Μεγαλοδύναμε Κύριε, τον αγαπώ και δεν γίνεται να κάνω αλλιώς. Πάλεψα και δε γίνεται να ξεριζώσω μιαν αγάπη ριζωμένη, όπως δε γίνεται να φυτέψεις με τη βία στην καρδιά έναν έρωτα.
Μεγαλοδύναμε Κύριε, τον αγαπώ και δεν γίνεται να κάνω αλλιώς. Για αυτό δώσε μου τη δύναμη να τον αγαπώ έτσι όπως κανείς δεν με έχει διδάξει:
Να τον αγαπώ χωρίς προσδοκία, χωρίς απαίτηση, χωρίς σύγκριση, χωρίς παζάρι, χωρίς γκρίνια, χωρίς οργή, χωρίς αδημονία.
Να τον αγαπώ και να μην τον κατασκοπεύω, να μην τον εκβιάζω, να μη προσπαθώ να με θαυμάσει, να μη προσπαθώ να με λυπηθεί.
Να αποζητώ το καλό του όσο και το δικό μου καλό, και να μη θυμώνω όταν αυτά τα δύο δε συμπίπτουν.
Να αντέχω να περιμένω, να αντέχω να μη μοιάζει με ίνδαλμά μου, να αντέχω να μου ανατρέπει τα όνειρά μου.
Να δέχομαι να μη με καταλαβαίνει έτσι όπως το εννοώ εγώ. Να δέχομαι να μη τον καταλαβαίνω έτσι όπως το εννοώ εγώ. Να τον χαίρομαι περισσότερο από όσο του παραπονιέμαι, να τον χαίρομαι χωρίς να τον διορθώνω. Να τον θαυμάζω χωρίς να υπολογίζω πως θα τον κακομάθω. Να γίνομαι περισσότερο σπλαχνική παρά δίκαιη. Να μη του φωνάξω ποτέ πως μετάνιωσα.
Μεγαλοδύναμε φώτισέ με με την αγάπη την ελεύθερη, την αγάπη την σταυρωμένη. Να δραπετεύσω από την δυναστεία του έρωτά μου, από την αλαζονεία της γνώμης μου, από την ζητιανιά του κορμιού.
Να κάνω καρτερία στην απόρριψη, υπακοή σε αυτό που δεν καταλαβαίνω. Να λυγίζω στην άγνοια και την αδυναμία μου.
Να τον κερδίσω μονάχα αγαπώντας τον. Απλά και αληθινά. Απλά και ήσυχα. Αφού η αγάπη η καθαρή είναι πάντα, πάντα αμοιβαία.
Μάρω Βαμβουνάκη