Τού Πρωτοπρεσβυτέρου Διονυσίου Τάτση
ΣΤΗΝ εποχή μας οι άνθρωποι αρέσκονται νά ακούν καί νά διαβάζουν ασκητικές ιστορίες, παλαιές καί νεώτερες, καί μέ ιδιαίτερη ευχαρίστηση νά τίς διηγούνται καί αυτοί σέ άλλους αδελφούς, προκειμένου νά ωφεληθούν πνευματικά κι εκείνοι. Αυτή τή δίψα τών ανθρώπων κανένας δέν μπορεί νά καταργήσει. Μάλιστα θά έλεγα ότι όσοι γράφουν καί μιλούν πρέπει νά προσφέρουν τή στέρεη τροφή τού ασκητικού βιώματος.
Υπάρχει όμως ένα λεπτό σημείο, τό οποίο πρέπει νά προσέξουμε, γιατί διαφορετικά θά αδειάζουμε τό γάλα σέ δοχείο, πού δέν έχει πυθμένα! Δηλαδή, η διδασκαλία μας θά είναι μιά ματαιοπονία…Ποιό είναι λοιπόν αυτό τό σημείο; Έχω διαπιστώσει ότι πολλοί κήρυκες καί πολλοί ακροατές, ενώ αρέσκονται στήν ασκητική διδαχή, δέν έχουν τήν καρδιά τους ασκητική. Τούς αρέσει νά μιλούν καί νά ακούν γιά τούς μεγάλους αββάδες τού Γεροντικού, αλλά καί γιά τούς σύγχρονους γέροντες, χωρίς όμως νά είναι αποφασισμένοι νά ελευθερωθούν από τό κοσμικό φρόνημα, τό οποίο τούς οδηγεί σέ μιά ζωή συμβιβασμένη μέ τήν αμαρτία. Μπορεί νά μή είναι μοιχοί, κλέφτες καί άδικοι, δέν είναι όμως άνθρωποι μετάνοιας, προσευχής, αγάπης, ελεημοσύνης, πράοι, αρνητές τού συμφέροντος, ταπεινοί, αθόρυβοι, εργάτες τού καλού κ.λπ. Είναι περιχαρακωμένοι σέ μιά ηθική ζωή, χωρίς αγώνα κατά τών παθών καί χωρίς ιδιαίτερη έγνοια γιά τήν απόκτηση τών αρετών, παρόλο πού τούς ευχαριστεί νά ακούν καί νά μελετούν γιά τήν κλίμακα τών αρετών.
Αυτό πού επισημαίνω εδώ πρέπει νά τό λένε συνεχώς στούς καλοπροαίρετους ανθρώπους οι πνευματικοί πατέρες, γιά νά γίνει κατανοητό ότι πνευματική ζωή δίχως ασκητική πρακτική, δέν νοείται. Όπως καί οι ασκητικές διηγήσεις, δίχως αποφασιστικότητα, δέν ωφελούν, απλώς ηχούν ευχάριστα στά ώτα τών ραθύμων. Ηαναφορά στά πνευματικά κατορθώματα ενάρετων ανθρώπων δημιουργεί στούς χριστιανούς τήν ψευδαίσθηση ότι δέν είναι ώσπερ οι λοιποί τών ανθρώπων, ενώ στήν πραγματικότητα μόνο οι ενάρετοι διαφέρουν, ενώ οι θαυμαστές τους είναι όπως τό πλήθος τών ανθρώπων, πού δέν έχει σχέση μέ τήν Εκκλησία. Αυτή είναι η πραγματικότητα, τήν οποία πρέπει νά αλλάξουν οι ποιμένες καί οι διδάσκαλοι. Πάντα υπό μία προϋπόθεση: Οι ίδιοι νά έχουν ξεπεράσει τίς αδυναμίες τών λαϊκών καί νά έχουν απελευθερωθεί από τό κοσμικό φρόνημα. Δέν είναι εύκολο αυτό πού λέω, γιατί πολλοί κληρικοί δέν υποψιάζονται κάν τήν αιχμαλωσία τους στό κοσμικό φρόνημα. Καί αυτό τό βλέπει κανείς εύκολα στό πρόσωπό τους, στή συμπεριφορά τους, στήν εμφάνισή τους καί προπαντός στά περί ασκητών πληθωρικά τους λόγια. Είναι σύγχρονοι άνθρωποι, ενημερωμένοι γιά όλα τά κοσμικά θέματα, μέ γνώσεις άχρηστες γιά ένα λειτουργό τού Υψίστου καί μέ έντονα τά τρία φοβερά πάθη, δηλαδή τή φιλοχρηματία, τή φιληδονία καί τήν φιλοδοξία.
Η συνάντηση μέ ένα αληθινό ασκητή καί η συνομιλία μαζί του είναι πολλαπλώς ωφέλιμη. Δέν αναφέρεται σέ ασκητικά παλαίσματα καί θαύματα πού εντυπωσιάζουν. Μιλάει απλά, προσπαθεί νά δώσει λύσεις στά συγκεκριμένα προβλήματά σου, δέν αδιαφορεί γιά τίς δυσκολίες σου καί είναι μετριοπαθής στά λόγια του. Είναι στοργικός πατέρας, ο γνήσιος αδελφός, ο άνθρωπος τού Θεού πού σέ θέλει κοντά του όχι γιά νά σέ καταπονήσει μέ τή διδασκαλία του, ούτε γιά νά σέ κάνει δικό του καί νά εκμεταλλευτεί τήν ευσέβειά σου, αλλά γιά νά σού δώσει αυτό πού έχει αποκτήσει μετά από πολλούς αγώνες, αλλά καί νά πάρει από σένα αυτά πού αγνοεί, γιά νά γίνει πνευματικός σου συνοδοιπόρος.
Πολύ μεγάλη, λοιπόν, η διαφορά ανάμεσα στούς κοσμικούς κληρικούς καί στούς απόκοσμους ασκητές. Οι πρώτοι προσφέρουν μέ ευκολία ξένα δώρα, ενώ οι δεύτεροι δίνουν από τόν εαυτό τους τόν πολύτιμο θησαυρό, χωρίς θόρυβο, χωρίς πολλά λόγια καί χωρίς διάθεση προβολής.
Μακάρι κάποτε οι κληρικοί νά γίνουν άνθρωποι τού ασκητικού φρονήματος, εγκαταλείποντας τίς συνήθειες τού κόσμου. Τά αποτελέσματα τότε τού πνευματικού τους έργου θά είναι ουσιαστικά, σταθερά καί σωτηριώδη γιά τούς χριστιανούς, οι οποίοι δυστυχώς πολλές φορές έχουν σκανδαλιστεί από τούς κοσμικούς καί απρόσεκτους κληρικούς.
πηγή