.

ΠΕΡΙ ΓΑΜOY MAΡΤΥΡΙΕΣ (και όχι μόνο)

Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2013

Η ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΤΡΟΠΕΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ

Έκκληση προς τους πολίτες να διατηρήσουν την συνοχή της ελληνικής οικογένειας ακολουθώντας τις χριστιανικές αρχές κάνει η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, τονίζοντας προς κάθε κατεύθυνση πως θεωρεί «εκτροπή» από τον γάμο τις σύγχρονες μορφές οικογένειας όπως «τον πολιτικό γάμο, τη μονογονεϊκή οικογένεια, την ελεύθερη συμβίωση και τον λεγόμενο γάμο των ομοφυλοφίλων».

Με εγκύκλιο - διάγγελμα «Προς τον Λαό» που έδωσε σήμερα στην δημοσιότητα, το ανώτατο διοικητικό όργανο της Εκκλησίας της Ελλάδος, η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας, την οποία απαρτίζει το σύνολο των μητροπολιτών της, γίνεται εκτενής αναφορά στην κρίση που περνά η ελληνική οικογένεια με επισημάνσεις στα συνεχώς αυξανόμενα διαζύγια αλλά και στο σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης.

«Στην περίπτωση της ελεύθερης συμβίωσης, βιώνουμε πλέον τη βαθιά θεολογική και κοινωνική αλλοίωση του θεσμού της οικογένειας. Η οικογένεια δεν θεωρείται πλέον «μικρή Εκκλησία», αλλά απλή συμβίωση του ενός με τον άλλον» σημειώνει η Ιερά Σύνοδος συμπληρώνοντας πως «Η ιερολογία του Γάμου δίνει την εντύπωση βαρύτατης δέσμευσης και φαντάζει σαν αναχρονιστικό γεγονός, σαν πράξη που δεν έχει νόημα, εν τέλει απλώς σαν μία φολκλορική τελετή. Δεν εκφράζει για εκείνους τίποτε το υπαρξιακό ούτε ενέχει εσχατολογικές ή άλλες μεταφυσικές προσδοκίες».

Αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι η «γλώσσα» που επέλεξε η Εκκλησία για να εκφράσει τις θέσεις της προς την κοινωνία. Είναι ίσως μια από τις σπάνιες φορές που η Ιεραρχία σε ένα τόσο σημαντικό κείμενο αποφεύγει τους «αφορισμούς», τους υψηλούς τόνους και τα «μη», επιλέγοντας μια ιδιαίτερα ήπια προσέγγιση.

«Ορισμένα μέλη της Εκκλησίας, εκείνα που για διάφορους λόγους, επιπόλαια κι αβασάνιστα, θα επιλέξουν για κάποιο διάστημα ή και μονίμως τον συγκεκριμένο τρόπο ελεύθερης συμβίωσης, πρόκειται να αρνηθούν την εκκλησιαστική ιερολογία της συζυγίας τους» γράφει χαρακτηριστικά ο συντάκτης της εγκυκλίου, αποφεύγοντας να επαναλάβει τα περί «πορνείας» που είχε υποστηρίξει σε παλαιότερη ανακοίνωση της η Διαρκής Ιερά Σύνοδος.

Κατά την Εκκλησία «Το πραγματικό πρόβλημα του Γάμου σήμερα δεν είναι τόσο η διάσπαση των σχέσεων, η ασυμφωνία ή η βαναυσότητα του ενός συζύγου προς τον άλλον, όσο η ειδωλοποίηση και η αυτονόμηση της οικογένειας, η έλλειψη πορείας, μαρτυρίας και προσανατολισμού του Γάμου προς τη Βασιλεία του Θεού».

Ενώ σε άλλο σημείο σημειώνεται πως «Στην αποκατάσταση και την επανεύρεση της χριστιανικής συνείδησης σχετικά με το νόημα της προσωπικής πίστης και των διαπροσωπικών σχέσεων των ανθρώπων βρίσκεται και το νόημα της οικογένειας σήμερα».

