.

ΠΕΡΙ ΓΑΜOY MAΡΤΥΡΙΕΣ (και όχι μόνο)

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Οικογενειακό Δίκαιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Οικογενειακό Δίκαιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014

Διατάξεις Οικογενειακού Δικαίου στους Κανόνες της εν Αγκύρα Συνόδου (4ος αι.) – 2ο Μέρος



syno2














4.     Οι διατάξεις στον ιθ΄ κανόνα.
Ο ιθ΄[1] κανών της εν Αγκύρα Συνόδου ορίζει περί παρθένων που αθετούν την υπόσχεσή τους περί παρθενίας. Αναφέρει ο κανόνας ότι όσοι υπόσχονται παρθενία και αθετούν την υπόσχεσή τους αυτή πρέπει να επιτιμώνται με τον όρο των διγάμων.[2] Ο κανών απαγορεύει και την συγκατοίκηση των παρθένων με τρίτους που θεωρούνται αδέρφια τους, ενώ στη πραγματικότητα δεν είναι. Ο όρος των διγάμων αναφέρεται στον δ΄ κανόνα του Μ. Βασιλείου όπου εκεί ορίζεται ότι είναι ενιαυτόν, ενώ μερικοί πατέρες ορίζουν περί διετίας.
Ο Ζωναράς στην ερμηνεία του[3] αναφέρει ότι στους παρθένους ανήκουν τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες και ότι η παρούσα σύνοδος απαγόρευσε τη συγκατοίκηση με άλλους ώστε να μην υπάρχει ούτε καν υποψία αθέτησης της υποσχέσεως. Ωστόσο στον ιθ΄ κανόνα του Μ. Βασιλείου[4] αναφέρεται ότι δεν γνωρίζουμε ομολογία ανδρών περί παρθενίας.
Στην ερμηνεία του ο Βαλσαμών[5] λέει ότι η αθέτηση της επαγγελλόμενης παρθενίας γίνεται με προοπτική το Γάμο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ορίζεται το επιτίμιο των διγάμων και όχι των πορνών. Επίσης θα πρέπει να λογίζονται ως παρθένοι τόσο άνδρες όσο και γυναίκες, όχι όμως μόνο αυτοί που εγκαταλείπουν τα εγκόσμια για τον μοναχισμό, αλλά και όσοι επαγγέλλονται παρθενία φέροντας  λαϊκό σχήμα. Αυτοί λοιπόν που έχουν επιλέξει τον μοναχισμό εάν τυχόν αθετήσουν την υπόσχεσή τους δεν επιτιμώνται ως δίγαμοι αλλά ως μοιχοί[6] σύμφωνα και με τον ιη΄ κανόνα του Μ.Βασιλείου.[7] Αντίστοιχα και ο Βλάσταρης[8] ακολουθεί την ίδια ερμηνεία.[9]
5.     Οι διατάξεις στον ιη΄ κανόνα.
Στον ιη΄ κανόνα του ο Μ. Βασίλειος ασχολείται με το θέμα των παρθένων όπου χαρακτηριστικά λέει πως οι Πατέρες της Εκκλησίας μας έως τώρα νομοθέτησαν και βρήκαν πως είναι καλό οι παρθένοι οι οποίοι αθέτησαν την υπόσχεσή τους να επιτιμώνται με τον όρο των διγάμων. Επειδή όμως η εκκλησία ενδυναμώνεται περισσότερο  και αυξάνεται η τάξη των παρθένων, πρέπει να προσέξουμε το νόημα της παρθενίας υπό το πνεύμα της Γραφής, υπό το πρίσμα της οποίας είναι δυνατό να διαπιστώσουμε το μέγεθος της αμαρτίας των αθετούντων παρθένων.
Έτσι ο Μ. Βασίλειος χρησιμοποιώντας την Α΄ προς Τιμόθεον επιστολή του Παύλου[10] όπου ομιλεί για τις χήρες που είναι νέες σε ηλικία, προτρέπει να μην τις δέχονται στον κατάλογο της Εκκλησίας, δηλαδή σ’ αυτές που αφιερώνονται στον Θεό, διότι όταν οι επιθυμίες τους νικούν τον πόθο τους να υπηρετήσουν τον Χριστό, αυτές θέλουν να παντρευτούν. Αποτέλεσμα αυτής της στάσεως είναι να αποκτούν κρίμα, δηλαδή αμαρτία, διότι αθετούν την πρώτη υπόσχεσή τους να υπηρετούν τον Χριστό.
Χρησιμοποιώντας ο Μ. Βασίλειος τη ρήση αυτή του Παύλου καταλήγει στο εξής συμπέρασμα. Η χήρα θεωρείται ένοχη επειδή αθέτησε την  πίστη της στο Χριστό, τότε τί πρέπει να πούμε για την παρθένο η οποία είναι κατ’ ουσία νύμφη Χριστού και ιερό σκεύος αφιερωμένο στο Χριστό. Σύμφωνα μ’ αυτόν το συλλογισμό ο Μ. Βασίλειος δεικνύει ότι η χηρεία είναι έλασσον της παρθενίας και ως εκ τούτου η αθέτηση της παρθενίας πρέπει να επιτιμάται αυστηρότερα από την αθέτηση της χηρείας ως υπόσχεση, διότι η μεν χηρεία συνάδει με ομολογία σωφροσύνης η δε παρθενία με ομολογία πίστεως. Η χήρα κολάζεται ως δούλη διεφθαρμένη, διότι όπως η δούλη προσβάλει το κύριό της έτσι και η χήρα με τη δική της ζωή προσβάλει το Κύριο και Θεό της. Αντίστοιχα η παρθένα κολάζεται ως μοιχαλίδα διότι είναι νύμφη Χριστού και μοιχάται εφόσον τον εγκαταλείπει.
