Η ίδια η εξωσωματική γονιμοποίηση μπορεί να αυξάνει τον κίνδυνο να γεννηθεί μωρό με το σύνδρομο Ντάουν, σύμφωνα με μια νέα διεθνή επιστημονική έρευνα. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, οι υψηλές δόσεις των ορμονικών φαρμάκων που συνοδεύουν την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή μπορεί να προκαλέσουν γενετικές ανωμαλίες στα ωάρια, ιδίως των γυναικών άνω των 35 ετών.
Οι ερευνητές από οκτώ χώρες, με επικεφαλής τον Άλαν Χαντισάϊντ, διευθυντή του Κέντρου Γονιμότητας, Γυναικολογίας και Γενετικής της Γέφυρας του LondonBridge, παρουσίασαν τη σχετική μελέτη στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρίας Ανθρώπινης Αναπαραγωγής και Εμβρυολογίας (ESHRE) στη Στοκχόλμη, σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο και τη βρετανική «Γκάρντιαν».
Οι επιστήμονες ανέπτυξαν ένα νέο τεστ που εντοπίζει χρωμοσωματικές ανωμαλίες στα ωάρια και το οποίο θα μπορούσε, όπως είπαν, να φέρει «επανάσταση» στη υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, βοηθώντας τις μεγαλύτερης ηλικίας γυναίκες να προσδιορίσουν καλύτερα τις πιθανότητες απόκτησης μωρού, ώστε να μην ταλαιπωρούνται άσκοπα με αλλεπάλληλες προσπάθειες.
Όμως το νέο τεστ, πρόσθεσαν, παρέχει επίσης ορισμένες ανησυχητικές ενδείξεις ότι η εξωσωματική γονιμοποίηση μπορεί να αυξάνει τον κίνδυνο σύλληψης μωρού με σύνδρομο Ντάουν. «Δεν έχουμε ακόμα άμεσα στοιχεία και δεν θέλω να ανησυχήσω τις γυναίκες», δήλωσε ο Χαντισάϊντ.
Οι ανισορροπίες στους αριθμούς των χρωμοσωμάτων, καθώς τα ωάρια ωριμάζουν, προκαλούν ανωμαλίες στο έμβρυο και τελικά αποβολή του, ενώ αν ειδικότερα υπάρχει ένα πρόσθετο χρωμόσωμα 21, τότε το μωρό πάσχει από σύνδρομο Ντάουν. Το νέο τεστ εντοπίζει έγκαιρα -κατά τη φάση «μείωσης» των ωοκυττάρων- ποια ωάρια (που έχουν γονιμοποιηθεί εξωσωματικά από το σπέρμα του συντρόφου) είναι υγιή και ποια όχι. Συνεπώς δείχνει κατά πόσο η γυναίκα έχει νόημα να μπει στη διαδικασία της εμφύτευσης του ωαρίου και της εγκυμοσύνης.
Οι κλινικές γονιμότητας χορηγούν ισχυρές ορμόνες στις γυναίκες για να βοηθήσουν στην παραγωγή περισσότερων ωαρίων, τα οποία στη συνέχεια γονιμοποιούνται στο εργαστήριο και μερικά μεταφέρονται στην μήτρα, με την ελπίδα ότι θα εξελιχτούν σε πλήρη κύηση. Όσο πλησιάζει η ηλικία της εμμηνόπαυσης, τόσο τα παραγόμενα ωάρια παρουσιάζουν αυξημένο ποσοστό ανωμαλιών, αν και το ποσοστό αυτό διαφέρει πολύ από γυναίκα σε γυναίκα.
Το νέο τεστ μπορεί να διαγνώσει πόσα (ίσως και όλα) ωάρια που έχουν ληφθεί από τη γυναίκα μετά την ορμονοθεραπεία, είναι ακατάλληλα για εμφύτευση στην μήτρα, οπότε η γυναίκα θα πρέπει να καταφύγει στη δωρεά ξένων υγιών ωαρίων. Από την άλλη, το τεστ μπορεί να δείξει έγκαιρα ότι μια γυναίκα παράγει μόνη της μεγάλο ποσοστό υγιών ωαρίων, οπότε έχει αυξημένες πιθανότητες να μείνει έγκυος με δικό της ωάριο.
Η ίδια τεχνική μπορεί να εντοπίσει τα ανώμαλα ωάρια και έτσι να μειώσει την πιθανότητα για «Ντάουν». Όμως οι ερευνητές βρήκαν ανησυχητικές -αν και προς το παρόν ανεπιβεβαίωτες- ενδείξεις ότι η ίδια η διαδικασία της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής μπορεί να οδηγεί στη γέννηση περισσότερων μωρών με το συγκεκριμένο σύνδρομο. Μετά την εντατική ορμονοθεραπεία, τα γονιμοποιημένα ωάρια φέρουν διακριτές χρωμοσωματικές ανωμαλίες, αρκετά διαφορετικές από αυτές που έχουν τα ωάρια, τα οποία έχουν ληφθεί φυσιολογικά, χωρίς δηλαδή να προηγηθεί η χορήγηση ορμονών.
Η ορμονική διέγερση των ωοθηκών σε μερικές γυναίκες φαίνεται να αυξάνει τον κίνδυνο γενετικών ανωμαλιών. Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι οι έξτρα ορμόνες διασπούν την «κόλλα» που συγκρατεί τα 23 χρωμοσώματα μαζί κατά την κρίσιμη φάση της κυτταρικής μείωσης, με συνέπεια οι αριθμοί των χρωμοσωμάτων να ανακατεύονται στα ωοκύτταρα πριν τη γονιμοποίησή τους.
