη φιλοχρηματία, την πλεονεξία, την απληστία, την τσιγγουνιά, την ανελεημοσύνη, τη σκληροκαρδία, την απάτη, την τοκογλυφία, την αδικία, τη δολιότητα, τη σιμω­νία, τη δωροληψία, τον τζόγο. Η πορνεία έχει μύριες εκφάνσεις όπως ο φθόνος με τις ύπουλες και πονηρές κακίες του, η αχόρταγη γαστριμαργία, ο θυμός και η ύποπτη ακηδία και αμέλεια.
       Ιδιαιτέρως προσοχής χρήζουν πολλά ανορθόδοξα στοιχεία στην οικογενειακή ζωή και φρονούμε πως θα πρέπει να θεαθούν προσεκτικά από εξομολόγους και εξομολογουμένους. Η αποφυγή της τεκνογονίας, η ειδωλοποίηση των τέκνων, θεωρούμενα προέκταση του εγώ των γονέων, υπερπροστατευόμενα, παρακολουθούμενα συνεχώς και εξουσιαζόμενα βάναυσα. Ο γάμος είναι στίβος ταπεινώσεως, αλληλοπεριχωρήσεως και αλληλοσεβασμού και όχι παράλληλη όδευση δύο εγωισμών, παρά την ισόβια σύζευξη και συνύπαρξη. Χορεύει ο δαίμονας όταν δεν υπάρχει συγχώρεση στις ανθρώπινες αδυναμίες και τα καθημερινά σφάλματα. Οι γονείς θα βοηθήσουν σημαντικά τα παιδιά τους όχι με την πλούσια ευγένεια έξω από το σπίτι αλλά με το ειρηνικό, νηφάλιο και αγαπητικό παράδειγμα καθημερινά μέσα στο σπίτι τους. 
Η συμμετοχή των παιδιών μαζί με τους γονείς τους στο μυστήριο της εξομολογήσεως θα τους ενδυναμώσει με τη θεία Χάρη και θα τους στερεώσει στη βιωματική εμπειρία με τον Χριστό. Ζητώντας οι σύζυγοι ειλικρινά συγγνώμην διδάσκουν τα παιδιά τους την ταπείνωση, που καίει τις δαιμονικές πλεκτάνες. Σ' ένα σπιτικό που ανθεί η αγάπη, η ομόνοια, η κατανόηση, η ταπείνωση και ειρήνη υπάρχει πλούσια η ευλογία του Θεού και γίνεται κάστρο απόρθητο στην κακία του κόσμου. Η με τη συγχωρητικότητα αγωγή των παιδιών δημιουργεί μία υγιά οικογενειακή εστία που τα εμπνέει και τα ενισχύει για το μέλλον τους.
       Ένα άλλο μεγάλο θέμα, που αποτελεί σοβαρό εμπόδιο για τη μετάνοια και την εξομολόγηση είναι η αυτοδικαίωση, που μαστίζει και πολλούς ανθρώπους της Εκκλησίας. Βάση της έχει, όπως είπαμε, τη δαιμονική υπερηφάνεια. Κλασικό παράδειγμα ο Φαρισαίος της παραβολής του Ευαγγελίου.
       Ο αυτοδικαιούμενος άνθρωπος έχει φαινομενικά καλά, για τα οποία υπεραίρεται και θέλει να τιμάται και επαινείται. Χαίρεται να τον κολακεύουν, να εξουθενώνει και ταπεινώνει τους άλλους. Αυτοεκτιμάται υπερβολικά, αυτοδικαιώνεται παράφορα και θεωρεί τον Θεό αναγκαστικά υποχρεωμένο να τον ανταμείψει. Πρόκειται τελικά για ταλαίπωρο άνθρωπο, όπου ταλαιπωρούμενος ταλαιπωρεί και τους άλλους. Διακατέχεται από νευρικότητα, ταραχή, απαιτητικότητα, που τον αυτοφυλακίζει και δεν τον αφήνει ν' ανοίξει τη θύρα του θείου ελέους, διά της μετανοίας.