Η Ιερά Σύνοδος αναφέρει επίσης όλες τις δράσεις που έχει αναλάβει για την στήριξη της ελληνικής οικογένειας σε θεολογικό αλλά και οικονομικό επίπεδο ενώ προαναγγέλλει την τοποθέτηση της στο θέμα των μεικτών γάμων.

«Δίχως να εφησυχάζει από τη σπανιότητα των περιπτώσεων, ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει ποιμαντικά τις προσωπικές και γαμικές σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ χριστιανών και αλλοπίστων στο πλαίσιο της θρυλούμενης αλλά υπαρκτής πλέον πολυπολιτισμικότητας και του σαγηνευτικά προβαλλόμενου πλουραλισμού».



ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ «ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΑΟ»

Τέκνα ἐν Κυρίω ἀγαπητά,

Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας συνῆλθε τόν παρελθόντα Ὀκτώβριο ἐν μέσῳ καί πάλι ποικίλων κοινωνικῶν καί οἰκονομικῶν προβλημάτων, σέ μία καμπή κρίσιμων ἀνακατατάξεων. Ὡς κοινωνία, καλούμαστε νά ὑπερβοῦμε σύνθετα προσκόμματα καί σοβαρές παθογένειες καί στρεβλώσεις.

Ὡς Ἐκκλησία, καταθέτουμε τήν κοινή μας ἀγωνία γιά τό παρόν καί τό μέλλον τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας καί ἀναλογιζόμαστε τίς εὐθύνες μας καί τίς δυνατότητες ἐκπληρώσεως τῆς ἀποστολῆς μας σέ στιγμές φθορᾶς καί εὐτελισμοῦ τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, ὑποτιμήσεως τοῦ ἱεροῦ χαρακτήρα του καί ἀπαξιώσεως οὐσιωδῶν πνευματικῶν ἀξόνων τοῦ κοινοῦ μας βίου.

Καί ἐνῶ ἡ κοινωνία νοσεῖ βαθύτατα, τό βασικό της κύτταρο, ἡ οἰκογένεια, ἀργά ἀλλά σταθερά, ἀλλοιώνεται καί διαλύεται. Δέν γίνεται ὅμως νά μᾶς διαφεύγει τό γεγονός ὅτι ὁ θεσμός τῆς οἰκογένειας ἀποτελεῖ διαχρονικά τό πιό ἐγγυημένο καί ἀσφαλέστερο κοινωνικό πλαίσιο γιά τήν ὀρθή διαπαιδαγώγηση καί τήν ἀγωγή τῶν νέων μελῶν τῆς κοινωνίας μας. Ἡ οἰκογένεια διαπλάθει τίς παιδικές ψυχές «ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου» καί προετοιμάζει τά ἐνεργά μέλη τῆς κοινωνίας, τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐπαγγελμάτων, τούς κάθε εἴδους ἡγέτες ἑνός τόπου.

Ἀποτελεῖ κοινό τόπο ἡ διαπίστωση ὅτι στίς μέρες μας ὁ οἰκογενειακός θεσμός δοκιμάζεται δεινά καί πλήττεται, καθημερινά καί συχνά ἀθέατα, ἀπό πολλές ἐκπτώσεις καί στρεβλώσεις. Κάθε ἐκτροπή ἀπό τήν ὑγιῆ πορεία τῆς οἰκογένειας ὁδηγεῖ σέ διάφορες ἀλλοιώσεις. Βεβαίως, ὁ κίνδυνος νά ἐκπέσει ἡ οἰκογενειακή συμβίωση σέ γυμνή σύμβαση ὑπῆρχε καί σέ παλαιότερες ἐποχές.

Σήμερα ὅμως, ὅλοι ἀναφέρονται κυρίως καί κατ’ ἐξοχήν στά ἀτομικά δικαιώματά τους καί λησμονοῦν τίς ὑποχρεώσεις τους. Ἡ ἴδια ἡ ἔννοια τοῦ φύλου ἤδη θεωρεῖται μεταβλητή καί ἐπαμφοτερίζουσα. Ἡ ἱκανότητα νά διακρίνει κανείς τήν ἱερότητα τῆς ἑνώσεως τῶν δύο φύλων στόν σύγχρονο κόσμο μοιάζει νά χάνεται βαθμηδόν.

Γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, βεβαίως, ὁ γάμος δέν ἐγκαθιδρύει μόνο μία κοινή καί ἐμπειρική πορεία πρός τή θέωση καί τόν μεταμορφωμένο κόσμο τοῦ Θεοῦ• ἐγγυᾶται, μέ τήν γέννηση καί τήν ἀνατροφή τῶν τέκνων, ὄχι ἁπλῶς τή βιολογική ἐπέκταση τῆς ἀνθρωπότητας, ἀλλά κυρίως τήν πνευματική διαιώνιση τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου.

Ὁ γάμος καί ἡ οἰκογένεια καθιστᾶ, συνεπῶς, τόν ἄνθρωπο συνδημιουργό τοῦ Θεοῦ καί τόν ἐπιφορτίζει μέ τή μεγαλύτερη εὐθύνη ἀπό ὅλες, τήν εὐθύνη ἔναντι τῶν παιδιῶν μας.

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος προτρέπει τόν ἀκροατή του μέ τά ἀκόλουθα λόγια: «Ἐκκλησίαν ποίησόν σου τήν οἰκίαν· καί γάρ ὑπεύθυνος εἶ καί τῆς τῶν παιδίων σωτηρίας»· δηλαδή: «Κάνε τό σπίτι σου ἐκκλησία· γιατί εἶσαι ὑπεύθυνος καί γιά τή σωτηρία τῶν παιδιῶν σου». Μέ τά λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου (Ἐφ 5, 32), τό μυστήριο τοῦ Γάμου «μέγα ἐστίν», «εἰς Χριστόν καί εἰς τήν ἐκκλησίαν». Κάθε οἰκογένεια διατηρεῖ μίαν ἱερή, μοναδική καί ἀνεπανάληπτη ἀξία, ἐφ’ ὅσον εἰκονίζει τό μυστήριο πού συνέχει καί συγκροτεῖ τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.

Τοῦτο ὅμως σημαίνει ὅτι δέν μπορεῖ κανείς νά τήν ὑποβαθμίζει ἤ ἀκόμη καί νά τήν ὑποκαθιστᾶ. Μπροστά στή σύγχρονη καί πολυποίκιλη κρίση καί ἀγωνία τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας, «ἐν ἡμέραις πονηραῖς, ἐν αἷς ἡ τῶν πολλῶν ἀγάπη ἐψύγη», ἡ χριστιανική ἀνασυγκρότηση τοῦ θεοΐδρυτου θεσμοῦ τῆς οἰκογένειας μπορεῖ νά ἀποτελέσει τό καλύτερο φάρμακο σέ ὁποιαδήποτε διαβρωτική κατάσταση. Χρειάζεται ὅμως νά μαρτυρήσουμε καί νά ἐπαναδιατυπώσουμε τή βαρύτατη ἀλλά σώζουσα, ζωοποιοῦσα καί λυτρωτική ἀλήθεια, ἡ ὁποία προκύπτει ἀπό κάθε σωστά δομημένη οἰκογένεια, ἀπό κάθε κατ’ οἶκον Ἐκκλησία.

Οἱ «ἐκτροπές τοῦ οἰκογενειακοῦ θεσμοῦ» ἤ οἱ ἀναδυόμενες «ἐναλλακτικές μορφές οἰκογένειας» στή σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα συνιστοῦν φαινόμενα πού ἀποδεικνύουν τήν ἐκκοσμίκευση καί τόν ἀποχριστιανισμό τῶν σύγχρονων δυτικῶν κοινωνιῶν –κοινωνιῶν καί λαῶν, ἐν τούτοις, μέ πλούσιο χριστιανικό παρελθόν. Αὐτό, ἐν πολλοῖς, ἰσχύει καί γιά τήν ἑλληνική κοινωνία. Ἀπαιτεῖται, συνεπῶς, προβληματισμός καί μελέτη σοβαρή γιά τή διαφύλαξη καί τήν προκοπή τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ θεσμοῦ, τόν ὁποῖον ὀρθά ὀνομάζουμε καί «μικρή Ἐκκλησία».