6.     Οι διατάξεις στον κ΄ κανόνα.
Ο κ΄ κανόνας της εν Αγκύρα Συνόδου[11] διαλαμβάνει περί μοιχείας. Ο κανόνας τούτος αναφέρεται στη μοιχεία με την στενή έννοια του όρου,[12] δηλαδή την μοιχεία που τελείται από έγγαμο. Η μοιχεία είναι έγκλημα σκοπού και ο σκοπός προκύπτει απ’ το ότι οι μοιχεύοντες θέλουν  να ικανοποιήσουν τη γενετήσιο ορμή τους αθέσμως.
Η μοιχεία είναι ουσιαστικά έγκλημα το οποίο προσβάλει φαινομενικά τη γενετήσιο ζωή. Προσβάλλοντας όμως τη γενετήσιο ζωή ενός νυμφευμένου θίγεται και ο θεσμός του Γάμου και κατ’ επέκταση της Οικογενειακής ζωής. Επομένως γίνεται αντιληπτό ότι η μοιχεία είναι ένα έγκλημα το οποίο διαβρώνει τα θεμέλια της οικογενειακής γαλήνης.
Έτσι έρχεται ο κ΄ κανών της παρούσης Συνόδου ο οποίος επιτιμά με ακοινωνησία επτά ετών τόσο τη μοιχαλίδα όσο και το μοιχό. Στον οζ΄ κανόνα του Μ. Βσιλείου[13] επαναλαμβάνεται η επταετία ως επιτίμιο. Σημαντικό είναι να αναφέρουμε ότι ο Μ. Βασίλειος στον νη΄ κανόνα του επιβάλει στους μοιχευθέντες ακοινωνησία ιε΄ ετών,[14] ενώ ο Γρηγόριος Νύσσης στον δ΄κανόνα του ιη΄ έτη ακοινωνησίας.[15]  Είναι χαρακτηριστικό στους Πατέρες ότι αυξάνουν το επιτίμιο της ακοινωνησίας, γεγονός που δείχνει το μέγεθος της αμαρτίας που διαπράττεται.
Στο κανόνα τούτο του Αγ. Γρηγορίου επισκόπου Νύσσης είναι πραγματικά εντυπωσιακή η διάκριση που γίνεται μεταξύ πορνείας και μοιχείας. Ο Γρηγόριος θεωρεί τη μοιχεία ειδεχθέστερο έγκλημα από αυτό της πορνείας, αυτός είναι και ο λόγος άλλωστε  που επιβάλει ακοινωνησία εννέα ετών στους πόρνους ενώ στους μοιχούς διπλασιάζει το επιτίμιο.
  • 7.     Οι διατάξεις στον κε΄ κανόνα.
Ο κε΄ κανόνας[16] διαχειρίζεται ένα πολύ ιδιαίτερο θέμα που δεν εμπίπτει μόνο στο οικογενειακό δίκαιο. Συγκεκριμένα αναφέρεται στη περίπτωση κατά την οποία κάποιος που έχει μνηστευθεί μία κοπέλα, βίασε την αδερφή της με αποτέλεσμα να την αφήσει έγκυο. Ύστερα από αυτή την πράξη νυμφεύθηκε την αρραβωνιαστικιά του, με αποτέλεσμα αυτή που βιάστηκε να κρεμαστεί μη μπορώντας να αντέξει το βάρος των πράξεων που επιτελέστηκαν. Αυτός λοιπόν επιτιμάται με δεκαετή ακοινωνησία  χωρίς όμως να εξαιρούνται  αυτοί οι οποίοι γνώριζαν το περιστατικό και δεν μίλησαν, ώστε να αποτρέψουν το γεγονός της αυτοκτονίας, οι οποίοι επιτιμώνται εξίσου με το ίδιο επιτίμιο.
Σύμφωνα με τον Ζωναρά και τον Βαλσαμών[17] κατά οη΄ κανόνα του Μ. Βασιλείου,[18] αυτός που νυμφεύεται δυο αδερφές επιτιμάται με αποχή από τα Θεία Μυστήρια επί επταετία. Εδώ βλέπουμε μία διαφορά όσον αφορά την εφαρμογή των επιτιμίων μεταξύ του κε΄ της παρούσης συνόδου μ’ αυτόν του Μ. Βασιλείου. Στο μεν κε΄ αναφέρεται η δεκαετία στον δε οη΄ η επταετία. Ωστόσο διαφορά δεν υπάρχει, διότι όπως αναφέρουν και οι δύο κανονολόγοι  στον οη΄ του Μ. Βασιλείου πρόκειται για εφαρμογή του επιτιμίου της μοιχείας επί αθεμιτογαμίας, ενώ στη περίπτωση του κε΄ της εν Αγκύρα συνόδου δεν έχουμε μόνο αθεμιτογαμία αλλά επιπλέον πορνεία και φόνο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο επιτιμώνται με δεκαετή ακοινωνησία.
Χαρακτηριστικό επίσης του κανόνα τούτου είναι το ότι δεν τιμωρείται μόνο ο πράξας το έγκλημα αλλά και οι συνηδότες, δηλαδή αυτοί που γνώριζαν για το έγκλημα που είχε διαπραχθεί και δεν μίλησαν ώστε ν’ αποτραπεί. Γι’ αυτ’ο και ο Μ. Βασίλειος στον οα΄  κανόνα του[19] ορίζει γι’ αυτούς που γνώριζαν για το έγκλημα το ίδιο επιτίμιο μ’ αυτόν που έπραξε το έγκλημα.[20]
 [Συνεχίζεται]