     Γέννημα της υπερηφάνειας είναι και η κατάκριση, που δυστυχώς αποτελεί συνήθεια και πολλών χριστιανών, που ασχολούνται περισσότερο με τους άλλους παρά με τον εαυτό τους. Φαινόμενο της εποχής μας και της κοινωνίας που ωθεί τον κόσμο στη συνεχή ετεροπαρατήρηση και όχι την αυτοπαρατήρηση. Οι μύριες ασχολίες και δραστηριότητες του σύγχρονου ανθρώπου δεν τον θέλουν να μείνει ποτέ μόνο προς μελέτη, περίσκεψη, προσευχή, αυτογνωσία, αυτομεμψία, αυτοέλεγχο και μνήμη θανάτου. Τα λεγόμενα μέσα μαζικής ενημερώσεως ασταμάτητα ασχολούνται σκανδαλοθηρικά, επίμονα και μακρόσυρτα με τα πάθη, τις αμαρτίες, τα παραπτώματα των άλλων. 
Όλ' αυτά προκαλούν, εντυπωσιάζουν και αν δεν σκανδαλίζουν πάντως φορτώνουν την ψυχή και το νου με τα βρωμερά και άσχημα και μάλιστα καθησυχάζουν, αφού εμείς είμαστε καλύτεροι. Έτσι ο άνθρωπος συνηθίζει στη μετριότητα, χλιαρότητα και εφημερότητα της φθηνής καθημερινότητος, μη συγκρινόμενος με τους αγίους και τους ήρωες.
       Έτσι η κατάκριση κυριαρχεί στις μέρες μας, θεωρώντας ο άνθρωπος ότι ενεργεί δίκαιη κάθαρση, σπιλώνοντας άλλους και μολύνοντας τον εαυτό του, δημιουργώντας κακίες, μίση, έχθρες, μνησικακίες, ζηλοφθονίες και ψυχρότητες. Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής μάλιστα αναφέρει πως εκείνος που περιεργάζεται συνεχώς τις αμαρτίες των άλλων ή κρίνει τον αδελφό του από υποψία και μόνο, αυτός δεν έκανε ακόμη αρχή μετανοίας, ούτε άρχισε την έρευνα για να γνωρίσει τις αμαρτίες του.
       Λέγονται πολλά και διάφορα. ένα τελικά είναι το καίριο, σημαντικό και εξέχον. η σωτηρία μας, για την οποία δεν πολυνοιαζόμαστε παντοτεινά. Η σωτηρία δεν επιτυγχάνεται παρά μόνο με ειλικρινή μετάνοια και καθαρή εξομολόγηση. Η μετάνοια δεν ανοίγει μόνο τον ουράνιο παράδεισο, αλλά και τον επίγειο με την πρόγευση, έστω εν μέρει, της ανεκλάλητης χαράς της ατελεύτητης βασιλείας των ουρανών και της υπέροχης ειρήνης από τώρα. Οι εξομολογημένοι άνθρωποι μπορούν νάναι οι αληθινά γνήσια χαρούμενοι, οι ειρηνικοί και ειρηνοφόροι, οι κήρυκες της μετανοίας, της αναστάσεως, της μεταμορφώσεως, της ελευθερίας, της χάριτος, της ευλογίας του Θεού στις ψυχές τους και τη ζωή τους. Η πλούσια χάρη του Θεού κάνει τον λύκο πρόβατο, λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Καμιά αμαρτία δεν υπερβαίνει την αγάπη του Θεού. Κανείς αμαρτωλός αν θέλει δεν αδυνατεί ν' αγιάσει. Μας το αποδεικνύουν οι πολλοί μετανοημένοι άγιοι του Συναξαριστή.
      Ο εξομολόγος εξομολογεί και συγχωρεί τους εξομολογούμενους με τ' άγιο πετραχήλι του. Δεν μπορεί όμως να αυτοεξομολογηθεί και να θέσει ο ίδιος το πετραχήλι του στο κεφάλι του για να συγχωρηθεί. Πρέπει απαραίτητα να σκύψει σε άλλο οπωσδήποτε πετραχήλι. Έτσι λειτουργεί ο πνευματικός νόμος, έτσι τα έθεσε η πανσοφία και η φιλευσπλαγχνία του Θεού.
       Δεν μπορεί να εξομολογούμε και να μη εξομολογούμεθα. Να διδάσκουμε και να μη πράττουμε. Να μιλάμε για μετάνοια και να μη μετανοούμε οι ίδιοι. Να μιλάμε για εξομολόγηση και να μη εξομολογούμεθα τακτικά. Ουδείς αυτοκαθαίρεται και ουδείς αυτοσυγχωρείται ποτέ. Οι ασύμβουλοι, οι ανυπάκουοι, οι ανεξομολόγητοι αποτελούν σοβαρό πρόβλημα της Εκκλησίας μας.
