.

ΠΕΡΙ ΓΑΜOY MAΡΤΥΡΙΕΣ (και όχι μόνο)

Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου 2012

Τι είναι ευτυχία;



+ π. Αλέξανδρος Σμέμαν

Τι είναι ευτυχία; Είναι το να ζει κανείς όπως ζούμε τώρα εμείς με την Λιάνα. Οι δύο μας, απολαμβάνοντας την κάθε ώρα- τον πρωινό καφέ, δυο-τρείς ώρες ησυχίας το βράδυ. Καμιά «ειδική» συζήτηση. Τα πάντα είναι σαφή, και γι αυτό τόσο ωραία!.... Στην αιωνιότητα, στην Βασιλεία θα χρειάζεται μόνο το «Άγιος, Άγιος, Άγιος», μόνο λέξεις δοξολογίας και ευχαριστίας, μόνο προσευχή και λάμψη του πληρώματος, και της χαράς. ..

Πολλοί άνθρωποι, αν όχι η πλειοψηφία, ηδονίζονται με την αχαλίνωτη δραστηριότητα, επειδή φοβούνται να σταθούν πρόσωπο προς πρόσωπο με την ζωή, με τον εαυτό τους, με τον θάνατο. Βαριούνται, και η πλήξη είναι το βασίλειο του διαβόλου. Βαριεστημένοι και φοβισμένοι, κλείνουν τα αυτιά τους με την δράση με τις ιδέες και τις ιδεολογίες…

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

Μη αποστρέψης το πρόσωπο σου από του παιδός σου



Μη αποστρέψης το πρόσωπο σου από του παιδός σου, ότι θλίβομαι∙ ταχύ επάκουσόν μουʹ πρόσχες τη ψυχή μου, και λύτρωσαι αυτήν.
Ακούστε τη θαυμάσια μελωδία του στίχου τούτου, αυτή την κραυγή που ξαφνικά γεμίζει την εκκλησία «... ότι θλίβομαι!» - και θα καταλάβετε το σημείο από το οποίο ξεκινάει η Μεγάλη Σαρακοστή: το μυστηριώδες μίγμα της ελπίδας με την απογοήτευση, του φωτάς με το σκοτάδι. Η όλη προετοιμασία έφτασε πια στο τέλος. Στέκομαι μπροστά στο Θεό, μπροστά στη δόξα και στην Ομορφιά της Βασιλείας Του. Συνειδητοποιώ ότι ανήκω σʹ αυτή, ότι δεν έχω άλλη κατοικία, ούτε άλλη χαρά, ούτε άλλο σκοπό. Συναισθάνομαι ακόμα ότι είμαι εξόριστος από αυτή μέσα στο σκοτάδι και στη λύπη της αμαρτίας γιʹ αυτό «θλίβομαι»! Τελικά παραδέχομαι ότι μόνο ο Θεός μπορεί να με βοηθήσει σʹ αυτή τη θλίψη, ότι μόνον σʹ Αυτόν μπορώ να πω «πρόσχες τη ψυχή μου». Μετάνοια πάνω απ' όλα, είναι το απελπισμένο κάλεσμα για τη Θεία βοήθεια.
Πέντε φορές επαναλαμβάνουμε αυτό το Προκείμενο. Και τότε να! η Μεγάλη Σαρακοστή αρχίζει. Τα φωτεινά χρωματιστά άμφια και καλύμματα του ναού αλλάζουν τα φώτα σβήνουν. Ο ιερέας εκφωνεί τις αιτήσεις, ο χορός απαντάει με τα «Κύριε ελέησον» την κατʹ εξοχήν σαρακοστιανή απάντηση. Για πρώτη φορά διαβάζεται η προσευχή του Αγίου Εφραίμ που συνοδεύεται από μετάνοιες. Στο τέλος της ακολουθίας όλοι οι πιστοί πλησιάζουν τον ιερέα και ο ένας τον άλλο, ζητώντας την αμοιβαία συγχώρεση. Αλλά καθώς γίνεται αυτή η ιεροτελεστία της συμφιλίωσης, καθώς η Μεγάλη Σαρακοστή εγκαινιάζεται μʹ αυτή την κίνηση της αγάπης, της ενότητας και της αδελφοσύνης, ο χορός ψάλλει πασχαλινούς ύμνους. Πρόκειται τώρα πια να περιπλανηθούμε σαράντα ολόκληρες μέρες στην έρημο της Μεγάλης Σαρακοστής. Όμως από τώρα βλέπουμε να λάμπει στο τέλος το φως της Ανάστασης, το φως της Βασιλείας του Θεού.