[1] Ρ.Π.Γ΄ σελ. 60.
[2] Για την έννοια της διγαμίας βλ. Χριστινάκη,  Η Απόπειρα, σελ. 647,651.
[3] Ρ.Π.Γ΄, σελ. 61-62.
[4] Ρ.Π.Δ΄, σελ. 145.
[5] Ρ.Π.Γ΄, σελ. 60-61.
[6] Για την έννοια της μοιχείας βλ. Χριστινάκη, Η Απόπειρα, σελ. 630 και εξής.
[7] Ρ.Π.Δ΄, σελ. 140-142.
[8] Ρ.Π.ΣΤ΄, σελ. 391.
[9] Βλ. ερμηνεία Πηδαλίου σελ. 380-381.
[10] Α΄ Τιμ. ε΄,11
[11] Ρ.Π.Γ΄, σελ. 62
[12] Χριστινάκη, Τα υποκειμενικά στοιχεία, σελ .267.
[13] Ρ.Π.Δ΄, σελ. 239-240.
[14] Ό.π., σελ. 216.
[15] Ό.π., σελ. 310.
[16] Ρ.Π.Γ΄, σελ. 68.
[17] Ρ.Π.Γ΄, σελ. 68-69.
[18] Ρ.Π.Δ΄, σελ. 240.
[19] Ό.π., σελ. 230-231.
[20] Βλ. ερμηνεία Πηδαλίου σελ. 384.