Ἄλλωστε, καί αὐτό πού θεωρεῖται ὡς «κρίση» μπορεῖ τελικά, ἄν τό θελήσουμε, νά γίνει εὐκαιρία γιά ἀνασυγκρότηση. Νά σημάνει τήν κατάρρευση καί τό τέλος τοῦ παλαιοῦ τρόπου ζωῆς καί τήν ἀρχή μιᾶς νέας δημιουργίας ἐν Χριστῷ, τῆς ἀναπλάσεως τοῦ πεπτωκότος κόσμου.

Ὁ ὑλιστικός καί μηδενιστικός τρόπος ζωῆς, ἡ ἔκλειψη ἐκκλησιαστικοῦ ἤθους καί ἀληθινῆς ἀγάπης, τά νέα ἐργασιακά καί οἰκονομικά δεδομένα, οἱ ἀλλαγές τῶν ρόλων καί ἄλλοι ἐνδεχομένως παράγοντες, ἀλλοίωσαν καί «σμίκρυναν» τήν οἰκογένεια. Ὁ μυστηριακός χαρακτήρας της, ἡ ὑπερβατική της ἀναφορά «εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν», μοιάζει νά ἀτονεῖ ἤ νά μήν ὑφίσταται γιά πολλούς συνανθρώπους μας.

Ὅλοι αὐτοί οἱ λόγοι, ἴσως καί ἄλλοι, συνετέλεσαν στήν ἐμφάνιση μορφῶν γάμου καί ὀργάνωσης τοῦ οἰκογενειακοῦ βίου, οἱ ὁποῖοι, ὑπό τό φῶς τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας, θεωροῦνται ἐκτροπές τῆς οἰκογένειας καί, κατά τή σύγχρονη ἐκκοσμικευμένη ἀντίληψη, ἐναλλακτικές μορφές της.

Πρόκειται γιά τόν πολιτικό γάμο, τή μονογονεϊκή οἰκογένεια, τήν ἐλεύθερη συμβίωση καί τόν λεγόμενο γάμο τῶν ὁμοφυλοφίλων.

Κατά τήν πρόσφατη θέσπισή του, τό λεγόμενο Σύμφωνο ἐλεύθερης συμβίωσης ἀποτελεῖ καθεστώς διαφορετικό ἀπό τόν γάμο: πρόκειται γιά ἐναλλακτική μορφή μόνιμης συμβίωσης καί ὄχι γιά μορφή «χαλαρού» γάμου. Κατά τή νομική προσέγγιση, ἐπιχειρεῖται νά ρυθμιστεῖ νομοθετικά ἕνα ὑπαρκτό κοινωνικό φαινόμενο, δηλαδή ἡ γέννηση παιδιῶν ἐκτός γάμου, οἱ μονογονεϊκές οἰκογένειες, πού συνεχῶς αὐξάνονται, καί οἱ ἀπροστάτευτες γυναῖκες ἀπό τή μακροχρόνια πολλές φορές ἐλεύθερη συμβίωση.

Ἀναμφίβολα, στήν κατηγορία αὐτή θά βρεθοῦν καί πολίτες πού εἶναι βαπτισμένοι ὀρθόδοξοι χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι ὅμως εἴτε δέν γνωρίζουν εἴτε ἐμφοροῦνται ἀπό ἰδέες καί ἀντιλήψεις ξένες καί ἀντίθετες πρός τή διδασκαλία, τήν παράδοση καί τό ἦθος τῆς Ἐκκλησίας.

Ὡστόσο, τό συγκεκριμένο σχῆμα συμβίωσης, νομοθετικά πλέον κατοχυρωμένο, μπορεῖ νά ἐπηρεάσει ἀρνητικά τή χριστιανική ἀντίληψη περί γάμου καί οἰκογένειας τῆς σύγχρονης ἑλληνικῆς κοινωνίας. Ὁρισμένα μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἐκεῖνα πού γιά διάφορους λόγους, ἐπιπόλαια κι ἀβασάνιστα, θά ἐπιλέξουν γιά κάποιο διάστημα ἤ καί μονίμως τόν συγκεκριμένο τρόπο ἐλεύθερης συμβίωσης, πρόκειται νά ἀρνηθοῦν τήν ἐκκλησιαστική ἱερολογία τῆς συζυγίας τους.

