.

ΠΕΡΙ ΓΑΜOY MAΡΤΥΡΙΕΣ (και όχι μόνο)

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κατηχητικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κατηχητικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 3 Ιουλίου 2017

Γάμος καὶ οἰκογένεια



Γέρων Ἰωσήφ Βατοπαιδινός
1. Ποιὰ εἶναι ἡ ἔννοια τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου;

«Τὸ μυστήριον τοῦτο μέγα ἐστι ἐγὼ δὲ λέγω εἰς Χριστὸν καὶ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν» (Ἐφ. 5,32). Στὴ φράση αὐτὴ ὁ ἀπ. Παῦλος παραλληλίζει τὴ σχέση ἄνδρα-γυναίκας, ποὺ ὑπάρχει στὸ γάμο, μὲ τὴ σχέση Χριστοῦ-Ἐκκλησίας. Ὅπως ὁ Κύριός μας -ὡς κεφαλή-, ἕνωσε τὸν ἑαυτό του μὲ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἀποτελοῦν ἕνα σῶμα -ἂν καὶ ἡ τελευταία ἀποτελεῖται ἀπὸ πολλὰ μέλη-, ἔτσι καὶ στὸ γάμο ἡ νόμιμη ἕνωση τῶν δύο μερῶν -ἄνδρα καὶ γυναίκας-, ἀποτελεῖ ἕνα• μία φύση ὅπως κατασκευάσθηκε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας.

  Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς μετὰ τὴ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου ὁμολογεῖ «ὅτι οὐ καλὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον μόνον» (Γέν. 2,18). Ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ σώματος παίρνει μέρος ὁ Θεὸς ὁμοούσιο καὶ ὁμοφυὲς καὶ κατασκευάζει αὐτὸ ποὺ ἔλειπε. Μέσα στὸ σχέδιο τῆς δημιουργίας τὸ πλῆθος θὰ ἀντικαθιστοῦσε τὴ μονάδα. Ἡ ἀνθρώπινη φύση θὰ γινόταν «μυριυπόστατος», δηλαδὴ μὲ πολλὲς ὑποστάσεις ἢ πρόσωπα.

Ὅπως ἡ λέξη «Ἐκκλησία» εἶναι σὲ ἑνικὸ ἀριθμὸ καὶ ὅμως περιλαμβάνει πλῆθος μελῶν, ἔτσι καὶ ἡ λέξη «ἄνθρωπος» -ἂν καὶ εἶναι σὲ ἑνικὸ ἀριθμό-, περιέχει τὸ στοιχεῖο τῆς κοινωνίας τῶν περισσοτέρων. Ὁ Χριστὸς -ὡς κεφαλή-, εἶναι ἑνωμένος μὲ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀποτελοῦν ἕνα. Ὁ ἄνδρας, ὡς κεφαλὴ τῆς γυναίκας εἶναι ἑνωμένος σὲ ἕνα σῶμα μὲ αὐτήν, καὶ «ἄρα οὐκέτι εἰσὶ δύο» ἀλλὰ «ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν» (Ματθ. 19,5-6). Στὴν ἑνότητα αὐτή, ποὺ δὲν εἶναι φυσική, κρύβεται τὸ μυστήριο.



2. Πῶς θὰ γίνει κατορθωτὴ αὐτὴ ἡ ἑνότητα;

Α. Προσοχὴ στὴν ἐκλογή.

Ὅπως στὴν κοινωνική μας ζωὴ μετὰ ἀπὸ δοκιμὴ καὶ πείρα ἐπιλέγουμε τὸ συμφέρον μας καὶ προσέχουμε νὰ μὴν παρασυρθοῦμε ἢ παραπλανηθοῦμε καὶ στὸ σοβαρότατο καὶ ἀμετάβλητο μυστήριο τοῦ γάμου ἐπιβάλλεται ἡ κατάλληλη προσοχή.

Οὔτε οἱ ἀξίες, οὔτε ὁ πλοῦτος, οὔτε τὰ φανταστικὰ ὄνειρα, οὔτε καὶ ἡ πρόκληση τῆς μορφῆς τοῦ προσώπου πρέπει νὰ μᾶς δελεάζουν στὴν ἐκλογὴ τοῦ συντρόφου τῆς ζωῆς, ἂν κατ’ ἀρχὴν δὲν ἀποδειχτεῖ ἡ συμφωνία, ἡ ὁμογνωμία καὶ ἡ ἀποδοχὴ τῶν ὅρων καὶ κανόνων τῆς γνήσιας συζυγίας. Καὶ οἱ δύο μελλόνυμφοι πρέπει νὰ πιστεύουν στὴν ἀξία τῆς πατρότητας καὶ μητρότητας, χάριν τῶν ὁποίων καὶ ἐμεῖς ὑπάρχουμε. Ἐὰν οἱ δικοί μας γονεῖς ἀδιαφοροῦσαν γιὰ τὴν παιδοποιία, θὰ ὑπήρχαμε ἐμεῖς σήμερα;

Β. «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους».

Τὸ μέσο τῆς ἑνώσεως τῶν πολλῶν σὲ ἕνα εἶναι ἡ ἀγάπη, ποὺ καὶ αὐτὸ ὡς μυστήριο εἶναι σχεδὸν ἀνέκφραστο. Ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός. «Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστὶ» (Α’ Ἰω. 4,8). Ὁ Θεὸς δὲν ἔχει ἀγάπη σὰν ἕνα ἁπλὸ χαρακτηριστικὸ γνώρισμα. Εἶναι αὐτούσια ἀγάπη, ἡ ὁποία «οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς», «οὐ λογίζεται τὸ κακόν», «οὐκ ἀσχημονεῖ», τὰ πάντα συνδέει καὶ προνοεῖ, «πάντα στέγει» καὶ δικαίως οὐδέποτε ἐκπίπτει ἢ ἀδρανεῖ, ἢ ἐκλείπει, ἢ ἀδυνατεῖ.

Ὁ νόμος ὁλοκληρώνεται μὲ τὸ «ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν». Γι’ αὐτὸ ἡ Γραφὴ διατάσσει: «Ἐὰν προληφθῆ ἄνθρωπος ἐν τινι παραπτώματι, ὑμεῖς οἱ πνευματικοὶ (δηλ. οἱ φορεῖς τῆς ἀγάπης), καταρτίζετε τὸν τοιοῦτον» (Γαλ. 6,1) καὶ «ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ» (Γαλ. 6,2).

Ἐὰν θέλουμε νὰ περιπατοῦμε «ἀξίως τῆς κλήσεώς» μας θὰ τὸ πετύχουμε μὲ ταπεινοφροσύνη καὶ πραότητα «ἀνεχόμενοι ἀλλήλους» μὲ ἀγάπη. Γίνεσθε μεταξὺ σας «χρηστοί, εὔσπλαχνοι, χαριζόμενοι ἑαυτοῖς» (Ἐφεσ. 4,32), ὑποτασσόμενοι μεταξὺ σας μὲ φόβο Θεοῦ.

Τὴν ἰδιοτέλεια, τὸ μεγαλύτερο ἀποτέλεσμα τῆς πτώσεώς μας, μόνον ἡ ἀγάπη μπορεῖ νὰ τὴ συντρίψει καὶ νὰ τὴ μεταστρέψει σὲ ἀνιδιοτέλεια. «Μηδεὶς τὸ ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλὰ τὸ τοῦ ἑτέρου» (Α’ Κορ. 10,24), «πάντα ὑμῶν ἐν ἀγάπῃ γινέσθω» (Α’ Κορ. 16,14) καὶ τὸ σπουδαιότερο «ἐντέλλομαι ὑμῖν ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» (Ἰω. 15,17).

Αὐτὴ ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ ἀπαραίτητος κανόνας καὶ νόμος τῆς ζωῆς, τῆς ἑνότητας, τῆς ἁρμονίας, ποὺ καταλήγει στὸ Θεό, γίνεται ὅπως εἶναι ὁ Θεός, ἀθάνατος καὶ ἀΐδιος. Μέσω αὐτῆς ἐπιτυγχάνουμε τὴν ἁρμονία τοῦ γάμου ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωὴ ὥς τὴν αἰωνιότητα ἀφοῦ ὁ Θεός, ἡ παναγάπη, ἀποκαλύπτει ὅτι «ἐγὼ ζῶ καὶ ὑμεῖς ζήσεσθε» (Ἰω. 14,19) καὶ «ὅπου εἰμὶ ἐγώ, ἐκεῖ καὶ ὁ διάκονος ὁ ἐμὸς ἔσται» (Ἰω. 12,26). Ποιὸς εἶναι ὁ δικός του διάκονος παρὰ ὁ ὑπηρέτης τῆς ἀγάπης, ποὺ ὄχι μόνο ὑπηρετεῖ ἀνιδιοτελῶς, ἀλλὰ καὶ τὴν ἴδια τὴν ψυχὴ του πρόθυμα διαθέτει, ἂν ἡ ἀνάγκη τὸ ἀπαιτεῖ, γιὰ τὴ ζωὴ τῶν ἄλλων;

Δὲν εὐσταθοῦν οἱ προφάσεις τῆς δῆθεν ἰδιαιτερότητας τῶν χαρακτήρων ἢ τῶν συνηθειῶν καὶ τῆς ἐπιρροῆς τοῦ περιβάλλοντος, οὔτε καὶ αὐτῆς τῆς κληρονομικότητας. Ἡ συγκατάβαση τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου, τοῦ Κυρίου μας, ἀνέπλασε καὶ μεταμόρφωσε ὅλη τὴ μεταπτωτική μας διαστροφὴ καὶ μᾶς πρόσθεσε ἐξουσία νὰ πατοῦμε «ἐπὶ ὄφεων καὶ σκορπίων καὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ» (Λουκ. 10,19 ). «Πάντα ἰσχύομεν ἐν τῷ ἐνδυναμούντι ἡμᾶς Χριστῷ» (Φιλ. 4,13 ). Αὐτὸ τὸ μαρτυροῦν οἱ δεδικαιωμένοι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ ποὺ ὑπερέβησαν τὸν νόμο τῆς φθορᾶς καὶ τῆς διαστροφῆς.

Γ. «Οἱ ἄνδρες ἀγαπᾶτε τὰς γυναῖκας ἑαυτῶν».

Στὴ συζυγία ἡ ἀγάπη ἐπιβάλλεται καὶ γιὰ ἕνα ἀκόμη λόγο, ἂς ποῦμε καλύτερα ἀπὸ κάποια ἰδιαιτερότητα. Αὐτὸς εἶναι ἡ φύση τῆς γυναίκας, ποὺ ἀποδεικνύεται ὅτι εἶναι γέννημα καὶ προϊὸν ἀγάπης (δημιουργήθηκε ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Ἀδὰμ ποὺ ἦταν κοντὰ στὸ μέρος τῆς καρδιᾶς) καὶ ἑπομένως δὲν ἰσορροπεῖ, ὅταν τὴ στερεῖται. Ἡ ἴδια πηγάζει ἀγάπη μέσω τῆς μητρότητάς της καὶ δίκαια ἀπαιτεῖ νὰ ἀγαπᾶται, ἀφοῦ καὶ ἡ ἴδια κατὰ φύση καὶ θέση ἀγαπᾶ.