       Αδελφοί μου αγαπητοί, το πετραχήλι του πνευματικού δύναται να γίνει θαυματουργό νυστέρι αφαιρέσεως κακοήθων όγκων, ν' αναστήσει νεκρούς, ν' ανανεώσει και μεταμορφώσει τον άκοσμο κόσμο, να χαροποιήσει γη και ουρανό. Η Εκκλησία μας εμπιστεύ­θηκε το μέγα λειτούργημα, το ιερό υπούργημα, στους ιερείς μας και όχι στους αγγέλους, για να τους πλησιάζουμε άνετα και άφοβα ως ομοιοπαθείς και ομόσαρκους.
      Όλα τα παραπάνω, ειλικρινά και διόλου ταπεινόσχημα, ειπώθηκαν από ένα συναμαρτωλό, που δεν θέλησε να κάνει τον δάσκαλο, αλλά τον συναγωνιζόμενο συμμαθητή σας. Θέλησε από αγάπη να σας θυμίσει με απλά και άτεχνα λόγια τη ζώσα παράδοση της αγίας μητέρας μας Εκκλησίας επί του πάντοτε επίκαιρου θέματος της θεοΰφαντης και θεομακάριστης μετάνοιας και της θεοπαράδοτης και θεαγάπητης ιεράς Εξομολογήσεως.
«ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ»
ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

πηγή

Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2013

Παραλληλισμοί μεταξύ γάμου και μοναχισμού



Αρχιμ. Σωφρονίου(Σαχάρωφ)
Δεν μπορώ να πω ότι χρειάστηκε να περάσω από την εμπειρία της «αποταγής», όταν αποφάσισα να ακολουθήσω τον μοναχισμό. Όταν άφηνα τον «κόσμο», δεν δοκίμασα εσωτερική πάλη με τον εαυτό μου, δηλαδή δυσκολία να αρνηθώ κάτι που με τραβούσε στην κοσμική ζωή.

Τίποτε δεν απέρριπτα ούτε υποτιμούσα. Πήγα στο μοναστήρι, γιατί μου ήταν πνευματικά απαραίτητο να βρω μια τέτοια μορφή ζωής, στην οποία θα μπορούσα να δοθώ στον Θεό ολοκληρωτικά, δηλαδή με όλες τις σκέψεις, όλη την καρδιά, όλες τις φυσικές και ψυχικές δυνάμεις του είναι μου. Ωστόσο, αυτό δεν απέκλεισε κάποια περίοδο οδυνηρής πάλης ανάμεσα στην προσευχή και την εμπαθή αγάπη μου προς τη ζωγραφική. Η τέχνη ήταν για μένα η οδός προς τη γνώση του είναι. Έτσι αντιλαμβανόμουν την τέχνη, έτσι την ζούσα· με διεκδικούσε ολόκληρο, ακόμη και περισσότερο από «ολόκληρο». Χωρίς την πλήρη παράδοση του εαυτού μας στην τέχνη, αυτή δεν γίνεται ποτέ γνήσια, δηλαδή δεν μπορεί να οδηγήσει τον θεράποντά της πέρα από τα όρια του χρόνου και του χώρου. Αυθεντικά καλλιτεχνικό έργο είναι μόνο εκείνο, που φέρει μέσα του στοιχεία του αιωνίου· έξω από αυτό παραμένει μόνο «διακοσμητικό» αντικείμενο των σπιτιών μας. Η σκέψη για το αιώνιο με συνόδευε από τα παιδικά μου χρόνια. Η προσευχή, βαθαίνοντας μέσα μου, με οδηγούσε με μεγαλύτερη δύναμη στην ψηλάφηση της αιωνιότητας. Και αύτη νίκησε.