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2014

Διατάξεις Οικογενειακού Δικαίου στους Κανόνες της εν Αγκύρα Συνόδου (4ος αι.) – 1ο Μέρος

            Στον ι΄ κανόνα της εν Αγκύρα συνόδου φαίνεται εν πρώτοις να ορίζει ποιοι από τους κληρικούς δύνανται να νυμφευθούν μετά τη χειροτονία  τους.[1] Συγκεκριμένα ορίζει ότι οι διάκονοι οι οποίοι προ της χειροτονίας τους είχαν ενημερώσει τον επίσκοπο, ο οποίος έμελε  να τους χειροτονήσει, ότι θέλουν να νυμφευθούν, σ’ αυτούς είναι επιτρεπτό να το πράξουν. Εάν όμως δεν είχαν ενημερώσει τον επίσκοπο και προέβησαν σε μία τέτοια πράξη ο κανών ορίζει ότι πρέπει να παύονται από τα καθήκοντά τους.

coun2
 Δημήτρης Ξεσφύγγης, θεολόγος
            Από τον κανόνα αυτό είναι δυνατόν να αντλήσουμε  μερικές από τις προϋποθέσεις που πρέπει να έχει κανείς ώστε να νυμφευθεί μετά τη χειροτονία του, καθώς και μερικά από τα κωλύματα του Γάμου, εκ των οποίων ένα είναι η  χειροτονία. Σ’ αυτό το σημείο θα πρέπει να κάνουμε μια αναφορά στον στ΄ κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου[2] σύμφωνα με τον οποίο ο παρών κανόνας καθίσταται κατά κάποιον τρόπο ανενεργός, πράγμα το οποίο αναφέρει και ο Αριστηνός[3], η μάλλον θα λέγαμε καλύτερα ότι διορθώνεται από τον κανόνα αυτόν αφού θεσπίζεται σύμφωνα με τις Αποστολικές διαταγές[4] και τούτο φαίνεται από την αυτολεξεί επανάληψη στο κανόνα της Πενθέκτης.
Σύμφωνα λοιπόν με τον στ΄ κανόνα της Πενθέκτης είναι επιτρεπτό μόνο στους αναγνώστες και τους ψάλτες να νυμφεύονται, ενώ όσοι είναι υποδιάκονοι, διάκονοι, πρεσβύτεροι και επίσκοποι, σ’ αυτούς δεν είναι επιτρεπτό μετά τη χειροτονία τους να νυμφεύονται. Αν τυχόν κάποιος από αυτούς το πράξει, τούτος επιτιμάται με καθαίρεση.
Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του Βαλσάμωνα ότι επί Λέοντος Σοφού οι ιερωμένοι είχαν άδεια εντός μιας διετίας από της χειροτονίας τους να λάβουν νόμιμα σύζυγο.[5] Τούτο μας δεικνύει πόσο συχνό φαινόμενο ήταν να τελείται ο Γάμος μετά τη χειροτονία την εποχή που θεσπίστηκαν οι κανόνες.
Με αυτά που αναφέραμε παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι την εποχή που θεσπίστηκαν οι κανόνες της εν Αγκύρα Συνόδου τελούνταν Γάμοι και μετά τη Χειροτονία των κληρικών. Θέλοντας οι πατέρες της παρούσης συνόδου να διορθώσουν το άτοπο αυτό θέσπισαν τον κανόνα αυτόν και επέτρεψαν μόνο στους διακόνους και κατ’ επέκταση στους υποδιακόνους να έχουν την δυνατότητα να νυμφευθούν μετά τη χειροτονία τους, υπό την προϋπόθεση ότι θα  έχουν ενημερώσει τον επίσκοπό τους για αυτή τους τη θέληση. Τούτος όμως ο κανών κατέστη όπως προείπαμε ανενεργός από τον στ΄ κανόνα της Πενθέκτης.
2.     Οι διατάξεις στον ια΄ κανόνα.