Ἡ ἱστορία καὶ τὰ πράγματα μαρτυροῦν ὅτι ἂν οἱ σύζυγοι θέλουν νὰ πετύχουν τὴν ἁρμονία καὶ τὴν ὁμαλότητα μεταξύ τους, πρέπει νὰ ὑπάρχει μόνιμα μεταξύ τους ἡ ἀγάπη· εἰδικὰ ὅμως τοῦ ἄνδρα πρὸς τὴ γυναίκα του. Αὐτὸ ἀκριβῶς ἔκανε καὶ ὁ Χριστὸς πρὸς τὴν Ἐκκλησία του. Παρέδωσε τὸν ἑαυτό του γιὰ νὰ τὴν καταστήσει ἔνδοξη.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, αὐτὸς ὁ μέγιστος Ἱεράρχης, προκαλεῖ τὸν ἄνδρα νὰ μὴν κουράζεται νὰ δείχνει στὴ σύζυγό του τὴν ἀγάπη του καὶ ὅτι ὅλη ἡ θέληση καὶ ἡ προσπάθειά του εἶναι ἡ εὐτυχία της.

Αὐτό, δυστυχῶς, πολὺ ἀπουσιάζει σήμερα καὶ τὰ ἀποτελέσματα εἶναι ἀπελπιστικά. Ἡ σημασία καὶ ἡ φύση τῆς συζυγίας παραχαράχθηκε ἀπὸ τὴν ἐπίδραση τοῦ εὐρωπαϊκοῦ κυκεώνα, ποὺ τίποτε δὲ σεβάστηκε ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη προσωπικότητα καὶ τὶς πνευματικὲς καὶ ἠθικὲς ἀξίες, ποὺ οἱ προγονοί μας μὲ αὐτοθυσία κράτησαν.

Ἐπειδὴ ἡ αὔξηση τῶν ἀνθρώπων γίνεται μὲ τὴ νόμιμη συζυγία μὲ λύσσα ὁ ἀδίστακτος ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου, ὁ διάβολος, προσπαθεῖ νὰ διαλύσει τὰ ἤθη καὶ νὰ καταλύσει τὸ δεσμὸ τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἑνότητας. Τὸ τόσο σοβαρὸ θέμα τοῦ γάμου δὲν πρέπει νὰ παραμεληθεῖ μὲ τὶς παραχαράξεις τοῦ ἔνοχου καὶ ἀνώμαλου βίου γιὰ νὰ μὴν ἀκούσουμε καὶ ἐμεῖς, ὅπως οἱ παλαιοὶ ἀποστάτες τῶν ἠθικῶν ἀξιῶν, ποὺ ἀποκήρυξε ὁ Θεός: «οὐ μὴ καταμείνει τὸ πνεῦμα μου ἐν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρκας» (Γεν. 6,3). Καὶ ἐπέφερε τὸν κατακλυσμὸ γιὰ νὰ τιμωρήσει τὴν ἀποστασία.

Ὁ σύζυγος γιὰ νὰ πετύχει εὔκολα αὐτὸ τὸ ρόλο -ἀνάλογα μὲ τὶς περιστάσεις-, θὰ πρέπει νὰ φέρεται στὴ σύζυγό του ἄλλοτε σὰν πατέρας, ἄλλοτε σὰν ἀδελφός, ἄλλοτε σὰν φίλος καὶ πάντοτε σὰν ἄνδρας της. Ἂν τὸ κάνει αὐτὸ θὰ πετύχει τὴν ἀτάραχη καὶ ἁρμονικὴ διάθεση τῆς συζύγου, ποὺ ἐνῶ σὲ πολλὰ σημεῖα εἶναι περισσότερο φιλότιμη καὶ ἔχει αὐτοθυσία, σὲ μερικὰ μικρῆς σημασίας συμβάντα ἀποθαρρύνεται καὶ μικροψυχεῖ.

Δὲν εἶναι ὑπερβολὴ οὔτε προσποίηση ἡ ἐκδήλωση ἀγάπης τοῦ συζύγου πρὸς τὴ γυναίκα του, ἀφοῦ μόνο στὴ νόμιμη συζυγία μπορεῖ νὰ ἐκδηλωθεῖ ἡ γνήσια καὶ πραγματικὴ ἀγάπη, ἐφ’ ὅσον «ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν». Καμιὰ ἄλλη ἐκδήλωση τρυφερότητας καὶ συμπάθειας δὲν μπορεῖ νὰ παραλληλισθεῖ μὲ τὸ «ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν» τῆς νόμιμης συζυγίας ἀπὸ τὴν ὁποία προέρχεται ἡ καταβολὴ τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς. Ἄλλωστε καὶ ἡ περιγραφὴ τοῦ γυναικείου φύλου, ποὺ εἶναι καὶ τὸ ἀσθενὲς μέρος, ἀπαιτεῖ τὴν πρακτική του συμπλήρωση ἀπὸ τὴν ἀνδρικὴ ἀγάπη καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος τῆς ζήλειας ποὺ πλεονάζει στὴ γυναίκα. Ὁ καλύτερος τρόπος δαμασμοῦ τῆς γυναικείας ζήλειας εἶναι πρακτικὰ ἡ γνήσια καὶ ἔμπρακτη ἐκδήλωση ἀγάπης τοῦ συζύγου πρὸς τὴ γυναίκα του.

Στὴ γενικὴ διαστροφὴ ποὺ ἐπικράτησε λόγω τῆς ἀποστασίας ἀπὸ τὸ Θεὸ «ἀνένδεκτον τοῦ μὴ ἐλθεῖν τὰ σκάνδαλα» (Λουκ. 17,1). Χρειάζεται πολλὴ προσοχὴ στὴ συγκράτηση τοῦ δεσμοῦ τῆς συζυγίας. Νὰ μὴ λαμβάνονται ὑπ’ ὄψιν τὰ σκάνδαλα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα πηγάζουν οἱ παρεξηγήσεις. Συνιστοῦμε, εἰδικὰ στὸν ἄνδρα, ὡς τὴν κεφαλή, νὰ μὴν προδίδει τὴν ἀγάπη καὶ τὸ σύνδεσμο μὲ τὴ σύζυγό του, γιατί ὁ διάβολος καὶ τὰ ὄργανά του οὐδέποτε θὰ παύσουν νὰ πολεμοῦν γιὰ νὰ πληγώσουν τὴ ρίζα τῆς ζωῆς.

Ἕνα δεῖγμα πραγματικῆς παρηγοριᾶς καὶ στηριγμοῦ, ποὺ μᾶς συμβούλευσαν οἱ γέροντες σύμβουλοί μας, καὶ τῶν δύο φύλων, γιὰ τὶς δύσκολες ὧρες εἶναι: «Μὴν ξεχνᾶτε ποτὲ τὴν πρώτη ἑβδομάδα τοῦ γάμου σας». Εἶστε οἱ ἴδιοι ὅπως καὶ τότε. Τίποτε δὲ σᾶς χωρίζει.

Ὑπενθυμίζουμε στοὺς ἄνδρες τὸ «συνοικοῦντες κατὰ γνῶσιν, ὡς ἀσθενεστέρῳ σκεύει τῷ γυναικείῳ» (Α’ Πέτ. 3,7). Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ παρεκτροπὴ τῆς συζύγου θεραπεύεται μὲ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν τρυφερότητα, παρὰ μὲ τὴν ἐπίπληξη καὶ τὸ θυμό. Μὴν κάνεις παρατήρηση στὴ σύζυγό σου, σὲ περίπτωση λάθους, εἰδικὰ τὴν ὥρα τοῦ πειρασμοῦ καὶ τῆς αἰχμῆς. Ἐφάρμοσε τὸ λόγο τοῦ Δαβίδ: «Ἐγὼ δὲ ὡσεὶ κωφὸς οὐκ ἤκουον, καὶ ὡσεὶ ἄλαλος οὐκ ἀνοίγων τὸ στόμα αὐτοῦ» (Ψαλμ. 37,13). Σὲ ἄλλη ὥρα, ὅταν εἶστε μόνοι σας, μακριὰ ἀπὸ τὰ παιδιά, ἐὰν ὑπάρχουν, πάρε μὲ τρυφερότητα τὴ σύζυγό σου στὴν ἀγκαλιά σου καὶ πές της. «Ἀγάπη μου, δὲν ξέρεις πόσο σὲ ἀγαπῶ; Ἐγὼ θέλω νὰ εἶσαι μία ἀξιοπρεπὴς κυρία. Αὐτὸ ποὺ ἔκανες δὲν σὲ τιμᾶ». Τότε μόνο δέχεται τὸ σφάλμα καὶ ζητᾶ συνειδητὰ συγγνώμη. Αὐτὰ εἶναι γεννήματα τῆς πείρας. Ἐὰν τὴν ὥρα τοῦ λάθους ἢ τῆς ζημιᾶς, τὴν ἐλέγξεις, θὰ πεισμώσει, θὰ ἀνταπαντήσει, θὰ μουτρώσει, θὰ ἐπικαλεσθεῖ προφάσεις καὶ θὰ πεῖ ψέματα! Ἡ σύνεση προλαμβάνει, ἐὰν χρησιμοποιηθεῖ τὸ φάρμακο τῆς ἀγάπης.

Ἀπὸ τὴ μικρὴ ἔρευνά μας, ἀπὸ ὅσα ἀκούσαμε καὶ εἴδαμε, βγάλαμε τὸ συμπέρασμα ὅτι τὴν περισσότερη εὐθύνη γιὰ ὅ,τι κακὸ συμβαίνει στοὺς γάμους ἔχουν οἱ ἄνδρες, γιατί δὲν δείχνουν ἀγάπη στὶς συζύγους τους. Ἀγαποῦν, δυστυχῶς τὶς γυναῖκες, ἀλλὰ ὄχι τὶς δικές τους. Αὐτὴ εἶναι ἡ ρίζα τοῦ κακοῦ. Τότε φυτρώνει ἡ ζήλεια καὶ ἡ ὑποψία -μὲ τὰ γνωστὰ ἀποτελέσματα-, ἰδίως ὅταν καὶ οἱ γύρω διατείνονται ὅτι μᾶλλον κάτι συμβαίνει!

Τὸ γραφικὸ «ἄφετε καὶ ἀφεθήσεται» καὶ τὸ «ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν σπλάχνοις Ἰησοῦ Χριστοῦ» πρέπει νὰ ἐπικρατεῖ ἀπαραιτήτως γιὰ νὰ ὑπάρχει ὁμαλότητα στὴν οἰκογένεια. Πολλὰ λάθη καὶ σκληρότητα ἔχουν οἱ ἄνδρες. Συνήθως πλεονάζει ἡ ἀπροσεξία καὶ ἡ ὑποχώρηση στὰ θέματα ἠθικῆς, ποὺ στοὺς καιροὺς μας πέρασε τὰ ὅρια. Ἂν συμβεῖ κάτι τέτοιο στὴ γυναίκα, τότε ὁ πέλεκυς τῆς παιδείας καὶ ἐκδικήσεως πέφτει βαρύς.