π. Αλέξανδρος Σμέμαν


Aδελφοί, ας βάλουμε την συγχώρεση κλειδί για την ιερά θύρα της Μεγαλης Τεσσαρακοστής. Συγχωρέστε με και συγχωρεμένοι να είστε και ο Θεός συγχωρέσει ημάς. Καλόν αγώνα και καλή ανάσταση.

Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012

Η μητρότητα ως διακονία της γυναίκας

Γέροντος Σωφρονίου

Η θέση της γυναίκας κατά τους περασμένους αιώνες ήταν εξαιρετικά δύσκολη, ενώ ακόμη ως τις ημέρες μας δεν έχει πλήρως τακτοποιηθεί. Σε όλα τα επίπεδα της ζωής το πρόβλημα αυτό αποδεικνύεται υπερβολικά πολύπλοκοκαι στο επίπεδο της κρατικής νομοθεσίας, και στο επίπεδο της δομής της κοινωνίας, και στο επίπεδο της κατανομής της εργασίας, και στο επίπεδο της εκπαιδεύσεως και της μορφώσεως, και στο επίπεδο τέλος της εκκλησιαστικής ζωής. Πολλά έχουν αλλάξει κατά τις τελευταίες δεκαετίες· από πολλές απόψεις η γυναίκα απέκτησε θέση ασύγκριτα καλύτερη από την προηγούμενη, αλλά ωστόσο δεν έχει βρει τη θέση της στην κοινωνία· δεν έχει βρεθεί πραγματικά το σωστό μέτρο για την αξιολόγησή της. Κατά τους προηγούμενους αιώνες ο άνδρας ήταν ο νομοθέτης, ο κύριος. Η γυναίκα όμως συχνά ήταν υπερβολικά υποβιβασμένη, και κατά την αναζήτηση αλήθειας και δικαιοσύνης όλοι όσοι επιθυμούσαν βελτίωση της θέσεως της γυναίκας είχαν τη σκέψη: να την εξισώσουν στα δικαιώματα με τον άνδρα σε όλα τα επίπεδα. Η οδός αυτή έδωσε υπέροχους καρπούς. Πολλές γυναίκες απέκτησαν μεγάλη μόρφωση, κατέχουν υπεύθυνες θέσεις στην κρατική μηχανή, άρχισαν να διαδραματίζουν ιστορικό ρόλο συμμετέχοντας στις εκλογές κυβερνήσεων. Στην οικογένεια επίσης η θέση της γυναίκας άλλαξε προς όφελός της.

Πραγματικά, όλα αυτά έτσι είναι. Αλλά μπορούμε άραγε να θεωρήσουμε λυμένα τα προβλήματα όχι μόνο της εργασίας της γυναίκας, αλλά ακόμη και της οικογενειακής θέσεώς της; Η πείρα της ιστορίας έδειξε ότι το τεράστιο σώμα της ανθρωπότητας αποτελείται από κύτταρα, και ένα τέτοιο κύτταρο είναι η οικογένεια. Στο μέτρο που τα κύτταρα είναι υγιή υγιαίνει και το σώμα.