Οι ερευνητές από οκτώ χώρες, με επικεφαλής τον Άλαν Χαντισάϊντ, διευθυντή του Κέντρου Γονιμότητας, Γυναικολογίας και Γενετικής της Γέφυρας του LondonBridge, παρουσίασαν τη σχετική μελέτη στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρίας Ανθρώπινης Αναπαραγωγής και Εμβρυολογίας (ESHRE) στη Στοκχόλμη, σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο και τη βρετανική «Γκάρντιαν».
Οι επιστήμονες ανέπτυξαν ένα νέο τεστ που εντοπίζει χρωμοσωματικές ανωμαλίες στα ωάρια και το οποίο θα μπορούσε, όπως είπαν, να φέρει «επανάσταση» στη υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, βοηθώντας τις μεγαλύτερης ηλικίας γυναίκες να προσδιορίσουν καλύτερα τις πιθανότητες απόκτησης μωρού, ώστε να μην ταλαιπωρούνται άσκοπα με αλλεπάλληλες προσπάθειες.
Όμως το νέο τεστ, πρόσθεσαν, παρέχει επίσης ορισμένες ανησυχητικές ενδείξεις ότι η εξωσωματική γονιμοποίηση μπορεί να αυξάνει τον κίνδυνο σύλληψης μωρού με σύνδρομο Ντάουν. «Δεν έχουμε ακόμα άμεσα στοιχεία και δεν θέλω να ανησυχήσω τις γυναίκες», δήλωσε ο Χαντισάϊντ.
Οι ανισορροπίες στους αριθμούς των χρωμοσωμάτων, καθώς τα ωάρια ωριμάζουν, προκαλούν ανωμαλίες στο έμβρυο και τελικά αποβολή του, ενώ αν ειδικότερα υπάρχει ένα πρόσθετο χρωμόσωμα 21, τότε το μωρό πάσχει από σύνδρομο Ντάουν. Το νέο τεστ εντοπίζει έγκαιρα -κατά τη φάση «μείωσης» των ωοκυττάρων- ποια ωάρια (που έχουν γονιμοποιηθεί εξωσωματικά από το σπέρμα του συντρόφου) είναι υγιή και ποια όχι. Συνεπώς δείχνει κατά πόσο η γυναίκα έχει νόημα να μπει στη διαδικασία της εμφύτευσης του ωαρίου και της εγκυμοσύνης.
Οι κλινικές γονιμότητας χορηγούν ισχυρές ορμόνες στις γυναίκες για να βοηθήσουν στην παραγωγή περισσότερων ωαρίων, τα οποία στη συνέχεια γονιμοποιούνται στο εργαστήριο και μερικά μεταφέρονται στην μήτρα, με την ελπίδα ότι θα εξελιχτούν σε πλήρη κύηση. Όσο πλησιάζει η ηλικία της εμμηνόπαυσης, τόσο τα παραγόμενα ωάρια παρουσιάζουν αυξημένο ποσοστό ανωμαλιών, αν και το ποσοστό αυτό διαφέρει πολύ από γυναίκα σε γυναίκα.
Το νέο τεστ μπορεί να διαγνώσει πόσα (ίσως και όλα) ωάρια που έχουν ληφθεί από τη γυναίκα μετά την ορμονοθεραπεία, είναι ακατάλληλα για εμφύτευση στην μήτρα, οπότε η γυναίκα θα πρέπει να καταφύγει στη δωρεά ξένων υγιών ωαρίων. Από την άλλη, το τεστ μπορεί να δείξει έγκαιρα ότι μια γυναίκα παράγει μόνη της μεγάλο ποσοστό υγιών ωαρίων, οπότε έχει αυξημένες πιθανότητες να μείνει έγκυος με δικό της ωάριο.
Η ίδια τεχνική μπορεί να εντοπίσει τα ανώμαλα ωάρια και έτσι να μειώσει την πιθανότητα για «Ντάουν». Όμως οι ερευνητές βρήκαν ανησυχητικές -αν και προς το παρόν ανεπιβεβαίωτες- ενδείξεις ότι η ίδια η διαδικασία της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής μπορεί να οδηγεί στη γέννηση περισσότερων μωρών με το συγκεκριμένο σύνδρομο. Μετά την εντατική ορμονοθεραπεία, τα γονιμοποιημένα ωάρια φέρουν διακριτές χρωμοσωματικές ανωμαλίες, αρκετά διαφορετικές από αυτές που έχουν τα ωάρια, τα οποία έχουν ληφθεί φυσιολογικά, χωρίς δηλαδή να προηγηθεί η χορήγηση ορμονών.
Η ορμονική διέγερση των ωοθηκών σε μερικές γυναίκες φαίνεται να αυξάνει τον κίνδυνο γενετικών ανωμαλιών. Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι οι έξτρα ορμόνες διασπούν την «κόλλα» που συγκρατεί τα 23 χρωμοσώματα μαζί κατά την κρίσιμη φάση της κυτταρικής μείωσης, με συνέπεια οι αριθμοί των χρωμοσωμάτων να ανακατεύονται στα ωοκύτταρα πριν τη γονιμοποίησή τους.