Ἡ ἀγάπη πρὸς τὴ σύζυγο εἶναι ὡς πρὸς τὸν ἄνδρα καὶ δικαιοσύνη, γιατί τὸ μόνο πρόσωπο ποὺ ἀχώριστα καὶ πρακτικὰ θὰ παραμείνει στὸ πλευρὸ του εἶναι ἡ σύζυγός του, ἀφοῦ ὅλα τὰ πρόσωπα τοῦ περιβάλλοντός του σιγὰ-σιγὰ θὰ ἐκλείψουν, ἐνῶ στοὺς εὐσεβεῖς συζύγους ἡ συζυγία συνεχίζεται καὶ στὴν αἰωνιότητα.

Δ. «Αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε»

Ὁ τίμιος γάμος εἶναι ἡ βάση τῆς ἁρμονίας, τῆς εἰρήνης, τῆς κατὰ τὸ δυνατὸν εὐτυχίας ἀλλὰ τὸ κυριότερο ἀπ’ ὅλα εἶναι ἡ βάση τῆς δημιουργίας ἀνθρώπων, τῆς πιὸ ὑψηλῆς στοὺς κόσμους μας ἀξίας, ἐφ’ ὅσον ὁ Κύριός μας ἀποκαλύπτει ὅτι δὲν εἶναι ἄξιος ὅλος ὁ κόσμος γιὰ ἕναν ἄνθρωπο. Τὸ ὑψηλότατο αὐτὸ ἀξίωμα ποὺ ἡ θεία παναγαθότητα παραχώρησε στοὺς δύο συζύγους, νὰ γεννοῦν ἄνθρωπο, ποὺ ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ ἀποκτήσει θεοαγχιστεία καὶ νὰ γίνει «κληρονόμος τοῦ Θεοῦ Πατρὸς καὶ συγκληρονόμος τοῦ Υἱοῦ αὐτοῦ» δὲν μπορεῖ νὰ περιγραφεῖ. Τὸ μέγιστο αὐτὸ ἀξίωμα ποὺ παράγει ὄχι ἥλιους ἢ ἄστρα ἢ ἡλιακὰ συστήματα, ἀλλὰ τὴν «κατ’ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν» τοῦ Δημιουργοῦ μορφή, τὸ παράγει ἡ σεμνότητα καὶ συμφωνία τοῦ γάμου καὶ γίνεται ὁ ἄνθρωπος συνεργὸς τῆς ἀειζωείας χάρη στὸ Θεό.

Τὸ ἀπαραίτητο μέσο αὐτοῦ τοῦ θριάμβου εἶναι ἡ γνήσια καὶ ἀληθινὴ ἀγάπη τῶν συζύγων, κυρίως στὶς ἀντιξοότητες τῆς ζωῆς, ἐφ’ ὅσον καὶ ὁ ἀνύστακτός μας ἐχθρὸς πολεμᾶ. Ἐπειδὴ ὅμως κεφαλὴ τῆς γυναίκας εἶναι ὁ ἄνδρας, αὐτὸς πρέπει νὰ ἔχει τὴ μέριμνα γιὰ τὴν ἀδιάλειπτη ἀγάπη ἡ ὁποία θὰ τοὺς συνδέει. Ὁ Ἀπ. Παῦλος συμβουλεύει: «Τῇ γυναικὶ ὁ ἀνὴρ τὴν ὀφειλόμενην εὔνοιαν ἀποδιδότω· ὁμοίως καὶ ἡ γυνὴ τῷ ἀνδρὶ» (Α’ Κορ. 7,3). Ἑρμηνεύοντας τὴ βαθύτητα αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου λέγει: «ἡ γυνὴ τοῦ ἰδίου σώματος οὐκ ἐξουσιάζει, ἀλλ’ ὁ ἀνήρ• ὁμοίως δὲ καὶ ὁ ἀνὴρ τοῦ ἰδίου σώματος οὐκ ἐξουσιάζει, ἀλλ’ ἡ γυνὴ» (Α’ Κορ. 7,4). Καὶ προσθέτει τοὺς λόγους τῆς οἰκονομίας γιὰ νὰ μὴν εἰσχωροῦν ἐλλείψεις ἢ ὑπερβολές. Λέγει λοιπὸν στοὺς συζύγους: «Μὴ ἀποστερεῖτε ἀλλήλους, εἰ μὴ τι ἂν ἐκ συμφώνου πρὸς καιρόν, ἵνα σχολάζητε τῇ νηστείᾳ καὶ τῇ προσευχῇ, καὶ πάλιν ἐπὶ τὸ αὐτὸ συνέρχησθε, ἵνα μὴ πειράζῃ ὑμᾶς ὁ σατανᾶς» (Α’ Κορ. 7,5). Τὸ «ἐκ συμφώνου» ποὺ τονίζει ὁ Παῦλος ἔχει βαθιὰ σημασία, διότι τὸ «ἀσύμφωνον» γεννᾶ τὴν ὑποψίαν τῆς σατανικῆς κακότητας, ἀλλὰ λαμβάνεται ὑπ’ ὄψιν καὶ τὸ περιβάλλον, ποὺ πάντοτε γεννᾶ πειρασμούς.

Γιὰ τὴ σταθερότητα καὶ τὴ μονιμότητα τοῦ γάμου ὁ Παῦλος γράφει: «Παραγγέλλω, οὐκ ἐγὼ ἀλλ’ ὁ Κύριος γυναῖκα ἀπὸ ἀνδρὸς μὴ χωρισθῆναι καὶ ἄνδρα γυναῖκα μὴ ἀφιέναι» (Α’ Κορ. 7,10). Ἀλλοῦ ἀπευθυνόμενος στὸν ἄνδρα λέγει: «δέδεσαι γυναικί; μὴ ζήτει λύσιν. Λέλυσαι ἀπὸ γυναικὸς; μὴ ζήτει γυναῖκα» (Α’ Κορ. 7, 27).

Ε. Ὁ νόμος τῆς ἐπιρροῆς.

Ὑπάρχει καὶ ἄλλος λόγος σοβαρότερος, ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὴν ἔμπρακτη συζυγικὴ ἀγάπη καὶ ἑνότητα, σύμφωνα μὲ τὸ νόμο τῆς ἐπιρροῆς. Ἂν οἱ πιστοὶ σύζυγοι ἐφαρμόζουν τὸ νόμο τῆς ἀγάπης μεταξύ τους, τότε ἡ ὑπερφυσικὴ ἐνέργεια τῆς ἀγάπης, ποὺ εἶναι θεία καὶ ζωοποιός, ἐπιδρᾶ ὀργανικὰ ἀπὸ τὴ σύλληψη, τὴν ἐγκυμοσύνη καὶ τὸν τοκετὸ στὴ διάπλαση τοῦ ἀκέραιου καὶ σωστοῦ χαρακτήρα τοῦ παιδιοῦ. Ἔτσι πρακτικὰ καὶ πραγματικὰ τὸ παιδὶ ἀποκτᾶ χαρακτήρα καὶ προσωπικότητα ποὺ περιεῖχε ἡ πρώτη «κατ’ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν» τοῦ Δημιουργοῦ ἀνθρώπινη ὑπόσταση.

Ἂν οἱ σύζυγοι μὲ προσοχὴ καὶ πίστη ἐφαρμόζουν στὴ ζωὴ τους τὴν ἐντολὴ τῆς θείας ἀγάπης, οἱ καρποὶ εἶναι ἐμφανεῖς στὴν ἁρμονικὴ καὶ εἰρηνικὴ οἰκογενειακὴ ζωὴ καθὼς καὶ στὸ χαρακτήρα τῶν παιδιῶν ποὺ θὰ γεννηθοῦν ἀφοῦ δὲ θὰ εἶναι μόνο γεννήματα καὶ προϊόντα τῆς σάρκας ἀλλὰ καὶ τοῦ πνεύματος, ἐφ’ ὅσον «τὸ γεγεννημένον ἐκ τοῦ πνεύματος πνεῦμα ἐστιν» (Ἰω. 3, 6).

ΣΤ. Μὴ δέχεσθε τὶς ἐπεμβάσεις.

Ἡ πραγματικὴ καὶ ἀμετάβλητη ἀγάπη ποὺ ἐντέλλεται ὁ Θεός, μόνο στὴ νόμιμη συζυγία μπορεῖ νὰ ἐφαρμοσθεῖ καὶ νὰ καρποφορήσει. Ὅλα γύρω μας εἶναι ρευστά, ἀσταθῆ καὶ ἀλλάζουν συνεχῶς. Τί παραμένει ἀμετάβλητο στὴν κοινωνία, στὶς συγγένειες καὶ τὶς συνεργασίες μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων; Μόνο στὴ νόμιμη συζυγία ἐπικρατεῖ ἡ ἀνιδιοτελὴς καὶ γνήσια ἀγάπη ἐπειδὴ κατὰ τὴ θεία ἐντολὴ «οὕς ὁ Θεὸς συνέζευξε» κανεὶς δὲν πρέπει νὰ χωρίζει.

Ἡ ἑνότητα τῶν δύο συζύγων καθορίσθηκε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας. Δὲν ὑπάρχουν λάθη στὴ δημιουργία ἀφοῦ ἡ Γραφὴ μαρτυρεῖ ὅτι «εἶδε ὁ Θεὸς τὰ πάντα ὅσα ἐποίησεν καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν». Προέβλεπε ὁ Θεὸς τὴν πτώση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸν τρόπο τοῦ πολλαπλασιασμοῦ του καὶ γι’ αὐτὸ ἐπέβαλε τὴν ἑνότητα τῶν δύο σὲ ἕνα, γιὰ νὰ κρατηθεῖ ἡ ὑπόσταση τῆς ζωῆς μὲ τὴν ἀγάπη. Τὸ «παρὰ Κυρίου ἁρμόζεται γυνὴ ἀνδρὶ» (Παρ. 19,14) ἀναφέρεται στοὺς πιστούς, στοὺς ὁποίους ἐφαρμόζεται τὸ θέλημά του. Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ὁ Θεὸς ὁδηγοῦσε τοὺς πιστούς του θεράποντες στὴν ἑνότητα τῆς ἀληθινῆς συζυγίας καὶ τοὺς παρουσίαζε ὡς παράδειγμα, στὴν κατωτερότητα τῆς τότε ἀμάθειας καὶ ἀγνωσίας ποὺ ἐπικρατοῦσε.