Αργότερα ο μοναχισμός έθεσε το πρόβλημα του «προσώπου». Γνωρίζουμε από την παγκόσμια λογοτεχνία ότι η ένωση δύο προσώπων στον γάμο, όταν αύτη φέρει περισσότερο ή λιγότερο τέλειο χαρακτήρα προσωπικής αγάπης, δίνει στους ανθρώπους την εμπειρία κάποιας «αιωνιότητας», δηλαδή εξωχρονικότητας διανοίξεως πέρα από το στενό πλαίσιο της ατομικής υπάρξεως. Όσοι πέρασαν από την εμπειρία αυτή δοκίμασαν ενθουσιασμό, θαυμασμό. Από αυτό κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο γάμος είναι «μυστήριο» καθεαυτό: υπερνίκηση του εγωισμού, συνένωση των δύο σε «ενότητα». Έτσι, ένας θεολόγος στο Παρίσι έφθασε και ως το σημείο να ισχυρίζεται ότι, έξω από την εμπειρία αυτού του είδους, είναι αδύνατον να συλλάβει κάποιος το δόγμα για την ενότητα της Αγίας Τριάδος.
Δεν ισχυρίζομαι καθόλου ότι τα γνωρίζω όλα. Εξαιτίας των συνθηκών της επίγειας υπάρξεώς μας, κανένας δεν μπορεί να τα βιώσει «όλα» στην προσωπική του ζωή. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την αναγκαιότητα επιλογής αποφάσεως, οπωσδήποτε κατηγορηματικής. Σε αυτό μάς βοηθά τόσο η παρατήρηση της ζωής των ανθρώπων που μάς περιβάλλουν και που στη συντριπτική πλειονότητα τους φέρουν μέσα τους τη σφραγίδα του κενού, της απογοητεύσεως, όσο και η διείσδυση στα γεγονότα του είναι μέσω της προσευχής. Είναι αδύνατον να αποσπάσουμε από την ψυχή την ελπίδα σε κάτι καλύτερο γι’ αυτή την ίδια. Με τη φαντασία σχεδιάζουμε θαυμάσιο πίνακα αρμονικού γάμου. Στην περίπτωσή μου όμως νίκησε η προσευχή. Σε αυτή διανοίγεται το «πρόσωπο» ασυγκρίτως βαθύτερα από όσο στη συνένωση δύο αγαπημένων προσώπων. Η προσευχή πρόσωπο με Πρόσωπο του Θεού εισάγει το πνεύμα του ανθρώπου στη γεμάτη από ιδιαίτερη αγάπη και θαυμαστή ειρήνη περιοχή του Ακτίστου Φωτός. Επίσης η προσευχή για όλο τον κόσμο, για όλη την ανθρωπότητα, μας αποκαλύπτει νέες σφαίρες του είναι. Την εμπειρία αυτή δεν την παρέχει ο γάμος.
Κάθε γνήσια ανθρώπινη συνάντηση αντανακλά μέσα της την ομορφιά της κοσμικής ζωής. Ο κάθε άνθρωπος περιμένει από μας την πληρότητα της προσοχής μας απέναντί του. Παρ’ όλη όμως τη χαρά που προσελκύει η συνάντηση με ζωντανό πρόσωπο, στην προσευχή για όλο τον κόσμο η ψυχή διαβλέπει το μεγαλείο της πάγκοινης πραγματικότητος και δεν μπορεί πλέον να αφήσει τους ορίζοντες που διανοίχθηκαν μπροστά της. Είναι υπέροχο πράγμα να αγαπάς κάποιο πολύτιμο για σένα πρόσωπο. Αλλά να προσεύχεσαι είναι κάτι περισσότερο. Για να επιτύχουμε την αδιάλειπτη προσευχή, για την οποία μάς δόθηκε εντολή (βλ. Εφεσ. 6,18· Α’ Θεσ. 5,17), είναι απαραίτητο να οργανώσουμε τη ζωή μας με τέτοιον τρόπο, ώστε όλη αυτή να γίνει ενιαία, αδιάλειπτη πράξη παραστάσεως ενώπιον του Μεγάλου Θεού με επίκεντρο την τέλεση της Θείας Λειτουργίας. Η ιστορική πείρα κατέδειξε ότι ο καλύτερος τρόπος για τον άγιο αυτό σκοπό είναι ο μοναχισμός. Η απουσία ευθυνών για την προστασία οποιουδήποτε, είτε πρόκειται για γυναίκα είτε για παιδιά και τα όμοια, δίνει στον μοναχό την ελευθερία να διακινδυνεύσει όλη τη ζωή του στον αγώνα της νηστείας, της αγρυπνίας, της λήθης για τις φυσικές ανάγκες του: διατροφής, ενδυμασίας, ανέσεων κλπ. Ο νους του μοναχού είναι ελεύθερος να παραμείνει απερίσπαστα στη μνήμη του Θεού. Κινείται φυσιολογικά στη σφαίρα της καθαρής προσευχής. Δοκιμάζει την επαφή με τη ζώσα αιωνιότητα. Κατοπτεύει το Άκτιστο Φως, που εκπορεύεται από το Πρόσωπο του Θεού. Αναπνέει το άρωμα της Αγάπης, που κατέρχεται άνωθεν.