Ο  ια΄ κανών της εν Αγκύρα[6] ορίζει ότι οι γυναίκες , οι οποίες ήταν αρραβωνιασμένες και αρπαχθήκαν από άλλους, αυτές θα πρέπει να επανέρχονται στους αρραβωνιαστικούς τους, όχι βέβαια απαραιτήτως, παρ’ εκτός και αν το ζητήσουν οι ίδιοι οι αρραβωνιαστικοί.
Τούτος ο κανόνας δεν φαίνεται εν πρώτοις να έχει έρεισμα οικογενειακού δικαίου. Παρ’ όλα αυτά εάν τον ερευνήσουμε πιο σχολαστικά θα διαπιστώσουμε ότι όχι μόνο αναφέρεται σε θέματα που άπτονται του οικογενειακού δικαίου αλλά ότι αποτελεί κατ’ εξοχήν κανών οικογενειακού δικαίου. Αυτό προκύπτει απ’ το ότι σε μία τέτοια περίπτωση αρπαγής έχουμε διατάραξη του οικογενειακού βίου, όχι μόνο μεταξύ των μνηστευμένων αλλά και των οικογενειών αυτών, διότι διαταράσσονται τόσο οι σχέσεις μεταξύ των οικογενειών των μνηστευμένων όσο και οι ίδιοι οι μνηστευμένοι. Έτσι έρχεται ο παρών κανών και ορίζει το πρέπον που στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η επιστροφή της αρπαχθείσας υπό τη προϋπόθεση όμως ότι την ζήτησε ο μνηστήρας της.
3.     Οι διατάξεις στους ιστ΄ και ιζ΄ κανόνες.
Οι ιστ΄ και ιζ΄ κανόνες την εν Αγκύρα ασχολούνται με ένα ιδιαίτερο θέμα το οποίο είναι η κτηνοβασία.
Συγκεκριμένα ο ιστ΄[7] κανών καταδικάζει την πράξη αυτή,  όπως είναι αναμενόμενο, αλλά το ξεχωριστό σ’ αυτόν τον κανόνα είναι ότι τα επιτίμια που επιβάλει σ’ αυτούς που έπραξαν αυτό το αδίκημα δεν είναι τα ίδια. Παρατηρούμε ότι τους χωρίζει σε τρεις κατηγορίες οι οποίες ορίζονται βάσει των ηλικιών τους.
Πρώτον έχουμε αυτούς που ηλικία τους είναι μέχρι είκοσι ετών. Για αυτούς λοιπόν ορίζει να υποπίπτουν 15 χρόνια, ύστερα αφού συνίστανται άλλα 5 χρόνια με τους πιστούς να μεταλαμβάνουν των Θείων Αγιασμάτων. Χαρακτηριστικό είναι αυτό που αναφέρει ο κανώνΌτι θα πρέπει να εξετάζεται ο βίος τους κατά τη διάρκεια που υποπίπτουν και έπειτα να δέχονται τη «φιλανθρωπία». Η εξέταση του βίου σημαίνει ότι ο αμαρτήσας θα πρέπει να ελέγχεται κατά κάποιο τρόπο, που στη περίπτωσή μας είναι η εξομολόγηση, ώστε να μη πέσει πάλι στο ίδιο αμάρτημα και αν και εφόσον δεν περιπέσει στο ίδιο αυτό αμάρτημα, αλλά επιδείξει και με τη στάση της ζωής του ειλικρινή μεταμέλεια, τότε θα μπορέσει να μεταλάβει της Θείας Κοινωνίας. Η εξέταση αυτή του βίου εφαρμόζεται εξίσου το ίδιο και στις άλλες δυο κατηγορίες που θα αναφέρουμε παρακάτω.
Δεύτερον έχουμε όσους έχουν υπερβεί το εικοστό έτος της ηλικίας τους,  έχουν  σύζυγο και παρ’ όλα αυτά υπέπεσαν σ’ ένα τέτοιο βαρύτατο αμάρτημα. Τούτοι θα πρέπει να υποπίπτουν για 25 χρόνια , ύστερα να συνίστανται με τους πιστούς 5 χρόνια και έπειτα να μεταλαμβάνουν των αχράντων μυστηρίων.
Τρίτον έχουμε όσους έχουν υπερβεί το 50 έτος της ηλικίας τους για τους οποίους ο κανών είναι αμείλικτος ορίζοντας πως αυτοί θα πρέπει να μεταλαμβάνουν μόνο κατά την έξοδό τους από την ζωή.