Συνεπώς η υγεία στο τεράστιο σώμα της ανθρωπότητας εξαρτάται από την υγεία του κυττάρου του σώματος αυτού, της οικογένειας. Μπορούμε άραγε να θεωρήσουμε τη σύγχρονη θέση της ως ευτυχή; Λόγω του ότι η γυναίκα γίνεται οικονομικά εντελώς ανεξάρτητη, εργαζόμενη όπως εργάζεται κάθε άνδρας, πλήθυναν οι διαλύσεις των οικογενειών, δηλαδή τα διαζύγια. Και στην περίπτωση που δεν υπάρχει διάλυση της οικογένειας, όταν αναγκάζεται να εργασθεί η γυναίκα εκτός σπιτιού, πάλι υποφέρει η οικογένεια, εφόσον για τα παιδιά δεν υπάρχει στο σπίτι πλέον ουσιαστικά ούτε πατέρας ούτε μητέρα. Τα παιδιά μένουν αρκετή ώρα μόνα τους ή ανατρέφονται από συγγενικά ή ξένα χέρια ή ανατίθενται σε σχολεία για την ανατροφή τους. Βασικά όμως στερούνται της μητρικής στοργής. Αν η γυναίκα εργάζεται εξίσου με τον άνδρα, τότε πάλι καταργείται η δικαιοσύνη, επειδή η γυναίκα στην οικογένεια, παράλληλα με την εργασία, βαστάζει και άλλα βάρη, επιπρόσθετα καθήκοντα, επειδή ακριβώς αυτή είναι η μητέρα των παιδιών. Θα νόμιζε κάποιος ότι, επειδή η γυναίκα βαρύνεται από μεγαλύτερες ευθύνες και ασκεί πολυπλοκότερο ρόλο, σε αυτήν πρέπει να ανήκει το προνόμιο να «κατευθύνει» την οικογένεια. Ασφαλώς κάποιος πρέπει να κατευθύνει την οικογένεια, όπως και κάθε άλλο ανθρώπινο καθίδρυμα. Έτσι, σε πολλές οικογένειες ανακύπτει η πάλη για εξουσία, που πολύ συχνά γίνεται καταστροφική για την οικογένεια. Συνεπώς, οπού και αν στρέψουμε την προσοχή μας, παντού βλέπουμε υπερβολικά πολύπλοκα προβλήματα, και δεν πλησιάσαμε ακόμη στην επίλυσή τους.

Έκανα τις λίγες αυτές παρατηρήσεις, για να δω τα πράγματα έτσι όπως τα βλέπει η πλειονότητα των ανθρώπων. Νομίζω όμως ότι εμείς ως χριστιανοί βλέπουμε ακόμη και εκείνα που οι άλλοι δεν προσέχουν. Θεωρούμε ότι το σπουδαιότερο θέμα γενικά για κάθε άνθρωπο είναι το ερώτημα: Τί είναι ο άνθρωπος; Ποιός είναι ο προορισμός του; Γιατί και για ποιόν λόγο εμφανίστηκε στον κόσμο; Ποιός σκοπός υπάρχει μπροστά του; Ποιό είναι το νόημα της υπάρξεώς του; Αν δεν απαντήσουμε στα ερωτήματα αυτά, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να λύσουμε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε· ούτε σε ένα επίπεδο. Είναι αδύνατον για παράδειγμα να επιτύχουμε αληθινά δίκαια δομή της κοινωνίας χωρίς τη γνώση αυτή. Δεν μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημα της κρατικής οργανώσεως, αν δεν έχουμε απάντηση στο κύριο αυτό ερώτημα. Όλη η ιστορία της ανθρωπότητας γράφεται με άσκοπη περιδίνηση, παράλογους πολέμους, άδικη καταπίεση του ισχυρού επάνω στον ασθενή, όπως βλέπουμε στον ζωικό κόσμο. Συνεπώς, τί είναι ο άνθρωπος; Την απάντηση στο ερώτημα αυτό την παίρνουμε από την Αγία Γραφή: «Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον, κατ’ εικόνα Θεού… άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς» (Γεν. 1,27). Και λίγο πιο κάτω διαβάζουμε: «Έπλασεν ο Θεός τον άνθρωπον, χουν από της γης, και ενεφύσησεν εις το πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής, και εγένετο ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν» (Γέν. 2,7).