Ὅπου ὑπάρχει ἡ ἀγάπη μέσα στὸ γάμο κανένας κλονισμὸς δὲν θὰ μπορεῖ νὰ ἐπιδράσει, οὔτε καὶ ἡ πεθερά! Ἀναγκάσαμε, ἂς μᾶς ἐπιτραπεῖ ἡ λέξη, ὥριμους στὴν ἡλικία ἰδανικοὺς συζύγους νὰ μᾶς πληροφορήσουν ἀπὸ τὴν πείρα τους ποιὸ εἶναι τὸ ἀπαραίτητο στοιχεῖο τῆς ἁρμονικῆς συζυγίας καὶ δὲν μᾶς ἀπέκρυψαν ὅτι ἦταν ἡ ἀγάπη. Εὐγενεῖς κυρίες μᾶς ἀποκάλυψαν: «Ἐμᾶς ὡς γυναῖκες, τίποτε ἄλλο δὲν μᾶς καθησυχάζει καὶ εἰρηνεύει ὅσο ἡ αἴσθηση ὅτι ὁ σύντροφός μας, ἀγαπᾶ ἀληθινά, μόνον ἐμᾶς. Δυστυχῶς ὡς γυναῖκες εἴμαστε καχύποπτες, ἐπηρεαζόμενες ἀπὸ τὸ περιβάλλον».

Χρειάζεται προσοχὴ στὴν ἐπιρροή, γιὰ νὰ μὴν πῶ ἐπιβολή, τῶν γονέων καὶ τῶν συγγενῶν, ἀπ’ ὅπου πῆρε καὶ τὸ κακὸ ὄνομα ἡ πεθερά. Μετὰ τὸ γάμο συνιστοῦμε στὰ ἀνδρόγυνα νὰ ἀπομακρύνουν τὶς ἐπεμβάσεις τῶν γονέων ἢ ὅποιων ἄλλων ἡ ἐπίδραση εἶναι καταλυτική.

Ἀφοῦ δεχθήκαμε τὰ παράπονα τῶν συζύγων καὶ τὶς διαφωνίες τους, κάνοντας κάποια συγκατάβαση, τοὺς ἑρμηνεύσαμε τὴ σημασία καὶ τὴν ἔννοια τοῦ μεγάλου αὐτοῦ μυστηρίου καὶ τοὺς πείσαμε νὰ ἀναθεωρήσουν τὶς σχέσεις τους κάτω ἀπὸ τὸ πρίσμα τοῦ «κατὰ Χριστὸν» συζυγικοῦ βίου. Πείστηκαν, τουλάχιστον ὅσοι ἀκούσαμε, ποὺ δὲν ἦταν λίγοι. Ἀπὸ τότε ζοῦν, ὅπως μᾶς διηγοῦνται, τὸ πλήρωμα τῆς ἁρμονίας καὶ εἰρήνης στὴν οἰκογένεια καὶ στὸν ἑαυτὸ τους τὸ ὑψηλότατο μυστήριο τῆς μεταξύ τους ἑνότητας. Ὁμολογοῦν μάλιστα ὅτι ἐπανῆλθε σ’ αὐτοὺς ἡ αἴσθηση τῶν πρώτων μηνῶν τοῦ γάμου τους, ἐνῶ οἱ περισσότεροι εἶναι σὲ προχωρημένη ἡλικία κατὰ τὴν ὁποίαν οἱ φυσικὲς ὁρμὲς βρίσκονται σὲ μαρασμό. Αὐτὴ τὴ διαπίστωση τὴ συναντοῦμε συχνά, ἀκόμη καὶ σὲ ὅσους πέρασαν πειρασμοὺς καὶ θύελλες στὴ ζωή τους, ὅταν ἐπανασύνδεσαν «ἐν Χριστῷ» τὴ συζυγική τους ζωὴ ποὺ εἶχε διαταραχθεῖ.

Σ’ αὐτὴ τὴν ἕνωση καὶ τὴν ἀγάπη συναντήσαμε ὑπερφυσικὲς ἰδιότητες, προϊόντα τῆς θείας Χάριτος ποὺ μᾶς κατέπληξαν. Στὴ γνησιότητα τῆς συζυγικῆς ἀγάπης εἴδαμε τὴν ἐπέμβαση τῆς Χάριτος καὶ θαυμάσαμε τὴ δύναμη καὶ ἐνέργεια τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης. Δημιουργεῖται μεταξὺ τῶν νόμιμων συζύγων μία ὑπερφυσικὴ ἐνέργεια, ὥστε νὰ προαισθάνονται τὰ συναισθήματα ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου, ἀκόμη καὶ ὅταν βρίσκονται σὲ μακρινὲς ἀποστάσεις. Δεῖγμα καὶ μαρτυρία ὅτι «οὐκέτι εἰσὶ δύο» ἀλλὰ μία ψυχὴ καὶ ἕνα σῶμα.

Αὐτὸ εἶναι ἰδίωμα καὶ ἐνέργεια τῆς Χάριτος ποὺ ἐπιδρᾶ ὅπου ἀκριβῶς συναντήσει τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη τῶν συζύγων, ποὺ ἔμαθαν νὰ ζοῦν ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλον.

Γι’ αὐτὸ παρακαλοῦμε καὶ ἐπιμένουμε τὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα νὰ ἐπιστρέψει στὶς βάσεις τῆς ἱερᾶς παραδόσεως ἀπὸ ὅπου ἡ θεία Χάρη θὰ μᾶς κατευθύνει καὶ θὰ μᾶς ἀξιώσει τοῦ προορισμοῦ μας καὶ θὰ ἀπολαύσουμε μία ὑγιῆ κοινωνία, μία ζῶσα Ἐκκλησία, ἕνα οὐράνιο πολίτευμα, γιατί ὅλα προκύπτουν ἀπὸ τὸν ἐπιτυχημένο γάμο, τὴν ἀπόλυτα ἑνωμένη οἰκογένεια. Εἰδικὰ ὅμως ἀπὸ τὶς ἄξιες καὶ ἡρωίδες μητέρες ποὺ θὰ γεννήσουν τοὺς ἥρωες τῆς Ἐκκλησίας, τῆς κοινωνίας, τῆς πολιτείας καὶ γιατί ὄχι καὶ τῆς οἰκονομίας, ὅταν θὰ χαραχθεῖ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς.



3. «Ὁ ἀνὴρ ἐστι κεφαλὴ τῆς γυναικός», ἀναφέρει ὁ Ἀπ. Παῦλος. Ποιὸ νόημα ἔχει ἡ φράση;

Ἡ ἰσότητα καὶ ἰσοτιμία τοῦ ἄνδρα καὶ τῆς γυναίκας μέσα στὸ γάμο εἶναι ἀπόλυτη. Μπροστὰ στὸ Θεὸ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἴσοι. «Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστὲ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3,28). Ἄνδρας καὶ γυναίκα ἔχουν τὴν ἴδια ἀνθρώπινη φύση. Τὸ διαφορετικὸ ὑπάρχει «κατὰ τὴν τοῦ σώματος ἰδιότητα».

Κοιτάξτε τί προφητεύει, ὡς θεόκτιστη ὕπαρξη, γεμάτη ἀπὸ θεῖο φωτισμό, ὁ πρωτόπλαστος Ἀδὰμ ὅταν ἀντικρίζει τὴ γυναίκα, ποὺ δημιουργήθηκε ἀπὸ τὴν πλευρά του. «Τοῦτο νῦν ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστέων μου καὶ σὰρξ ἐκ τῆς σαρκός μου». Πρέπει νὰ ὀνομασθεῖ «γυνή, ὅτι ἐκ τοῦ ἀνδρὸς αὐτῆς ἐλήφθη». «Εἶδες Πνεύματος Ἁγίου κοινωνίας μετέχοντα τὸν Ἀδὰμ καὶ χάριτος, ἥς ἠξίωται; Εἶδες ἐξαίρετον λόγον τὸν μετὰ πολλὰς γενεὰς ἕως ἐσχάτου βεβαιούμενον;» (Σεβηριανὸς Καβάλας).

Καὶ μάλιστα φανερώνοντας τὸ προορατικό του χάρισμα ὁ Ἀδὰμ λέγει ὅτι «ἕνεκεν τούτου» (δηλ. τῆς γυναίκας) θὰ ἐγκαταλείπει ὁ ἄνδρας τὸν πατέρα καὶ τὴ μητέρα καὶ «ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν». Εἶναι φανερὸ ὅτι προφητεύει ὁ Ἀδὰμ γιατί δὲν γνώριζε γονεῖς. «Δὲν φαίνεται νὰ ἔχει λοιπόν, ἀφοῦ εἶναι ἄνθρωποι, ἄλλη φύση ἡ γυναίκα καὶ ἄλλη φύση ὁ ἄνδρας- ἔχουν τὴν ἴδια φύση, καὶ ἄρα καὶ τὴν ἀρετὴ» (Κλήμης Ἀλεξανδρεύς).

Πράγματι στὴ Γραφὴ συναντοῦμε μία προτεραιότητα τοῦ ἄνδρα ὅπως στὸ χωρίο τῆς Α’ Κορ. 11, 1 κ. ἑ. Ἐκεῖ λέγεται ὅτι, «κεφαλὴ γυναικὸς ὁ ἀνήρ», «καὶ γὰρ οὐκ ἐκτίσθη ἀνὴρ διὰ τὴν γυναίκα, ἀλλὰ γυνὴ διὰ τὸν ἄνδρα». Ἡ προτεραιότητα ὅμως τοῦ ἄνδρα δὲν σημαίνει ὑπεροχὴ ἀπέναντι στὴ γυναίκα. Ἔχει προτεραιότητα στὰ καθήκοντα παρὰ στὰ δικαιώματα. Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀμοιβαία ὑποταγὴ τῶν συζύγων «ὑποτασσόμενοι ἀλλήλοις ἐν φόβῳ Χριστοῦ». Ὁ ἄνδρας πρέπει νὰ ἀγαπᾶ καὶ νὰ περιθάλπει τὴ γυναίκα του, «καθὼς καὶ ὁ Κύριος τὴν Ἐκκλησίαν». Ἂν καὶ εἶναι Κύριος δὲν τὴν καταδυναστεύει, δὲν τὴν ὑποδουλώνει, ἀλλὰ θυσιάζει τὸν ἑαυτό του γιὰ χάρη της, «ἵνα αὐτὴν ἁγιάσῃ» (Ἐφ. 5,26). Ἡ προτεραιότητα τοῦ ἄνδρα μέσα στὸ γάμο ἐκδηλώνεται ὡς καθῆκον ἀγάπης, διακονίας καὶ θυσίας γιὰ χάρη τῆς γυναίκας του.

Ἡ φυσικὴ ὑπεροχὴ τοῦ ἄνδρα μέσα στὴ Ἁγία Γραφὴ ἀποτελεῖ ἔκφραση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἄρνηση τῆς προτεραιότητας θεωρεῖται ἄρνηση τοῦ θείου θελήματος καὶ αὐτὴν καταπολεμεῖ στὴν Α’ Κορινθίους 11,2-16 ὁ Παῦλος. Ἡ φυσικὴ ὅμως ὑπεροχὴ τοῦ ἄνδρα εἶναι αὐτονόητη γι’ αὐτόν; Ὁ ἄνδρας δὲν εἶναι, ὀφείλει νὰ γίνει, αὐτὸ τὸ ὁποῖο θέλει ὁ Θεός, δηλαδὴ κεφαλὴ τῆς γυναίκας. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι πρέπει νὰ συμπεριφέρεται πρὸς τὴ γυναίκα του, ὅπως θέλει ὁ Θεός.