Ἡ Ἐκκλησία μελετᾶ εἰς βάθος τά φαινόμενα αὐτά καί μέ τή συμβολή στελεχῶν της, κληρικῶν καί λαϊκῶν, μέ ἐξειδικευμένες γνώσεις καί θεολογική συγκρότηση, διαμορφώνει τήν ἐκκλησιαστική μαρτυρία της, καθώς καί τήν ποιμαντική ἀντιμετώπιση ὅλων αὐτῶν τῶν νέων ἐναλλακτικῶν πρός τή συμβατική οἰκογένεια σχημάτων ὀργάνωσης τοῦ ἰδιωτικοῦ βίου στήν ἐποχή μας.

Στήν περίπτωση τῆς ἐλεύθερης συμβίωσης, βιώνουμε πλέον τή βαθιά θεολογική καί κοινωνική ἀλλοίωση τοῦ θεσμοῦ τῆς οἰκογένειας. Ἡ οἰκογένεια δέν θεωρεῖται πλέον «μικρή Ἐκκλησία», ἀλλά ἁπλή συμβίωση τοῦ ἑνός μέ τόν ἄλλον. Ἡ ἱερολογία τοῦ Γάμου δίνει τήν ἐντύπωση βαρύτατης δέσμευσης καί φαντάζει σάν ἀναχρονιστικό γεγονός, σάν πράξη πού δέν ἔχει νόημα, ἐν τέλει ἁπλῶς σάν μία φολκλορική τελετή.

Δέν ἐκφράζει γιά ἐκείνους τίποτε τό ὑπαρξιακό οὔτε ἐνέχει ἐσχατολογικές ἤ ἄλλες μεταφυσικές προσδοκίες.

Ἡ αὔξηση τῶν διαζυγίων, ἀξιοπρόσεκτη στίς μέρες μας, ἀποκαλύπτει τήν ἐπιπολαιότητα τῶν σημερινῶν ἀνθρώπων καί τή ρηχότητα τῶν αἰσθημάτων σέ σχέση μέ τούς παλαιοτέρους, οἱ ὁποῖοι, ἀσφαλῶς δέν ἦταν τέλειοι, ὅμως οἱ γάμοι τους διαρκοῦσαν μιά ζωή.

Παρατηρεῖται ἐπίσης στήν ἐποχή μας τό φαινόμενο οἱ ἄνθρωποι δύσκολα νά ἀποφασίζουν νά προχωρήσουν σέ γάμο, συνεπῶς καί στή δημιουργία οἰκογένειας, ὄχι μόνον ἐξ αἰτίας ἀντικειμενικῶν δυσκολιῶν, τῆς οἰκονομικῆς κρίσης, τῆς ἀνεργίας καί τῆς δυσκολίας νά ἐνταχθοῦν στήν ἀγορά ἐργασίας, ἀλλά καί γιά ἄλλους δευτερεύοντες λόγους.

Παρά τήν κρίση τῶν μορφῶν τοῦ σύγχρονου κοινωνικοῦ βίου, ὁ κόσμος πάντοτε θά προσδοκᾶ ἀπό τήν οἰκογένεια καλούς καί καλλιεργημένους ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι θά τοῦ προσφέρουν τήν καλή καί δημιουργική του «ἀλλοίωση». Σέ αὐτήν τήν ἀγωνιώδη προσδοκία τῆς ἐποχῆς, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἐκφράζει δημοσίως τή θεολογική της μαρτυρία καί συγχρόνως τήν συχνά ἀθέατη καί ἀθόρυβη ποιμαντική της διακονία καί προσφορά.