Ο ιζ΄[8] κανών χαρακτηρίζει τους αλογευσαμένους, δηλαδή τους κτηνοβάτες, ως λεπρούς στους οποίους ορίζει να προσεύχονται με τους χειμαζομένους. Χειμαζομένους χαρακτηρίζει ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης τους δαιμονιζομένους, αυτούς δηλαδή που ενεργούν υπό πνευμάτων ακαθάρτων,[9] με τους οποίους θα πρέπει να συμπροσεύχονται οι κτηνοβάτες. Σύμφωνα όμως με τον Βαλσαμών και τον Ζωναρά[10] οι χειμαζομένοι δεν είναι οι δαιμονισμένοι αφού κατά τον γ΄ Τιμοθ.[11] συγχωρείται στους δαιμονιζομένους να μεταλαμβάνουν των θείων μυστηρίων, πράγμα το οποίο δεν είναι εφικτό με τους κτηνοβάτες κατά τον ιστ΄ της εν Αγκύρα.
Αξιοθαύμαστος είναι ο τρόπος με τον οποίο επιβάλουν τα επιτίμια. Ενώ πρόκειται για το ίδιο έγκλημα εντούτοις δεν τα επιβάλουν αδιακρίτως αλλά πραγματοποιείται διάκρισης, όχι με την έννοια της εξαιρέσεως αλλά υπό το πρίσμα της υποκειμενικής αντίληψης των πραγμάτων. Δηλαδή οι κανόνες λειτουργούν και με το υποκειμενικό στοιχείο, σύμφωνα με το οποίο λαμβάνονται υπ’ όψιν οι λόγοι που οδήγησαν στο να τελεστεί ένα έγκλημα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση το υποκειμενικό αυτό στοιχείο είναι η ηλικία του αμαρτήσαντος αλλά και η ψυχική διάθεση υπό το πρίσμα της οποίας τελέσθηκε το έγκλημα . Επομένως άλλο επιτίμιο επιβάλλεται στο νεαρό που δεν ξεπερνάει το 20 έτος της ηλικίας του που διακατέχεται από τη φλόγα της σαρκικής επιθυμίας, άλλο επιτίμιο σ’ αυτόν που είναι παντρεμένος και δεν έχει ξεπεράσει το 50ό έτος της ηλικίας του και άλλο επιτίμιο  αυτός που έχει περάσει το 50ό έτος της ηλικίας του.
Με μία πρώτη ματιά γίνεται φανερό πως πρόκειται για κανόνα ο οποίος ορίζει επιτίμια για ένα έγκλημα που προσβάλει τη γενετήσια ζωή και όχι την οικογενειακή ζωή. Ωστόσο το έγκλημα αυτό της κτηνοβασίας ταράσσει και τα θεμέλια της οικογενειακής ισορροπίας αφού εάν εις εκ των συζύγων πράξει κάτι τέτοιο, ταυτόχρονα μιαίνεται και η κοίτη που σύμφωνα με τον Απόστολο Παύλο «Τμιος γμος ν πσιν κα κοτη μαντος»[12] και εφόσον η κοίτη μιανθεί, μιαίνεται  και οικογενειακός βίος.
Γίνεται αντιληπτό απ’ τα προαναφερόμενα ότι οι παρόντες κανόνες άπτονται του οικογενειακού δικαίου. Τα επιτίμια ωστόσο που επιβάλουν χρησιμοποιούνται στη συνείδηση του πιστού ως ανασταλτικός παράγων με αποτέλεσμα κάποιος ο οποίος θελήσει να πράξει το φρικτό αυτό έγκλημα της κτηνοβασίας να αποθαρρύνεται. Αν τυχόν κάποιος πράξει κάτι τέτοιο επεμβαίνουν με έξοχο τρόπο επιβάλλοντας επιτίμια που έχουν κατ’ εξοχήν παιδαγωγικό χαρακτήρα, αφού θέτουν τον άνθρωπο προ των ευθυνών του με σκοπό να συναισθανθεί το μέγεθος της αμαρτίας του υπό το πρίσμα της μετάνοιας.
[Συνεχίζεται]
[1] Ρ.Π.Γ΄, σελ. 39-40.
[2] Ρ.Π.Β΄, σελ. 318.
[3] Ρ.Π.Γ΄, σελ. 41.
[4] Ρ.Π.Β΄, σελ. 33.
[5] Ρ.Π.Γ΄, σελ. 41.
[6] Ρ.Π.Γ΄, σελ 41.
[7] Ό.π., σελ 53.
[8] Ρ.Π.Γ΄, σελ. 56.
[9] Πηδάλιον, βλ. υποσημ.1, σελ. 379
[10] Ρ.Π.Γ΄, σελ. 56 και εξής.
[11] Ρ.Π.Δ΄, σελ. 332-333.
[12] Εβρ. ιγ΄,4

πηγή