Ἂν ἡ γυναίκα μέσα στὸ γάμο θεωρεῖ τὴν προσφορά της πρὸς τὸ ἄνδρα ὡς δουλεία, τότε θὰ θέλει νὰ ἀπελευθερωθεῖ καὶ νὰ φανεῖ ἀνώτερη ἀπὸ αὐτόν. Ἂν ὁ ἄνδρας θεωρεῖ τὴν ἀγάπη τῆς γυναίκας του ὡς ἀδυναμία καὶ ἐξάρτηση, τότε κάνει κατάχρηση καὶ τὴν καταδυναστεύει. Ἐδῶ ὅμως μιλοῦμε γιὰ κατάπτωση.



4. Τί ἀναφέρει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γιὰ τὴν ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης τοῦ ἄνδρα πρὸς τὴ γυναίκα του;

Θὰ παραθέσουμε μερικὲς συμβουλὲς τοῦ ἁγίου.

«Λόγια ἀγάπης νὰ τῆς λές: … Ἐγὼ ἀπὸ ὅλα, τὴ δική σου ἀγάπη προτιμῶ καὶ τίποτε δὲν μοῦ εἶναι τόσο βασανιστικὸ ἢ δυσάρεστο, ὅσο τὸ νὰ βρεθῶ κάποτε σὲ διάσταση μαζί σου. Καὶ ἂν ὅλα χρειασθεῖ νὰ τὰ χάσω, καὶ ἂν στοὺς μεγαλύτερους βρεθῶ κινδύνους, ὁτιδήποτε καὶ ἂν πάθω, ὅλα μου εἶναι ἀνεκτὰ καὶ ὑποφερτά, ὅσο ἐσύ μοῦ εἶσαι καλά. Καὶ τὰ παιδιά, τότε μοῦ εἶναι περιπόθητα, ἐφ’ ὅσον ἐσὺ μᾶς συμπαθεῖς …Ἴσως κάποτέ σοῦ πεῖ: Ποτὲ ὡς τώρα δὲν ξόδεψα ἀπὸ τὰ δικά σου, ἔχω ἀκόμη τὰ δικά μου, πού μοῦ ἔδωσαν οἱ γονεῖς μου. Τότε πές της: Τί λὲς καλή μου; Ἔχεις ἀκόμη τὰ δικά σου; Ποιὰ λέξη μπορεῖ νὰ εἶναι χειρότερη ἀπὸ αὐτή; Σῶμα δὲν ἔχεις πιὰ δικό σου καὶ ἔχεις χρήματα; Δὲν εἴμαστε δύο σώματα μετὰ τὸ γάμο, ἀλλὰ γίναμε ἕνα. Δὲν ἔχουμε δύο περιουσίες, ἀλλὰ μία… Ὅλα δικά σου εἶναι, καὶ ἐγὼ δικός σου εἶμαι, κορίτσι μου. Αὐτὸ μὲ συμβουλεύει ὁ Παῦλος λέγοντας ὅτι ὁ ἄνδρας δὲν ἐξουσιάζει τὸ σῶμα του, ἀλλὰ ἡ γυναίκα. Καὶ ἂν δὲν ἔχω ἐξουσία στὸ σῶμα μου, ἀλλὰ ἐσύ, πόσο μᾶλλον δικά σου εἶναι τὰ χρήματα… Ποτὲ νὰ μὴν τῆς μιλᾶς μὲ πεζὸ τρόπο, ἀλλὰ μὲ φιλοφροσύνη, μὲ τιμή, μὲ ἀγάπη πολλή. Νὰ τὴν τιμᾶς, καὶ δὲν θὰ βρεθεῖ στὴν ἀνάγκη νὰ ζητήσει τὴν τιμὴ ἀπὸ τοὺς ἄλλους… Νὰ τὴν προτιμᾶς ἀπὸ ὅλους γιὰ ὅλα, γιὰ τὴν ὀμορφιά, γιὰ τὴ σωφροσύνη της καὶ νὰ τὴν ἐγκωμιάζεις. Νὰ κάνεις φανερὸ ὅτι σοῦ ἀρέσει ἡ συντροφιά της καὶ ὅτι προτιμᾶς νὰ μένεις στὸ σπίτι γιὰ νὰ εἶσαι μαζί της ἀπὸ τὸ νὰ βγαίνεις στὴν ἀγορά. Ἀπὸ ὅλους τοὺς φίλους νὰ τὴν προτιμᾶς καὶ ἀπὸ τὰ παιδιὰ πού σοῦ χάρισε καὶ ἐξαιτίας της νὰ τὰ ἀγαπᾶς».



5. Μία ἀληθινὴ ἱστορία. Ἕνα ζωντανὸ παράδειγμα γνησίου συζύγου.

Συνάντησα στὴ ζωὴ παράδειγμα γνήσιου καὶ ἀληθινοῦ συζύγου, ποὺ μὲ συγκλόνισε. Τὸ ἀναφέρω γιατί δὲν πρέπει νὰ ἀποσιωπηθεῖ. Ζοῦσε ἐδῶ στὴ χώρα μας ἕνας πραγματικὸς κύριος, ποὺ στὸ χαρακτήρα του περιέσωζε ὅλη τὴν ἀνθρώπινη τελειότητα μὲ τὴ βοήθεια τῆς Χάριτος τοῦ Χριστοῦ. Στὴν ἡλικία τῶν τριάντα ἐτῶν, ἔκρινε ὅτι ἦταν ἕτοιμος νὰ προχωρήσει σὲ γάμο. Ὡς πιστὸς ἐπέμενε μὲ πολλὴ προσευχὴ καὶ δέηση στὸν Κύριό μας, νὰ τὸν φωτίσει καὶ νὰ τὸν βοηθήσει στὸ σκοπό του. Περιέστρεφε στὴ διάνοιά του τὰ λόγια τῆς Γραφῆς «παρὰ Κυρίου ἁρμόζεται γυνὴ ἀνδρὶ» (Παρ. 19,14).

Ἀποφάσισε νὰ προχωρήσει. Ἦταν πεπεισμένος ὅτι τὸ πρόσωπο ποὺ τοῦ προξένεψαν τὸ ἔστειλε ὁ Θεός. Ἔγινε μὲ πολλὴ εὐλάβεια ὁ γάμος ἀφοῦ τηρήθηκαν ὅλοι οἱ κανόνες τῶν χριστιανικῶν μας ἀρχῶν. Ἂν καὶ ἡ σύντροφός του ἦταν μικρότερη κατὰ δέκα χρόνια, δὲν τὸ ἔλαβε ὑπ’ ὄψιν, ἔχοντας σταθερὴ πίστη στὴ θεία πρόνοια. Συχνὰ δὲ τῆς φερόταν σὰν νὰ ἦταν κορούλα του. Αὐτὴ ἔκανε λαθάκια, γιατί φαινόταν ζωηρούλα, ἀλλὰ ποτὲ δὲν τὸν ἀπασχόλησαν λόγω τῆς ἀγάπης του.

Κοινωνικὲς ὑποχρεώσεις τὸν ἀνάγκασαν, ἐπειδὴ ἦταν μέτοχος μεγάλων ἐπιχειρήσεων ποὺ βρὶσκονταν στὸ ἐξωτερικό, νὰ μεταβεῖ ἐκεῖ. Μὲ τὴν προσευχή του καὶ πιστεύοντας πάντοτε στὴν πανσωστικὴ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, πῆρε τὴ σύζυγό του μαζί του. Σὲ λίγο καιρὸ ἡ νεαρὴ σύζυγος ἄρχισε νὰ δυσαρεστεῖται. Ὑποπτευόταν ὅτι τὴν πῆρε μαζί του γιὰ νὰ τὴ χωρίσει ἀπὸ τὸ περιβάλλον της. Προσπάθησε νὰ τὴν καθησυχάσει ἀλλὰ δὲν τὸ κατόρθωσε. Ἡ σύζυγός του μόνη της ἔφυγε καὶ ἐπέστρεψε στὴν Ἑλλάδα.

Θέλησε νὰ ζήσει τὴν ἐλευθερία σύμφωνα μὲ τὰ πάθη καὶ τὶς συνήθειες ποὺ εἶχε μάθει· κάποιοι, εἰδικοὶ σ’ αὐτά, τὴν παρέσυραν καὶ κατέληξε νὰ ἐργάζεται σὲ ἕνα καζίνο ὡς κοινὴ γυναίκα.

Ὁ ἰδανικὸς σύζυγος καὶ ὁμολογητὴς δὲν ἔπαυσε νὰ προσεύχεται καὶ νὰ ἀγωνίζεται πνευματικὰ γι’ αὐτὴν κάθε μέρα. Ἡ προσευχή του, ἢ μᾶλλον ἡ κραυγή του, πρὸς τὸ Θεὸ ἦταν πάντοτε ἡ ἴδια: «Κύριέ μου, θὰ ἐπιμένω νὰ σὲ ἐκβιάζω γιὰ τὴ σύζυγό μου. Τὸ ἱερό σου λόγιο ὅτι «παρὰ Κυρίου ἁρμόζεται ἀνδρὶ γυνή», δὲν θὰ σβήσει ποτὲ ἀπὸ τὸ εἶναι μου. Ἄκουσε τὴν προσευχή μου, τὴ δέησή μου, τὴν ἱκεσία μου. Τί Κύριέ μου, ἂν πλανήθηκε μία νεαρὴ κόρη; Ἐγὼ προσεύχομαι γι’ αὐτὴν καὶ δὲν θὰ παύσω νὰ κλαίω «ἐνώπιόν σου ἡμέρας καὶ νυκτός». Θέλω τὴ σύζυγό μου. Ἐγώ, Κύριέ μου, τὴ συγχωρῶ. Ἐσὺ δὲν θὰ τὴ συγχωρήσεις; Δὲν θὰ τὴ θεραπεύσεις; Πρὸς τί, Πανάγαθε Δέσποτα ἡ «ἄφατός» σου κένωση; Δὲν βγῆκες ἀναζητώντας τὸ «ἀπολωλός», τὸ «πεπλανημένο», τὸ ἄρρωστο; Ὁμολογῶ μπροστὰ στὴν Παναγαθότητά σου ὅτι δὲν θὰ παύσω νὰ σὲ ἐνοχλῶ, ἐὰν δὲν μοῦ ἐπιστρέψεις τὴ νόμιμη σύζυγό μου».