Σέ αὐτό τό πλαίσιο, ἡ ἐπαναθεώρηση τῆς οἰκογένειας, ἡ ὁποία εἶναι ἀπολύτως ἀναγκαία γιά τήν κατά Χριστόν ζύμωση τῆς κοινωνίας καί τήν ἐπί τά βελτίω ἀλλαγή, δέν σημαίνει τίποτε ἄλλο παρά τόν ἐκ νέου «ἐκκλησιασμό» της καί τήν ἐπανασύνδεσή της μέ τήν εὐχαριστιακή ἐμπειρία τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ «μικρά Ἐκκλησία», ὅπως ὀνομάζει τήν οἰκογένεια ὁ ἱερός Χρυσόστομος, καλεῖται νά διευρυνθεῖ βιωματικά καί ὑπαρξιακά στίς διαστάσεις τῆς μεγάλης Ἐκκλησίας. Ἀπαραίτητες εἶναι ἀκόμη τόσο ἡ πνευματική προετοιμασία τῶν νέων ζευγῶν στήν πορεία τους πρός τόν γάμο, ὅσο καί ἡ διαρκής στήριξή τους στήν οἰκοδόμηση τῆς μικρῆς τους Ἐκκλησίας, ὥστε νά μήν αἰσθάνονται ἐγκαταλελειμμένα ἀποκλειστικά στίς δικές τους δυνάμεις.

Ἡ ἀποστολή καί ἡ προσφορά τῆς Ἐκκλησίας πρός τήν κατεύθυνση αὐτή εἶναι ἡ δημόσια, μετά παρρησίας καί πρός κάθε κατεύθυνση κατάθεση τῆς μαρτυρίας της γιά ὅλον τον κόσμο, χωρίς διακρίσεις φύλου, ἡλικίας, κοινωνικῆς θέσης, ἐθνότητας ἤ πίστης, περί τοῦ νοήματος τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς καί τῆς ὑπερβάσεως τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου• περί τῆς δυνάμεως τῆς πίστεως στόν Χριστό• περί τῆς οἰκογενείας ὡς εὐλογημένης μορφῆς κοινωνίας προσώπων, ὄχι ὡς αὐτοαναφορικῆς ἑνώσεως ἀτόμων, καί ἡ παντοειδής στήριξη καί ὑπεράσπισή της.

Κάθε οἰκογένεια εἶναι ἀληθινά μία «μικρή ἐκκλησία» καί, ἑπομένως, ἀποτελεῖ πρόγευση καί δρόμο πρός τό μυστήριο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας (Μτ 9, 15· 25, 1 κ.ἕ· Μκ 2, 19-20· Λκ 5, 34-35· Ἰω 3, 29) καί ὁ Ἴδιος ἀναφέρει στήν παραβολή τοῦ γαμήλιου δείπνου ὅτι «ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ, ὅστις ἐποίησεν γάμους τῷ υἱῷ αὐτοῦ» (Μτ 22, 2).

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος συμβουλεύει τούς ἄνδρες νά ἀγαποῦν τίς γυναῖκες τους «καθώς καί ὁ Χριστὸς ἠγάπησεν τήν ἐκκλησίαν καί ἑαυτὸν παρέδωκεν ὑπέρ αὐτῆς, ἵνα αὐτήν ἁγιάσῃ καθαρίσας τῷ λουτρῷ τοῦ ὕδατος ἐν ῥήματι, ἵνα παραστήσῃ αὐτός ἑαυτῷ ἔνδοξον τήν ἐκκλησίαν, μή ἔχουσαν σπίλον ἤ ῥυτίδα ἤ τι τῶν τοιούτων, ἀλλ’ ἵνα ᾖ ἁγία καί ἄμωμος» (Ἐφ 5, 25-27).

Ἡ «κατ’ οἶκον» μικρή αὐτή ἐκκλησία ὑφίσταται στήν πληρότητα καί τήν αὐθεντικότητά της ὡς ὀργανικό τμῆμα τῆς κατά τόπους Ἐκκλησίας καί ὄχι ἀνεξάρτητα ἀπό αὐτή.

