Μπορεί να φαντάζει παράταιρο, αφού έχουμε συνηθίσει κατά τη διάρκεια της «μεταπολίτευσης» να γιορτάζουν οι ερωτευμένοι στις 14 Φλεβάρη. Θα ξεκαθαρίσω ότι πρόκειται για ένα ακόμα εκσυγχρονιστικό σημάδι και της μεταπολίτευσης που οδήγησε στον ακραίο εκδυτικισμό της πλειοψηφίας του λαού, μέσα από τον οποίο χάσαμε – εκτός από το όποιο κοινωνικό κράτος και την όποια αντιπροσωπευτική δημοκρατία και «κοινωνική συνοχή» – και πολλές ζώσες εκκλησιαστικές σταθερές. Στον εκκλησιαστικό χώρο μόνο λίγοι μυημένοι γνωρίζουν ότι η πιο σαφής και τρανταχτή γιορτή των ερωτευμένων αποτελεί η σημερινή εορτή:
“Σήμερα Κυρ 19 Δεκ 2010: Μαρτύρων Βονιφατίου (+290), Αρεως (+308), Ευτυχίου, Θεσσαλονίκης, Ηλία, Πρόβου, Πολυεύκτου του Καισαρέως, Τιμοθέου και Τρύφωνος, Οσίων Αγλαΐας της Ρωμαίας και Γρηγεντίου επισκόπου Αιθιοπίας”
Οι λόγοι με κάνουν να παρουσιάσω τις σκέψεις μου είναι τρεις:
1) Πρόκειται για ένα νομικά και παράνομο ζευγάρι για την εποχή της 3ης εκατονταετηρίδας μετά Χριστό και μάλιστα μέσα στην καρδιά της Ρώμης. Ο Βονιφάτιος ήταν ένα καλοσυνάτος, ανδρείος και πανέμορφος δούλος η δε Αγλαΐα μια συγκλητική και πανέμορφη νεαρή, αλλά δεν μπορούσαν πολιτικά να συνάψουν γάμο, αφού ο Βονιφάτιος δεν ήταν «Ρωμαίος πολίτης». Ο ανθρώπινος και βιολογικός τοπυς έρωτας δεν έμελλε όμως να μείνει ανολοκλήρωτος…
2) Η Αγλαΐα είχε ασπαστεί τη χριστιανική πίστη, παρά τη πολιτική θέση της, ο δε Βονιφάτιος ήταν ένας «θρησκευτικός χυλός». Επομένως δεν ήταν δυνατόν ούτε εκκλησιαστικός γάμος (τότε δεν υπήρχαν οι σημερινές ακολουθίες, αλλά κάποια στοιχειώδης κοινή συμμετοχή στο «κοινό Ποτήριο»).
3) Είναι αναγκαίο να τονίσουμε ότι για χάρη του έρωτά του ο Βονιφάτιος και τα παρακάλια της Αγλαΐας – χωρίς να χρειάζεται να αναφερθεί εδώ το πλήρες συναξάρι, απλά δείτε ένα πολύ συνοπτικό – βρέθηκε επικεφαλής αποστολής δούλων στο Κολοσσαίο όταν μαρτυρούσαν χριστιανοί. Το αποτέλεσμα ήταν «να του βγει από τα σωθικά του» μια αυθόρμητη πίστη παρόμοια με αυτή των μαρτύρων και αφού το βροντοφώναξε, οδηγήθηκε αφ’ ενός στο μαρτύριο και αφ’ ετέρου τα οστά του βρέθηκαν στα χέρια της αγαπημένης του ως «άγια λείψανα». Ένας άλλου τύπου γάμος συνάφθηκε και ενώθηκε το ζεύγος με μια τραγική βιολογική διάσταση, αλλά και μια μεταφυσική προοπτική.
Η Αγλαΐα από την άλλη έγινε μοναχή ασκήτρια και έφτασε σε ύψη πνευματικότητας και συγκαταλέχθηκε στο χορό των Οσίων γυναικών.
Εν τέλει: Ποιος άραγε θα μπορούσε να δει σ’ αυτό τον έρωτα είτε ιδεαλιστικές ή δήθεν ηθικιστικές διαστάσεις από τη μια ή ένα έρωτα που σύρθηκε μόνο στις βιολογικές ανάγκες; Δεν αποτελεί αυτό το ζευγάρι έναν από τους πολλούς οδοδείκτες της ζώσας και εξελισσόμενης χριστιανικής πίστης μέχρι το «Μεγάλο Δείπνο»;