Συνέχισε, ὁ ἥρωας αὐτός, γιὰ δύο χρόνια νὰ προσεύχεται, νὰ κλαίει, ἐκβιάζοντας τὰ σπλάγχνα τοῦ γλυκυτάτου μας Σωτήρα Χριστοῦ. Στὸ διάστημα αὐτὸ τῆς ἐπιμονῆς του ἐνήργησε ἡ Χάρις. Ξύπνησε ἡ κόρη ἀπὸ τὸν κατήφορο καὶ τὴν πτώση καὶ ὁμολόγησε μὲ στεναγμοὺς ὅτι «τώρα πρέπει ὁ Θεὸς νὰ κάμει ἄλλη κόλαση, γιατί αὐτὴ ποὺ ὑπάρχει, εἶναι μικρὴ γιὰ μένα»! Μὲ δειλία, χωρὶς θάρρος, ἀποφάσισε καὶ ἔγραψε ἕνα γραμματάκι, στὸν κλαίοντα σύζυγο: «Δὲν τολμῶ νὰ σὲ ὀνομάσω σύζυγο, γιατί δὲν ἔχω δικαίωμα, ἀλλὰ ἂν ἐπιστρέψω, δὲν μὲ δέχεσαι ὡς ὑπηρέτρια;». Μόλις πῆρε αὐτὸς τὸ γράμμα γαλήνεψε καὶ πίστεψε ὅτι ἔφτασε ἡ ὥρα τοῦ τέλους. Τῆς ἁπαντᾶ μὲ τὴ φυσική του πάντοτε τρυφερότητα: «Ἀγάπη μου, γιατί ἔχασες τὸ θάρρος σου; Δὲν σὲ ἔστειλα ἐγὼ γιὰ διακοπὲς καὶ περιμένω μὲ ἀγωνία τὴ σύζυγό μου, τὴν ἀγάπη μου, πότε θὰ γυρίσει στὴν ἀγκαλιά μου;».

Μετὰ τὴν ἐπιστολὴ πῆρε τὸ θάρρος καὶ τοῦ ἀπάντησε. «Ἔρχομαι σύντομα».

Συνεννοήθηκαν γιὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἀφίξεως καὶ τὴν περίμενε στὸ ἀεροδρόμιο. Μόλις βγῆκε αὐτὴ καὶ τὸν συνάντησε, ἔπεσε κάτω καὶ ἄρχισε νὰ κτυπιέται καὶ νὰ κλαίει γοερά. Τότε τὴν πῆρε στὴν ἀγκαλιά του καὶ παρηγορώντας την ἔφτασαν στὸ αὐτοκίνητό τους. Τὴν ἔβαλε νὰ καθίσει δίπλα του. Καὶ ὅλο τὴν παρηγοροῦσε, πείθοντάς την νὰ μὴ θυμᾶται τίποτα ἀπὸ τὰ παλιὰ καὶ ὅτι «ἡ μετάνοια ὅλα τὰ θεραπεύει, ἀφοῦ θὰ ἀγωνιζόμαστε μαζί».

Μὲ αὐτὴ τὴ στοργὴ καὶ τρυφερότητα ἔφτασε ἡ νύκτα. Μόλις ἔκλεισε τὰ μάτια του, ὁ ἥρωας αὐτὸς τῆς αὐτοθυσίας καὶ τῆς ἀγάπης, «ἡρπάγη εἰς θεωρίαν καὶ ἀνῆλθε μέχρι τρίτου οὐρανοῦ». Δὲν μποροῦσε νὰ περιγράψει καὶ νὰ διηγηθεῖ ὅσα ἡ θεία Χάρις τὸν ἀξίωσε. Εἶδε τὶς χορεῖες τῶν ἁγίων, τὰ «μένοντα ἀγαθὰ τῶν σεσωσμένων» καὶ ὅλη τὴ θεία ἀγάπη ποὺ τὸν κρατοῦσε σὲ ἔκσταση.

Τότε πραγματικὰ ἐλεεινολόγησα τὴν ἀθλιότητά μου καὶ εἶπα: καυχᾶσαι μάταια, καλόγερε, γιὰ τὴ ζωή σου, ἐνῶ αὐτὸς μὲ μία θυσία ἀνέβηκε μέχρι «τρίτου οὐρανοῦ». Ἰδοὺ ἕνα παράδειγμα καὶ μία εἰκόνα τοῦ πραγματικοῦ συζύγου καὶ ἀνδρός. Μετὰ αὐτὴ ἡ κορούλα ἀποδείχθηκε ἡ ἰδανικότερη σύζυγος.

πηγή

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

Η αιρετική απεικόνιση της “Αγίας Οικογένειας” Γιατί είναι ξένη και απόβλητη


Δείτε το πολύ καλό βίντεο με τον π. Θεόδωρο Ζήση - Παρουσίαση του βιβλίου: Η αιρετική απεικόνιση της "Αγίας Οικογένειας κανοντας κλίκ εδω
πηγή

Σάββατο 22 Ιουνίου 2013

ΟΙ ΠΡΟΓΑΜΙΑΙΑΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ και Σχετίζεται άμεσα με την Χριστολογία και τα αδιάβλητα πάθη


«Πορνεία ου γάμος ουδέ γάμου αρχή» (Μ. Βασίλειος) 
            
Ο αείμνηστος π.Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος με το σπουδαίο σύγγραμμά του «Προγαμιαίαι σχέσεις-Πολιτικός Γάμος- Αμβλώσεις» έθεσε την επιτάφιο πλάκα στον ασεβή ισχυρισμό κάποιων συγχρόνων «θεολόγων» ότι τάχα οι προγαμιαίες σχέσεις και ο πολιτικός γάμος δεν είναι πορνεία. Με θεολογικά και λογικά επιχειρήματα απέδειξε με τρόπο αναμφισβήτητο ότι «και εν τη Καινή Διαθήκη πορνεία είναι η εκτός γάμου σχέσις, αδιαφόρως αν αυτή γίνεται επί χρήμασιν ή... "εξ αγάπης"» και μας υπενθυμίζει ότι «η "διόρθωσις" οιασδήποτε διδασκαλίας της Εκκλησίας, δεν είναι πλέον ούτε μόνον ηθική παράβασις, ούτε απλώς κανονική ανταρσία· είνε μείζον αυτών: Είνε αίρεσις! Όταν, επί οιουδήποτε θέματος, υψοίς ηθελημένως και εν επιγνώσει το ανάστημά σου υπεράνω της αυθεντίας της Εκκλησίας, καθίστασαι αιρετικός!».
           

 Την επιτάφιο πλάκα, που έθεσε στο θέμα ο μακαριστός π. Επιφάνιος, ουδείς διενοήθη να μετακινήση, όσο αυτός ευρίσκετο εν ζωή. Μετά, όμως, την κοίμησί του άρχισαν δειλά-δειλά να ξεμυτίζουν κάποιοι, οι οποίοι ενόμισαν ότι έχουν πλέον την ευχέρεια να νεκραναστήσουν το θέμα αποτινάζοντες τον «λίθον εκ του μνήματος»! — δειλή αρχικά εμφάνισί τους μετεβλήθη σταδιακά σε προκλητική, με αιχμή του δόρατος έναν αγαπητό μου κατά τα άλλα πανεπιστημιακό καθηγητή, για να φθάση στα όρια της απροκάλυπτης αναισχυντίας με τις δημόσιες δηλώσεις, σε πορνογραφικό περιοδικό, Μητροπολίτου της Ελλαδικής Εκκλησίας, ο οποίος χωρίς ίχνος ποιμαντικής ευθύνης διεκήρυξε: «Είμαι υπέρ του προγαμιαίου σεξ! Γιατί μια τέτοια σχέση θα προετοιμάσει ένα γάμο να πετύχει»!! (Εφημ. «Ελεύθερος Τύπος» 13.1.98 σελ. 12)
Πίσω από όλους αυτούς κρύβεται, όμως, ο ηθικός αυτουργός, αυτός που ανεβίωσε επί των ημερών μας την αίρεσι των νικολαϊτών και για τον οποίο έγραψε ο π. Επιφάνιος την αντιρρητική μελέτη του για τις προγαμιαίες σχέσεις και τον πολιτικό γάμο: Ο καθηγητής κ. Χρ. Γιανναράς!

Ο κ. Γιανναράς πρέπει να αναζητηθή κυρίως ως η αιτία και των δηλώσεων του Μητροπολίτου, που συνετάραξαν το πανελλήνιο αυτές τις μέρες, δεδομένου ότι ο εν λόγω καθηγητής σε πρόσφατη δυναμική επανεμφάνισί του επί του θέματος έγραψε σε ημερήσια εφημερίδα τα εξής βλάσφημα: «Όμως ο Ελλαδικός κλήρος διακηρύττει ότι όποιος τελεί πολιτικό γάμο αποκόβεται από το σώμα της Εκκλησίας και γι' αυτό δεν μπορεί να κηδεύεται με Εκκλησιαστική ακολουθία. Με την ίδια λογική θα έπρεπε να αποκόβουν από το σώμα της Εκκλησίας και όσους γευματίζουν και δειπνούν εκτός του μυστηρίου της Ευχαριστίας, ικανοποιούν τη φυσική ανάγκη της τροφής όχι μόνο με τον ευχαριστιακό άρτο και οίνο»! («Καθημερινή», 14.12.97)
             
Χωρίς να θεωρηθή απόπειρα αμνηστεύσεως του Μητροπολίτου, πρέπει να αναγνωρισθή ότι οι «πλάτες Γιανναρά» κατέστησαν «εύλαλο» το στόμα του, αλλιώς ουδέποτε θα τολμούσε, ούτε να ψελλίση, τα όσα ξεστόμισε. Άλλωστε, το έχει πολλές φορές διακηρύξει, ότι παραδέχεται τον κ. Γιανναρά και ταυτίζεται με τις θεολογικές απόψεις του.
           
 Πάντως, όπως και να έχη το πράγμα, ένα είναι το βέβαιο. Ότι η θεωρία Γιανναρά ως λοιμική νόσος μαστίζει τον ορθόδοξο πληθυσμό, αρχής γενομένης από τη νεολαία μας και έφθασε ήδη απειλητικά έως και στους Επισκόπους της Εκκλησίας μας. — δαιμονική αύτη διδασκαλία απειλεί «εις τον ναόν του Θεού καθίσαι» (Β ' Θεσ. 6/ 4) ως διδασκαλία της Εκκλησίας και ως λόγος... Θεού και γι' αυτό αισθάνομαι χρέος μου να προσθέσω κάποιες σκέψεις με σκοπό να φανούν λίγο πιο αδρά οι μεγάλες δογματικές διαστάσεις και επιπτώσεις του θέματος.
 Θέμα Χριστολογικό
             
Το θέμα των προγαμιαίων σχέσεων δεν είναι μόνο ηθικό ή αντικείμενο του Κανονικού δικαίου, αλλά πρωτίστως δογματικό, και συγκεκριμένα Χριστολογικό. Και έφ' όσον είναι Χριστολογικό άπτεται ευθέως και αμέσως της σωτηρίας μας. Γι' αυτό, εγκαίρως η Αγία Γραφή μας προειδοποιεί λέγοντάς μας: «Μη πλανάσθε ούτε πόρνοι, ούτε ειδωλολάτραι ούτε μοιχοί ούτε μαλακοί ούτε αρσενοκοίται... βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι»( Κορ.6,9-10).
             
Βεβαίως, όπως προείπαμε, κάποιοι επεχείρησαν να βαπτίσουν την πορνεία ως πράξι αγάπης(!), με την ίδια συλλογιστική, που κάποιοι άλλοι βάπτισαν τον φόνο της εκτρώσεως ως... αποβολή ή διακοπή της κυήσεως(!) Άλλα, όμως, είναι τα παρατσούκλια και άλλα τα ονόματα. Διότι τα «ονόματα είσι των πραγμάτων επίσκεψις», εν αντιθέσει με τα παρατσούκλια «της πονηρίας του αιώνος τούτου», που είναι των πραγμάτων αλλοίωσις και διαστροφή.
             