Στή χριστολογική καί ἐκκλησιολογική της προοπτική ἡ οἰκογένεια βρίσκει τήν πραγματική της ἀξία καί γίνεται κοιτίδα γιά τήν ὁλοκλήρωση καί τελείωση τῶν μελῶν της. Ἔξω ἀπό αὐτήν, κινδυνεύει νά μεταβληθεῖ σέ ἑστία ἀνάπτυξης ὁμαδικοῦ ἐγωισμοῦ καί ἰδιοτέλειας. Μέσα στήν ἴδια προοπτική ἐνεργεῖται ἡ ἑνότητα τῆς χριστιανικῆς οἰκογένειας καί ἡ ἱεράρχηση τῶν μελῶν της. Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ «εἴ τις θέλει πρῶτος εἶναι, ἔσται πάντων ἔσχατος καί πάντων διάκονος» (Μκ 9, 35) δέν ἰσχύει μόνο γιά τήν Ἐκκλησία, ἀλλά καί γιά τήν οἰκογένεια.

Τό πραγματικό πρόβλημα τοῦ Γάμου σήμερα δέν εἶναι τόσο ἡ διάσπαση τῶν σχέσεων, ἡ ἀσυμφωνία ἤ ἡ βαναυσότητα τοῦ ἑνός συζύγου πρός τόν ἄλλον, ὅσο ἡ εἰδωλοποίηση καί ἡ αὐτονόμηση τῆς οἰκογένειας, ἡ ἔλλειψη πορείας, μαρτυρίας καί προσανατολισμοῦ τοῦ Γάμου πρός τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Στήν περίπτωση αὐτή, ἡ οἰκογένεια ἔχει πάψει νά ὑπάρχει γιά τή δόξα τοῦ Θεοῦ καί νά ἀποτελεῖ μυστηριακή εἴσοδο στήν παρουσία Του. Αὐτό πού διαλύει τόσο εὔκολα τή σύγχρονη οἰκογένεια καί κάνει τό διαζύγιο σχεδόν φυσική σκιά της, δέν εἶναι ἡ ἔλλειψη σεβασμοῦ πρός τόν οἰκογενειακό θεσμό, ἀλλά ἡ εἰδωλοποίησή του, ἡ ἄρνηση νά ἀποδεχθοῦμε τόν Σταυρό μέσα στόν Γάμο.

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι τά τελευταῖα χρόνια ἐκδηλώνεται περισσότερο τό ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τήν κατάσταση τῆς οἰκογένειας καί τή στήριξή της. Σέ Συνοδικό ἐπίπεδο, στήν πατρίδα μας λειτουργεῖ, ὡς γνωστόν, ἀπό τό 1999, ἡ Εἰδική Ἐπιτροπή Γάμου, Οἰκογενείας, προστασίας τοῦ παιδιοῦ καί τοῦ δημογραφικοῦ προβλήματος, ἡ ὁποία, μέ τή σοβαρή καί ἐθελοντική ἐργασία τῶν μελῶν της, προσφέρει ἱκανό καί σπουδαῖο ἔργο, μέ τή διοργάνωση πανελλαδικῶν συνεδρίων, τήν ἐφαρμογή πιλοτικῶν ποιμαντικῶν προγραμμάτων, τήν κατάρτιση στελεχῶν καί ἄλλες δραστηριότητες.

Παράλληλα καί πρός τήν ἴδια κατεύθυνση ἐργάζεται καί ἡ Εἰδική Συνοδική Ἐπιτροπή Γυναικείων ζητημάτων. Ἐκτός τῶν ἄλλων, ἐξ ἴσου σημαντικό εἶναι καί τό πιλοτικό πρόγραμμα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου γιά τήν οἰκονομική ἐνίσχυση τῶν τρίτεκνων οἰκογενειῶν τῆς Θράκης, τό ὁποῖο ἀγόγγυστα ἐνισχύουν ἐδῶ καί 14 ἔτη ὅλες οἱ Ἱερές Μητροπόλεις.

