Σχετικά αναφέρει: «Η μεν ακρίβεια τους διγάμους ουκ είωθε στεφανούν• η δε της Μεγάλης Εκκλησίας συνήθεια τα τοιαύτα ου παρατηρείται, αλλά και τοις διγάμοις και τριγάμοις τους νυμφικούς στεφάνους επιτίθησι και ουδείς ουδέποτε παρά τούτο ενεκλήθη• πλην ένα ή δεύτερον χρόνον της θείας είργοντο Κοινωνίας. Αλλά και τον ιερολογήσαντα τούτους πρεσβύτερον, συνδειπνείν αυτοίς ου νενόμισται, κατά τον ζ’ Κανόνα της εν Νεοκαισαρεία Συνόδου». Μάλιστα, σύμφωνα με το ισχύον τυπικόν, κανονικά τον δίγαμον, όπως και τον τρίγαμο, τον στεφανώνει μόνον εις εκ των εφημερίων: κι αυτό γίνεται, γιατί η όλη ακολουθία έχει χρώμα μετανοίας και συντριβής και δεν συνάδει με τον πανηγυρικό χαρακτήρα του πρώτου γάμου. Αλλά και στη δεύτερη ευχή εις Δίγαμον• «Κύριε Ιησού Χριστέ, Λόγε του Θεού, ο υψωθείς επί του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού…» φαίνεται η κατ’ οικονομίαν υιοθέτηση του δευτέρου γάμου, που δεν είναι άλλη από «τον καύσωνα και το βάρος της ημέρας, και της σαρκός την πύρωσιν μη ισχύοντες βαστάζειν, εις γάμου δευτέραν κοινωνίαν συνέρχονται». Η θεμελίωση δε αυτής της υιοθέτησης, στηρίζεται στον Μέγα Απόστολο των Εθνών Παύλον, ο οποίος είπε για εμάς τους ταπεινούς ανθρώπους: «Κρείσσον εν Kυρίω γαμείν ή πυρούσθαι».
Ο δεύτερος και ο τρίτος γάμος μόνον σ’ αυτήν την προοπτική της Εκκλησίας ευλογείται και για τον λόγο αυτόν επιτρέπεται.
Η άρμοση των χειρών, η στέψη, το Αποστολικόν και Ευαγγελικόν ανάγνωσμα, το κοινόν ποτήριον, ο χορός του Ησαΐα και η λοιπή εν κατακλείδι ευχολόγια του δευτέρου γάμου, είναι ίδια μ’ εκείνης του πρώτου γάμου.
Τέλος, ο Κανόνας του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Νικηφόρου, ορίζει κι ένα επιτίμιο για τον δίγαμο αποχής από τη θεία Μετάληψη για δύο έτη. Ενώ για τον τρίγαμο ορίζει κανόνα για πέντε χρόνια αποχής. Αυτοί όμως οι Κανόνες δεν λειτουργούν άψυχα και απρόσωπα, αλλά πάντοτε ο πνευματικός που ασκεί το μυστήριο της μετανοίας κρίνει την διάθεση των προσερχόμενων και τις καταστάσεις κάτω από τις οποίες οδήγησαν τους ανθρώπους στον δεύτερο ή τον τρίτο γάμο και αναλόγως της μετανοίας που διαπιστώνει, μετριάζει ή ακόμη και επαυξάνει τους κανόνες.
[1] Βλ. Μικρόν Εύχολόγιον, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ανατύπωσις Η’, Αθήνα 1981, σ. 114-128.
[2] «Μικρόν Εύχολόγιον», εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι, σ. 114.