Όταν μετά από πραγματικά ευλογημένο γάμο -όχι σύντομο ούτε απλώς σαρκικό, αλλά με βαθειά προσωπική αγάπη-, κάποιος από τους συζύγους πεθαίνει αφήνοντας τον άλλο μόνο, τότε αυτός που μένει αισθάνεται τον εαυτό του χαμένο, διαλυμένο, «μισό». Ο κόσμος γι’ αυτόν αδειάζει. Και μόνο μερικοί με φλογερή προσευχή υπερνίκησαν τη μοναξιά τους, βγήκαν στην ελευθερία για καλύτερη ανάβαση προς τον ουρανό. Συνεπώς, ο γάμος, ακόμη και στην καλύτερή του μορφή, ενέχει τον κίνδυνο της στενώσεως της ανθρωπινής προσωπικότητος. Ο μοναχισμός προφυλάσσει από παρόμοια υποβάθμιση. Η ακατάπαυστη στροφή προς τον Ουράνιο Πατέρα, χωρίς την ανάγκη για επικοινωνία στα χαμηλότερα επίπεδα της υπάρξεώς μας, πλαταίνει την καρδιά του μοναχού για την πρόσληψη της κοσμικής ζωής, που δεν μπορεί να του αφαιρεθεί με τον φυσικό θάνατο. Το πρόσωπό του αναπτύσσεται και προσλαμβάνει χαρακτήρα χριστοειδούς παγκοσμιότητας. Στον μοναχό δίνεται άνωθεν να αισθανθεί τους λόγους του Κυρίου, την ανταύγεια του Άναρχου Είναι. Ο ίδιος ο Πατέρας έδωσε τους λόγους στον Υιό Του, και ο Υιός τους μετέδωσε στους ανθρώπους.
(Αρχιμ. Σωφρονίου(Σαχάρωφ), «Το Μυστήριο της χριστιανικής ζωής», σ.395-398. Έκδοση Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου-Έσσεξ)

Πέμπτη 23 Αυγούστου 2012

Ο Άγ.Κοσμάς ο Αιτωλός μιλά για το γάμο και την οικογένεια


Ισότητα άνδρα καί γυναίκας.
"Οταν έκαμεν ό Θεός τον άνδρα, γυναίκα εις τον κόσμον δεν ήτον. Εκβαλεν ό πανάγαθος Θεός μίαν πλευράν από τον άνδρα καί έκαμε μίαν γυναίκα... "Ισια την έκαμεν ό Θεός την γυναίκα με τον άνδρα, όχι κατωτέραν. (Α2, 1η 131, 5η 67).
"Ετσι καί εσύ, Χριστιανέ, πρέπει να την χαίρεσαι την γυναίκα σου καί να την αγαπάς ωσάν σύντροφόν σου καί να μην ιήν στοχάζεσαι ωσάν σκλάβαν σου. Διατί καί αυτή πλάσμα Θεού είναι ωσάν καί εσύ. Τον Θεόν Πατέρα τον λέγεις καί εσύ, Πατέρα τον Λέγει καί αυτή. Μίαν Πίστιν έχετε καί οί δύο, ένα Βάπτισμα, ένα Εύαγγέλιον, μίαν άγίαν Κοινωνίαν, έναν Παράδεισον έχετε να απολαύσετε. Δεν την έχει ό Θεός κατώτερην από εσένα, δια τοΰτο δεν την έκαμεν από τα ποδάρια, δια να μη την καταφρονά ό άνδρας, άλλ' ούτε πάλιν την έκαμεν από το κεφάλι, δια να μην καταφρονά αυτή τον άνδρα, αλλά την έκαμεν από την πλευράν, ήγουν από την μέσην, δια να την έχη σύντροφόν του καί της εμφύσησε καί ιδίαν ψυχήν, ωσάν καί του ανδρός, καί υστέρα ώνόμασε του άνδρα Αδάμ καί την γυναίκα Εύα. (Α2, 1η 164, 5η 100).