Λέγοντας, λοιπόν, τα πράγματα με το όνομά τους ομολογούμε μαζί με την Εκκλησία μας ότι οποιαδήποτε σαρκική σχέσι ετεροφύλων προ ή εκτός του εκκλησιαστικού γάμου είναι πορνεία. Δηλαδή πράξι, που βλάπτει καίρια και την ψυχή αλλά και το σώμα του άνθρωπου. Και τούτο, διότι η σεξουαλικότης δεν συγκαταλέγεται στα «αδιάβλητα πάθη» του μεταπτωτικού άνθρωπου αλλά στα «ψεκτά πάθη», τα οποία επιφέρουν βαρύτατες κακώσεις στον ψυχοσωματικό ανθρώπινο οργανισμό.
           
 Εδώ ακριβώς βρίσκεται η ουσία του θέματος και οδηγός μας στη διερεύνησί της είναι η ανθρωπίνη φύσις του Χριστού. Όχι οι ανθρώπινες ψευδαισθησιακές εμπειρίες και οι μάταιοι διαλογισμοί.
Η ανθρωπίνη φύσις του Χριστού θα μας διδάξη ποια είναι τα «φυσικά και αδιάβλητα πάθη» της μεταπτωτικής άνθρωπίνης φύσεως, που προσέλαβε κατά την ενανθρώπησί Του ο Χριστός, τα οποία είναι ακίνδυνα και δεν βλάπτουν ψυχοσωματικά τον άνθρωπο (βεβαίως, όταν αυτά δεν εκτρέπονται σε καταχρήσεις), για να διαπιστώσουμε, αν η σεξουαλικότητα είναι πράγματι τόσο ακίνδυνη εκτός του μυστηρίου του γάμου, όπως μας την παρουσιάζουν οι νεοφανείς νικολαΐται.
            
 Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο μέγας δογματικός Θεολόγος της Εκκλησίας μας ορίζει σαφώς ποια είναι τα αδιάβλητα ( = ακατηγόρητα) πάθη: «Φυσικά δε και αδιάβλητα πάθη εισί τα ουκ έφ' ημίν, όσα εκ της επί τη παραβάσει κατακρίσεως εις τον ανθρώπινον εισήλθε βίον˙ οίον πείνα, δίψα, κόπος, πόνος, το δάκρυον, η φθορά, η του θανάτου παραίτησις, η δειλία, η αγωνία (εξ  ης οι ιδρώτες, οι θρόμβοι του αίματος) η δια το ασθενές της φύσεως υπό των αγγέλων βοήθεια και τα τοιαύτα, άτινα πάσι τοις ανθρώποις φυσικώς ενυπάρχει»(Έκδοσις Ακριβής της ορθοδόξου Πίστεως Γ, 64). Και στην συνέχεια, εξηγώντας μας ότι τα «αδιάβλητα πάθη» τα ενεργούσε με τη θέλησί Του ο Χριστός, χάριν της σωτηρίας μας, και δεν τα έπασχε ακουσίως μας επιβεβαιώνει ότι μόνο αυτά τα «πάθη», που ενήργησε ο Χριστός, είναι «αδιάβλητα», φυσικά και αβλαβή.
            
 Ας τον ακούσουμε: «Τα φυσικά ημών πάθη κατά φύσιν και υπέρ φύσιν ήσαν εν τω Χριστώ. Κατά φύσιν μεν γαρ, εκινείτο εν αυτώ, ότι παρεχώρει τη σαρκί παθείν τα ίδια˙ υπερ φύσιν δε ότι ου προηγείτο εν τω Κυρίω της θελήσεως τα φυσικά˙ ουδέν γαρ ηναγκασμένον έπ' αυτού θεωρείται, αλλά πάντα εκούσια˙ Θέλων γαρ επείνασε, θέλων εδίψησε, θέλων εδειλίασε, θέλων απέθανεν» (ο.α.) Ουδέποτε ο Χριστός ενήργησε τη σαρκικη επιθυμία, ώστε αυτη να συγκαταριθμηθή στα αδιάβλητα και φυσικά πάθη. Και όχι μόνο αυτό, αλλά ούτε σπέρμα είχε ο Χριστός, έφ' όσον δεν συνελήφθη εκ σπέρματος και «θελήματος ανδρός» αλλά συνελήφθη «εκ Πνεύματος Αγίου». «Η του Θεού του υψίστου ενυπόστατος σοφία και δύναμις, ο Υιός του Θεού ο τω Πατρί ομοούσιος, επεσκίασεν επί την Αγίαν Παρθένον, οιονεί Θείος σπόρος, και συνέπηξεν εαυτώ εκ των αγνών και καθαρωτάτων αυτής αιμάτων σάρκα εμψυχωμένην ψυχή λογική τε και νοερά απαρχήν του ημετέρου φυράματος, ου σπερματικώς, αλλά δημιουργικώς, δια του Αγίου Πνεύματος, ου ταις κατά μικρόν προσθήκαις απαρτιζομένου του σχήματος, άλλ' υφ' εν τελειωθέντος, αυτός ο του Θεού Λόγος χρηματίσας τη σαρκί υπόστασις»(Έκδοσις Γ, 46).
           
 Ο Χριστός δεν συνελήφθη «σπερματικώς», όπως οι πεπτωκότες άνθρωποι, αλλά δημιουργικώς, όπως ο Αδάμ. Ούτε έλαβε σπέρμα, ούτε προσέλαβε σπέρμα, ούτε ενήργησε την σπερματική διαδικασία στην Σάρκα Του, και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο άπ' αρχής της μεταπτωτικής ζωης του ανθρώπου ετέθησαν από τον Θεό όρια και προϋποθέσεις για την εξασφάλισι ακίνδυνης σαρκίκης σχέσεως μεταξύ ετεροφύλων.
Αρχικά, επέτρεψε τη σαρκική σχέσι μεταξύ αδελφών, διότι μόνο γονείς και αδέλφια υπήρχαν επί της γης. Ακολούθως, μόλις αυξήθηκε ο  αριθμός των ανθρώπων,  απηγόρευσε τις σαρκικές σχέσεις μεταξύ αδελφών, ώστε να διασώζεται επί της γης μία εικόνα επουρανίου ζωής, όπου εκεί οι άνθρωποι «ούτε γαμούσιν ούτε εκγαμίζονται, άλλ' ως άγγελοι εν ουρανώ είσι» (Ματθ. 22, 30). Και όχι μόνο απηγόρευσε τις σαρκικές σχέσεις μεταξύ αδελφών αλλά εφρούρησε την εντολή Του αυτή με την ασθένεια της αιμοφιλίας, ώστε να γίνεται σεβαστή και να εφαρμόζεται από όλους. Κατόπιν, όταν έδωσε ο Θεός στους ανθρώπους, ιερείς, «γράμματα και πλάκες», ώρισε σαφώς και τις προϋποθέσεις των αβλαβών για την ψυχή και το σώμα σαρκικών ετεροφύλων σχέσεων.
Έτσι φθάνουμε και στην Κ. Διαθήκη, όπου εκεί πάμπολλες φορές υπογραμμίζεται ότι κάθε σχέσι σαρκική ανδρός και γυναικός εκτός της ευλογίας του γάμου είναι πορνεία, δηλαδή χωρισμός του ανθρώπου από τον Θεό. Χαρακτηριστικός είναι ο διάλογος του Χριστού με την Σαμαρείτιδα, επί του οποίου διαλόγου ο αείμνηστος π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος κάνει σοφές και θεολογικώτατες επισημάνσεις ως προς το θέμα μας και γι' αυτό παραπέμπουμε τον αναγνώστη.
Το μυστήριο του γάμου.
            
 Η Αγία μας Εκκλησία, ως Ταμείον της Θείας Χάριτος και Διδασκαλίας του Χριστού συναρίθμησε τον γάμο στα επτά άγια μυστήρια, τα οποία εξασφαλίζουν στον άνθρωπο τη μετοχή του στη Θ. Ευχαριστία, τη Θ. Κοινωνία. Τα άγια μυστήρια είναι άπειρα, διότι, όπως επισημαίνει ο αείμνηστος π. Ιουστίνος Πόποβιτς, η χάρις του Θεού δεν δίδεται «εκ μέτρου». Επτά, όμως, από αυτά είναι οι μοναδικές θύρες για την ένωσι του ανθρώπου με τον Θεό δια της Θ. Μεταλήψεως. Το Βάπτισμα και το Χρίσμα καθιστούν τον άνθρωπο μέλος του Σώματος του Χριστού, μέλος της Εκκλησίας, ώστε να μπορή να κοινωνή. Τα μυστήρια της Εξομολογήσεως και του Ευχελαίου, για να επουλώνουν τις τραυματικές από την αμαρτία καταστάσεις της ψυχής και να καθαρίζουν τον άνθρωπο από «πάσης αμαρτίας». Το μυστήριο της Ιερωσύνης, για να τελή τη Θ. Ευχαριστία και να δίδη σε όλες τις γενεές λειτουργούς του Μυστηρίου της Θ. Ευχαριστίας. Και τέλος, το μυστήριο του Γάμου προστατεύει το ζεύγος από τις καταστρεπτικές ψυχοσωματικές επιπτώσεις των σαρκικών σχέσεων (που εμποδίζουν να ανθίση μεταξύ τους η αγάπη του Θεού) μεταβάλλοντας το «ψεκτό» ( = θανάσιμο, φθοροποιό) πάθος της σαρκικής επιθυμίας σε κατά χάριν αδιάβλητο και έτσι δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την ακατάκριτη προσέλευσι του ζεύγους στη Θ. Κοινωνία.
Βεβαίως, το μυστήριο του γάμου είναι προαιρετικό, διότι δεν είναι απαραίτητο για τη σωτηρία του ανθρώπου, όταν ο άνθρωπος επιλέξη να ακολουθήση την αγαμία. Είναι όμως υποχρεωτικό, για οποίον επιθυμεί να έχη σαρκικές σχέσεις και να κοινωνή. Σαρκικές σχέσεις και Θ. Κοινωνία χωρίς τον εκκλησιαστικό γάμο είναι αδιανόητες. Είναι φωτιά! Είναι «κρίμα» και «κατάκριμα».
           