Ἤδη πολλές ἀπό αὐτές, μέ τήν πρόθυμη καί ἀξιόλογη βοήθεια κληρικῶν καί λαϊκῶν, ἔχουν δημιουργήσει νέες δομές γιά τήν κατάρτιση τῶν γονέων καί τήν παροχή συμβουλευτικῆς στήν ἀγωγή τῶν παιδιῶν. Σχολές προετοιμασίας τῶν ὑποψηφίων γιά γάμο, Σχολές Γονέων, Συμβουλευτικοί Σταθμοί, Κέντρα Στηρίξεως τῆς Οἰκογενείας (ΚΕ.Σ.Ο.), Βιωματικές Ὁμάδες, Συνέδρια, ὁμιλίες, ραδιοφωνικές καί τηλεοπτικές ἐκπομπές, ἐκδόσεις βιβλίων, κατασκηνώσεις, νεανικές συναντήσεις καί κατηχητικές συντροφιές, προσωπική-ἀτομική συμβουλευτική στό ἱερό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως, στήριξη τῶν πολυτέκνων, τῶν ἄγαμων μητέρων καί παροχή ὑλικῆς βοήθειας ὅπου χρειάζεται, σέ χρήματα, τρόφιμα, ρουχισμό καί φάρμακα.

Ἡ ἐνημέρωση τῶν νέων καί τῶν μεγαλύτερων ζευγαριῶν καί ὁ διάλογος μαζί τους κρίνονται ποιμαντικά ἀπαραίτητες πρωτοβουλίες, ὥστε νά ὁδηγοῦνται πρός τήν «τελείαν ἀγάπην» καί νά προλαμβάνονται παράνομες σχέσεις, διαζύγια καί ἐκτρώσεις μεταξύ ἐκείνων πού, ἐνῶ δηλώνουν πιστοί καί προτιμοῦν τό ἐκκλησιαστικό μυστήριο, τό βιώνουν ὅμως μᾶλλον ἐπιφανειακά, ὡς πολιτιστικό αὐτονόητο. Ἀκόμη, ἡ διεκδίκηση δικαιωμάτων ὑπέρ τῶν εὐπαθῶν κυρίως ὁμάδων δέν μπορεῖ νά εἶναι ἔξω ἀπό τό στοργικό ἐνδιαφέρον τῶν Ποιμένων.

Σέ κάθε περίπτωση, ἡ Ἐκκλησία μελετᾶ νέες μορφές ποιμαντικῆς δράσης προκειμένου νά ἀναζητήσει τούς ἐγγύς καί τούς μακράν καί νά μήν ἀφήσει καμία εὐκαιρία ἐπικοινωνίας μέ τίς οἰκογένειες νά χαθεῖ ἀνεκμετάλλευτη, ἀλλά νά εἶναι οὐσιαστικά καί ἐποικοδομητικά παροῦσα σέ κάθε χαρά ἤ θλίψη τῶν παιδιῶν της.

Δίχως νά ἐφησυχάζει ἀπό τή σπανιότητα τῶν περιπτώσεων, ἑτοιμάζεται νά ἀντιμετωπίσει ποιμαντικά τίς προσωπικές καί γαμικές σχέσεις πού ἀναπτύσσονται μεταξύ χριστιανῶν καί ἀλλοπίστων στό πλαίσιο τῆς θρυλούμενης ἀλλά ὑπαρκτῆς πλέον πολυπολιτισμικότητας καί τοῦ σαγηνευτικά προβαλλόμενου πλουραλισμοῦ.

Ἡ Ἐκκλησία, στίς σύγχρονες αὐτές συνθῆκες τῆς ραγδαίας ἐκκοσμίκευσης, θά συνεχίσει νά κατηχεῖ τόσο τούς πιστούς, ὅσο κι ἐκείνους πού ἐπιθυμοῦν νά ζοῦν ἐκτός τῶν κόλπων της, πρός τό βαθύτερο νόημα καί τή σημασία τῆς χριστιανικῆς οἰκογένειας, σέ μιά προσπάθεια ἐπανευαγγελισμοῦ τῶν ἀνθρώπων στήν ἐποχή τοῦ ἄκρατου μηδενισμοῦ καί τῆς γενικευμένης ἔκπτωσης κάθε νοήματος.

Στήν ἀποκατάσταση καί τήν ἐπανεύρεση τῆς χριστιανικῆς συνείδησης σχετικά μέ τό νόημα τῆς προσωπικῆς πίστης καί τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων τῶν ἀνθρώπων βρίσκεται καί τό νόημα τῆς οἰκογένειας σήμερα.

Μέ ἄπειρες ἐν Κυρίῳ Εὐχές
Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος


πηγή