. Ό ευλογημένος γάμος.
Να χαίρεστε καί να εύφραίνεσθε χιλιάδες φορές οί παντρεμένες τίμια. Εις τα πολλά καλά, οπού σας έχάρισεν ό πανάγαθος Θεός, σας έχάρισε καί ευλογημένου γάμον. Να κλαίετε δια τους άσεβεΐς καί απίστους- ανάμεσα είς τα πολλά κακά οπού έχουν, έχουν καί καταφρονεμένον γάμον. (Β1, 1η 194, 5η 130).
"Ακουσε, παιδί μου, όταν θέλης να ύπανδρευθής, να ζήτησης πρώτον γυναίκα να μην είναι από συγγένεια σου, οπού το εμποδίζει ό Νόμος της Εκκλησίας• δεύτερον να έχη τον φόβον του Θεού εις την ψυχήν της- καί τρίτον να είναι στολισμένη με την έντροπήν. Επήρες γυναίκα πτωχή; Επήρες σκλάβα. Επήρες γυναίκα πλούσια; "Εγινες εσύ σκλάβος, επήρες ραβδί της κεφαλής σου.
Πρώτον να έξομολογάστε καί να στεφανώνεστε εις την Έκκλησίαν. (Β1, 1η 195,5η 131).
Καί έρωτα ό παπάς τον γαμπρόν: Θέλεις, Ιωάννη, την Μαρία δια γυναίκα σου; Άνίσως καί ειπή: Την θέλω, του δίνει την λαμπάδα. Όμοίως ρωτά καί την νύμφη: Θέλεις εσύ, Μαρία, τον Ίωάννην δια άνδρα; Άνίσως καί τον θέλη, δεν ομιλεί, μόνον σκύφτει την κεφαλήν της. Είδε καί δεν τον θέλει καί είναι χωρίς το θέλημα της, φωνάζει: Δεν τον θέλω. Καί ωσάν εΐπή πώς δεν τον θέλει, ό παπάς να μη βάλη χέρι να τους στεφάνωση, διατί κολάζονται. "Αν είναι με το θέλημα καί των δύο, έτότες να τους στεφάνωση, καί έπειτα από το στεφάνωμα να τους μεταλαμβάνη τα "Αχραντα Μυστήρια, καί άνίσως καί έχουν κανένα εμποδίον, ας τους κοινωνήση το κοινόν ποτήριον. "Υστερα τους παίρνουν ψάλλοντας καί πηγαίνοντας εις το σπίτι κάνει δέησιν ό παπάς, ευλογεί την τράπεζαν καί φεύγει.
Καί ωσάν άπεράσουν τρεις ήμερες, έτότες να σμίγετε το ανδρόγυνο καί να φυλάγεστε τές Κυριακές, Εορτές, με εύγένειαν ωσάν Χριστιανοί. Δεν εδωσεν ό Θεός την γυναίκα δια πορνείαν, αλλά δια παιδία. Καί εσύ ό άνδρας να φεύγης την ξένην γυναίκα, καθώς φεύγεις το φίδι. Καί όχι μόνον την ξένην γυναίκα, αλλά είναι καιρός να φεύγης καί την έδικήν σου. "Ετυχε ή γυναίκα σου καί έχει συνήθεια ή έγγαστρώθη, πρέπει να φυλάγεσαι. "Η έγέννησε καί δεν έσαράντισε, δεν έκαθαρίστηκε. Καί εάν θέλης να σμίξης με την γυναίκα σου, πάρε παράδειγμα- ρώτησε του γεωργόν να ίδής πόσες φορές σπέρνει το χωράφι: τον χρόνον μίαν φοράν καί το αφήνει ως οπού γίνεται καί τότες το θερίζει καί υστέρα πάλιν ωσάν θέλη το ματασπέρνει. Όμοίως καί εσύ, αδελφέ μου, έσμιξες με την γυναίκα σου, έγγαστρώθηκε; Αναχώρησε έως οπού να γέννηση, να σαραντίση, να καθαριστή καί τότες σπέρνεις καί άλλο. Καί κάμε σαράντα, πενήντα παιδιά.