 Ο κ. Γιανναράς ειρωνεύεται τον ελλαδικό κλήρο, που ακολουθεί την Εκκλησία του και όχι τον ίδιο. Αλλά και ο ελλαδικός και σύμπας ο Ορθόδοξος κλήρος ειρωνεύεται την ειρωνεία του κ. Γιανναρά και καταγελά την άγνοια του καθηγητού, που συγχέει τα «αδιάβλητα» με τα «ψεκτά» πάθη. Ο κ. Γ. συσχετίζει «όσους γευματίζουν και δειπνούν εκτός του μυστηρίου της Ευχαριστίας και ικανοποιούν τη φυσική ανάγκη της τροφής» με εκείνους που έχουν σαρκικές σχέσεις χωρίς Εκκλησιαστικό γάμο αλλά με πολιτικό. Δηλαδή με κείνους που πορνεύουν. Όμως, όπως είδαμε, άλλο είναι το «φυσικό και αδιάβλητο πάθος» της πείνας, το οποίο προσέλαβε και ενήργησε κατά την ενανθρώπησί του ο Χριστός και άλλο το «ψεκτό πάθος» της σαρκικής επιθυμίας και πράξεως, το οποίο δεν προσέλαβε κατά την ενανθρώπησί Του ο Χριστός και γι' αυτό ούτε το ενήργησε. Και συνεπώς, άλλο πράγμα είναι να τρως ένα φαγητό, για να κατασιγάσης την πείνα σου, που είναι φυσική και αδήριτη ανάγκη και άλλο να πορνεύης ισχυριζόμενος ότι οι σαρκικές σχέσεις είναι... φυσική ανάγκη. Για το φαγητό η Εκκλησία δεν τελεί ειδικό μυστήριο αλλά μόνο προσευχή, ώστε οι άνθρωποι να μην λησμονούν την εγκράτεια και εκτραπούν σε γαστριμαργικές καταχρήσεις. Ενώ για τις σαρκικές σχέσεις τελείται ειδικό μυστήριο, το μυστήριο του γάμου, ώστε αυτές να χάσουν την φθοροποιό και βλαπτική ενέργειά τους και να μη εμποδίζουν να αναπτυχθή στο ζεύγος η τελεία αγάπη.
  
Την αλήθεια αυτή επιβεβαιώνει και ο Μέγας Βασίλειος στον Κ ' Κανόνα του, καταρρίπτοντας συγχρόνως και τον ισχυρισμό των μνημονευθέντων νεωτεριστών ότι τάχα δεν είναι πορνεία οι προγαμιαίες σχέσεις, όταν μεταξύ του ζεύγους υπάρχη αγάπη.
 Γράφει ο Μ. Βασίλειος: «Η πορνεία γάμος ουκ έστιν, άλλ' ουδέ γάμου αρχή. Ώστε, εάν η δυνατόν τους κατά πορνείαν συναπτομένους χωρίζεσθαι, τούτο κράτιστον, αν δε στέργωσιν εκ παντός τρόπου το συνοικέσιον, το μεν της πορνείας επιτίμιον γνωριζέτωσαν, αφιέσθωσαν δε, ίνα μη χείρόν τι γένηται». Υπάρχει άραγε σαφέστερη διακήρυξι της Εκκλησίας μας κατά των προγαμιαίων σχέσεων από αυτήν του Μ. Βασιλείου;
           
 Αλήθεια! Πόσα μας διδάσκει σε τόσο λίγες φράσεις! Πρώτον, ότι οι προγαμιαίες σχέσεις είναι πορνεία. Δεύτερον, ότι η πορνεία είναι δηλητήριο και γι' αυτό δεν πρέπει να προχωρούν σε γάμο, όσοι, πριν από το μυστήριο, ολοκλήρωσαν τις σαρκικές σχέσεις. Τρίτον, ότι μόνο κατ' οικονομίαν επιτρέπεται ο γάμος μεταξύ δύο, που έχουν προγαμιαίες σχέσεις, δηλαδή αν αυτοί έχουν τόσο σφοδρό έρωτα μεταξύ τους οπότε, αν χωρισθούν και συνάψουν γάμο με άλλα πρόσωπα, υπάρχει κίνδυνος να συναντώνται κρυφά μεταξύ τους και έτσι να υποπίπτουν στη μοιχεία ή να «φονεύσωσι τον εαυτόν τους, τον υπερβολικόν έρωτα και τον χωρισμόν μη υποφέροντες», όπως επεξηγεί ο Αγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Και τέταρτον, ότι και αν ακόμη τους επιτραπή να ενωθούν με εκκλησιαστικό γάμο, να λάβουν και το επιτίμιο που προβλέπεται για τους πορνεύσαντας!
Οι λόγοι για τους οποίους η Εκκλησία είναι κατηγορηματική εναντίον των προγαμιαίων σχέσεων, είναι πάμπολλοι. Έχει αναφερθή σ' αυτούς εκτενώς ο μακαριστός π. Επιφάνιος. Εμείς τονίσαμε τις κακές υπαρξιακές επιπτώσεις των προγαμιαίων σχέσεων, που απορρέουν από την παραχάραξί του Χριστολογικού δόγματος. Διότι πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλοι, ότι με την παραχάραξι της ανθρωπίνης φύσεως του Χριστού δεν επιτυγχάνεται η Θεία Κοινωνία του ανθρώπου και γι' αυτό μένει απραγματοποίητος πόθος η αγαπητική ένωσι των ζευγαριών.
             
Οι σαρκικές σχέσεις ενός ζευγαριού έξω από το μυστήριο του γάμου εμπνέονται μόνο από ένα σαρκικό συναίσθημα, από το οποίο απουσιάζει η ευλογία του Θεού, εφ' όσον ο Ίδιος ο Χριστός και η Εκκλησία Του ώρισε τον ακριβή τρόπο μεταδόσεως αυτής της ευλογίας. Η απουσία της ευλογίας του Θεού συσκοτίζει το νου του ανθρώπου, ο οποίος έχοντας ανευλόγητες σαρκικές σχέσεις αδυνατεί να γνωρίση ως άνθρωπο και εις βάθος τον ερωτικό του σύντροφο. Γνωρίζει μόνο τη σάρκα, τα δε λοιπά του ανθρώπου τα φαντάζεται μέσα στην αχλύ του ανευλόγητου ερωτικού πάθους. Έτσι εξηγείται το πως πάμπολλα «τρελλά ερωτευμένα» ζευγάρια κατά τη διάρκεια των προγαμιαίων σχέσεων, καταλήγουν μέσα στο γάμο να συνειδητοποιήσουν ότι παντρεύτηκαν κάποιον άγνωστο: Έτσι εξηγείται και το γιατί προτρέπει ο Μ. Βασίλειος να χωρίζονται, όσα ζευγάρια έκαμαν αρχή όχι από το μυστήριο άλλ' από την πορνεία. Γιατί η κακή αρχή που έκαμαν, τους εστέρησε τη διαύγεια των κριτηρίων επιλογής και συνεπώς δεν εξασφαλίζονται εγγυήσεις για το μέλλον.
             
Αυτά, βεβαίως, απευθύνονται στους πιστούς, που έχουν συνειδητοποιήσει τις οντολογικές συνέπειες της αμαρτίας, τη φθορά, τη σήψη, τον πνευματικό θάνατο. Στους λοιπούς, που χαμογελούν ειρωνικά οικτείροντες τον ελλαδικό κλήρο για την προσήλωσί του στις οδηγίες του Χριστού και της Εκκλησίας Του, χαμογελούμε για το χαμόγελό τους αλλά και αδελφικά τους υπενθυμίζουμε: «Φοβερόν το εμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος»!

Πρωτ. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης

* Πρωτοδημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Ορθόδοξος Τύπος» στις 30-1-1998 με τίτλο  «ΠΡΟΓΑΜΙΑΙΑΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΔΙΑΒΛΗΤΑ ΠΑΘΗ»

Παρασκευή 14 Ιουνίου 2013

Duplex Μυστήρια με Duplex συνείδηση.

Έγινε της μόδας και επιβεβλημένο πλέον κάθε ζευγάρι που θέλει να ενώσει τις ζωές του να ξεκινά τα πρώτα του κοινά βήματα και κατά προτεραιότητα από την μεγάλη «ευλογία» του Δημάρχου ή Αντιδημάρχου και κατόπιν ,τις περισσότερες φορές με παιδιά στην αγκαλιά που κλαυθμηρίζουν γοερά από την ταλαιπωρία των 2 συναπτομένων Μυστηρίων να προσέρχονται  και στις Εκκλησιές για να επιτελέσουν κατά τα παραδοσιακά ειωθότα και τον  Θρησκευτικό Γάμο.

Το ακόμη χειρότερο είναι αφού φτάσουν στην Εκκλησία ,κατόπιν εορτής, να λαμβάνουν και το απαραίτητο ύφος του επιτυχημένου και όχι του μετανοούντος αφού υπο αυτές τις συνθήκες, λίγα χρόνια πριν, θα ντρεπόσουν για τον εαυτό σου πόσο μάλλον να προσέρχεσαι με τυμπανοκρουσίες, πλουσίους στολισμούς και άλλα εφέ για να παρουσιάσεις σε ιερό τόπο την αναίδειά σου στον Θεό αφού αποδεικνύεις στην πράξη πως Αυτός έχει την τελευταία προτεραιότητα  στην ζωή σου.

Το ακόμη λυπηρόν είναι και η δική μας ως Ιερείς ανοχή και οικονομία που δείχνουμε σε αυτές τις άνομες καταστάσεις και έτσι στην ουσία συνηγορούμε και επιδοκιμάζουμε αυτές τις προδοτικές για Τον Χριστό μας πράξεις, αφού εάν η άρνηση των παλαιών Χριστιανών να ρίξουνε λίγο λιβανάκι στα είδωλα έφερνε την κατακρεούργησή και το φρικτό μαρτύριό  τους,  εμείς σήμερα τόσο εύκολα και αβασάνιαστα γυρίζουμε την πλάτη μας στον Κύριο και αφού ρίξουμε το  θυμίαμα της ψυχής μας επί του θυσιαστηρίου του Δημαρχείου στρεφόμαστε έπειτα και εθιμοτυπικά στον Χριστό, όπου Αυτού θέλημά «στιν ννομος συζυγία»(Ακολ.Γάμου)

Το επιπλέον ειρωνικό κιόλας είναι όταν οι τον πολιτικόν Γάμον επιτελέσαντες και αρνούμενοι την πίστη να θελήσουν κατόπιν να γίνουν και εγγυητές αυτής της  πίστεώς (που λίγο καιρό πριν αμφισβήτησαν ) ως ανάδοχοι στο Ιερό Μυστήριο του Βαπτίσματος.

Για να μην αναφερθούμε και στα όσα αμέτρητα πρακτικά προβλήματα που δημιουργούνται στον Ι.Ναό κατά την τέλεση των διπλών Μυστηρίων, αφού έχεις να κάνεις με ένα παιδί καταταλαιπωρημένο να περιμένει επί 3 ώρες μέσα στην πολυκοσμία και ζέστη για να βαπτισθεί, αλλά και ένα συγγενολόϊ με απούσα  συνήθως Ορθόδοξη λειτουργική αγωγή, που καλείται  επί 3 ώρες να κάνει   τον κομπάρσο στο Ι. Μυστήριο μπαινοβγαίνοντας από τον Ναό και καπνίζοντας ενίοτε για να πλήξει την πλήξη του ή μεταποιώντας τον Ι.Ναό σε Συναγωγή των Ιουδαίων με την ατελείωτη μεταξύ των πάρλα και αργολογία.

Είναι άραγε αυτά πράγματά Του Θεού;

Αν όχι τότε να μεταποιήσουμε την συνείδησή μας από Duplex σε απλή, καθαρή και διάφανη!
Έτσι όπως την θέλει ο Θεός.


π.Διονύσιος Ταμπάκης-Ι.Ναός Παναγίας -Ναύπλιον