"Ηθελα να σας ειπώ έναν λόγον, μα είναι αισχρός κομμάτι καί θέλετε να με κατηγορήσετε. Δεν βλέπετε τα ζώα οπού σμίγουν έως να έγγαστρώθη το θηλυκόν καί ωσάν γέννηση έτότες ματασμίγουν; Καί εμείς οί άνθρωποι δεν το ντρεπόμαστε να είμαστε χειρότεροι καί από τα ζώα; Μα πάλιν δεν ήμπορείς να το κάμνης αυτό, σου πέφτει βαρύ; Κάμε άλλο, ταπεινώσου καί είπε πώς είσαι ανάξιος, αμαρτωλός καί χειρότερος από τα ζώα, κατηγόρησε του Λόγου σου καί έτσι ημπορεί να σε σπλαγχνισθή ό Θεός, να σε σώση. Άμή να κόμης την άμαρτίαν, να καυχάσαι, να λέγης πώς είσαι καί άγιος, γίνεται τούτο να είναι;
Τότε εύλογεί ό Θεός τον άνδρα καί την γυναίκα καί τα παιδιά σας καί δεν σας κολλά κανένα πράγμα μήτε μποδέματα, μήτε γητεύματα, μήτε κανένα κακόν. Έτσι άπερνάτε καί εδώ καλά καί πηγαίνετε καί εις τον Παράδεισον να χαίρεστε πάντοτε. Καί πλέον έξουσίαν δεν έχετε να χωρίζεσθε καί μόνον ό θάνατος καί ή πορνεία σας χωρίζει... (Β1, 1η 198, 5η 134).

Για το ανδρόγυνο: «αλλήλων τα βάρη βαστάζετε» (Γαλάτ. 6, 2).
"Αλλο καλύτερον δεν είναι εις την γυναίκα ωσάν οπού να έχη ϋπομονήν καί ταπείνωσιν. Καί, αν τύχη καί έχη κακόν άνδρα, να ύπομένη καί να ευχαριστά τον Θεόν περισσότερον από τές άλλες, διατί έχει μισθόν πολύν εις την ψυχήν της καί πάντα με γλυκά λόγια να τον παρήγορη καί να στοχάζεται πώς καί αυτός αγανακτεί καί κινδυνεύει την ζωήν ήμέραν καί νύκτα, δια να την φύλαξη. Καί αν έχη καί ό άνδρας κανένα ελάττωμα, να τον ύποφέρη καί να μην τον πικραίνη, άνθρωπος είναι καί αυτός, δεν είναι άγγελος. Καί να ένθυμαται πάντα τές καλωσύνες του καί να συλλογίζεται (Α2, 1η 169, 5η 105) καί τές εδικές της κακωσύνες. Όμοίως καί εσύ ό άνδρας, όταν σου τύχη κακή γυναίκα, πρέπει να ύπομένης καί να ευχάριστος τον Θεόν, διατί έχεις μισθόν μεγάλον εϊς την ψυχήν σου καί, αν σου πταίση καμμίαν φοράν, μη την συνερίζεσαι καί στοχάσου καί τές καλωσύνες της. Ακόμη συλλογίσου καί τα εδικά σου τα ελαττώματα.
Πάλιν εσύ, γυναίκα, έχεις περισσότερον χρέος από τον άνδρα να άνατρέφης τα παιδιά σου καί να τα νουθετάς εις τα καλά έργα. (Α2, 1η 170, 5η 106).

Γονείς καί παιδιά.
"Ενα δένδρο, ωσάν το κόψης, ευθύς ξεραίνονται τα κλαριά, άμή ωσάν ποτίζης την ρίζαν, στέκονται δροσερά τα κλωνάρια. Όμοίως εϊστενε καί οί γονείς ωσάν το δένδρο καί όταν ποτίζεται ό πατέρας καί ή μητέρα, οπού εϊστενε ή ρίζα των παιδιών, με νηστείες, προσευχές, ελεημοσύνες, με καλά έργα, φυλάγει ό Θεός τα παιδιά σας. Ωσάν ξεραίνεστε οί γονείς με τές αμαρτίες, θανατώνει ό Θεός τα παιδιά σας καί σάς βάνει εις την κόλασιν μαζί τους.
Είναι μια μηλιά καί κάνει ξινά μήλα. Έμείς τώρα τί πρέπει να κατηγορήσωμε, τη μηλιά ή τα μήλα; Τη μηλιά. Λοιπόν κάμνετε καλά έσεϊς οί γονείς, οπού εϊστενε ή μηλιά, να γίνωνται καί τα μήλα γλυκά.


 Δεν είναι κατάρα ή ακουσία άτεκνία, ούτε λόγος διαζυγίου.
Ακόμη να προσέχετε οί άνδρες να μη κοιτάζετε τές γυναίκες σας με άγριον μάτι δια πολλές αιτίες, μάλιστα πώς δεν κάνουν παιδιά καί λέγετε τάχα πώς έχετε κατάραν. Ακούσατε να σας ειπώ: τον πάλαιαν καιρόν ό Διάβολος έβαλε σκοπόν να χαλάση τον κόσμον καί έβανε μίσος εις τα ανδρόγυνα, για να μη κάνουν παιδιά να αύξηση ό κόσμος, καί έτσι οί άνθρωποι δεν έκαναν παιδιά, άλλ' ούτε
έφρόντιζαν δια να ύπανδρεύωνται καί έκινδύνευε να σωθή ό κόσμος. Τότε ό Θεός, θέτοντας να λείψη αυτό το διαβολικού κακόν, έπρόσταξεν ότι οποίος δεν κάμη παιδιά εϊναι κατηραμένος. Δια τούτο καί μόνον τον είπεν ό Θεός αυτόν τον λόγον, δια να χαλάση (Α2, 1η 156, 5η 92) τον σκοπόν του κατηραμένου Διαβόλου. Λοιπόν τώρα δεν έχετε κατάρα όσοι δεν κάνετε παιδιά καί μη λυπασθε, αλλά χαίρεσθε, όπου γίνεται το θέλημα του Θεοΰ καί όχι το έδικόν σας καί μάλιστα εκείνοι οπού έχουν παιδιά είναι σκλάβοι καί κατά την ψυχήν καί κατά το σώμα. Καί να φυλάγεσθε να μη κάμετε ωσάν κάποιοι ανόητοι καί τρελλοί, οπού δια να μην έγέννησαν παιδιά οί γυναίκες τους, τές έχώρισαν καί επήραν άλλες. Ό Διάβολος θέλει να χωρίζωνται τα ανδρόγυνα καί όχι ό Θεός. "Ετσι λέγει καί ό Νόμος: Κανένα άλλο αίτιον δεν τους χωρίζει έξω αν ξεπέσουν είς πορνείαν. Καί οποίος δια άλλο αίτιον χωρίζει την γυναίκα του καί πάρη άλλην έχει να κριθή ως μοιχός, χειρότερος από τον πόρνον, καί θέλει πηγαίνει είς την Κόλασιν.

Οικογενειακό Εικονοστάσι καί αγωγή παιδιών. 
Να κάμης μίαν εικόνα του Χριστού, της Παναγίας, του Προδρόμου, να έχη καί τον "Αγιον του παιδιού σου καί όταν το παιδί σου σηκώνεται από τον ϋπνον να σου γυρεύη ψωμί, μην του δίνης, μόνο να πάρης το ψωμί, να το βάλής ομπρός εις την εικόνα του Χρίστου καί νά του εΐπής: Εγώ, παιδί μου, δεν έχω ψωμί, ό Χριστός έχει. Σήκω να κάμης το Σταυρό σου να παρακαλέσωμε τον "Αγιον σου να παρακάλεση τον Χριστόν να σου το δώση. Καί έτσι το παιδίον παρακινεϊται δια την άγάπην του ψωμιού καί ευθύς οπού ξυπνά, τον "Αγιόν του Βλέπει. Βλέποντας τότε ό Διάβολος το παιδίον πώς έχει την ελπίδα του είς τον Χριστόν καί εις τον "Αγιόν του, κατακαίεται καί φεύγει. Κι έτσι να συνηθίζετε τα παιδιά σας, να τα παιδεύετε από μικρά, δια να συνηθίζουν είς τον καλόν δρόμον. (Β1, 1η 187, 5η 123).



πηγή