Αν λοιπόν ο Θεός δημιούργησε τον άνδρα και την γυναίκα ως ενιαία ανθρωπότητα, τότε είναι φυσικό ότι το θέμα της σχέσεως μεταξύ ανδρός και γυναικός ήταν και θα είναι πάντοτε ένα από τα σπουδαιότερα ζωτικά θέματα. Αν στρέψουμε την προσοχή μας στα φυσικά χαρίσματα της γυναίκας και τα συγκρίνουμε με τα αντίστοιχά τους στον άνδρα, θα δούμε από την μακρόχρονη πείρα ότι τα χαρίσματα αυτά είναι ποικίλα· κάποτε συμπίπτουν, ενώ κάποτε γίνονται συμπληρωματικά το ένα του άλλου. Γνωρίζουμε επίσης από την ιστορία και από την Αγία Γραφή ότι στην Ανατολή, όπου γεννήθηκαν όλες οι μεγάλες θρησκείες, η κυριότητα του άνδρα επάνω στη γυναίκα ήταν υπερβολικά ισχυρή. Η γυναίκα στη συνείδηση της Ανατολής ήταν κατά κάποιον τρόπο κατώτερο ον. Ακόμη και στο Ευαγγέλιο βλέπουμε παρόμοια χωρία, όπως για παράδειγμα: «Οι δε εσθίοντες ήσαν άνδρες ωσεί πεντακισχίλιοι χωρίς γυναικών και παιδίων» (Ματθ. 14,21). Ελάμβαναν υπ’ ό­ψιν μόνο τους άνδρες, ενώ τις γυναίκες ούτε καν τις μετρούσαν. Αλλά αυτό δεν το βλέπουμε μόνο στην Ανατολή.

Έτυχε να διαβάσω, όταν ήμουν νέος, κάποιες στατιστικές που έκαναν μερικοί Γερμανοί μορφωμένοι άνθρωποι για τον ρόλο του άνδρα και τον ρόλο της γυναίκας στην ιστορία του πολιτισμού. Οι πολυμαθείς αυτοί Γερμανοί παρουσίαζαν τα κατορθώματα του άνδρα ως άκρως σημαντικά (παρομοιάζοντάς τα ως όρη υψηλά), ενώ από τα κατορθώματα της γυναίκας σημείωναν μόνο μερικά που ούτως ή άλλως γράφτηκαν στην ιστορία του πολιτισμού.

Μου φαίνεται ότι η παρεξήγηση αυτή εμφανίστηκε ως συνέπεια της απώλειας της συνειδήσεως εκείνης, που περιέχεται στη Γραφή: «Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον κατ’ εικόνα Θεού… άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς» (Γεν. 1,27). Αυτό το ξεχνούν όχι μόνο οι άνδρες, αλλά και οι ίδιες οι γυναίκες. Για να διορθώσουμε λοιπόν τη ζωή μας σε όλα τα επίπεδα της, αρχίζοντας από την οικογένεια, οφείλουν οι γυναίκες να ανυψωθούν με το πνεύμα και να φανερώσουν στον κόσμο την αυθεντική αξία τους, τον υψηλό ρόλο τους. Για την χριστιανική Εκκλησία το θέμα του ρόλου της γυναίκας γίνεται κάθε χρόνο διαρκώς οξύτερο.

Βλέπουμε ότι στις χώρες όπου ο άθεος κομμουνισμός διεξάγει ανοικτή πάλη εναντίον της Εκκλησίας με την εφαρμογή κάθε είδους εκβιασμών, διασώζει την Εκκλησία η ανδρεία των γυναικών, η αυτοθυσία τους, η ετοιμότητά τους για κάθε είδους παθήματα. Παντού παρατηρούμε ότι οι γυναίκες στις Εκκλησίες αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό. Μπορούμε να πούμε ότι στις Εκκλησίες κατά τις ακολουθίες οι γυναίκες συνιστούν την πλειονότητα, κάποτε τα τρία τέταρτα, κάποτε όμως και περισσότερο. Αν τώρα όλες οι γυναίκες αποχωρούσαν από την Εκκλησία, τότε αυτή δεν θα μπορούσε να υπάρχει, γιατί οι άνδρες που εκπληρώνουν υψηλή ποιμαντική διακονία, κατέχοντας υψηλές ιεραρχικές θέσεις, θα έμεναν ολιγάριθμοι και, με απλά λόγια, θα ήταν γι’ αυτούς από υλικής πλευράς αδύνατον να διατηρήσουν την Εκκλησία.

Συνεπώς ο ρόλος της γυναίκας στην Εκκλησία είναι μεγάλος, και όλοι μας πρέπει να σκεφτούμε το φαινόμενο αυτό. Στη χριστιανική μας διδασκαλία για τον άνθρωπο, μιλώντας θεολογικά, η γυναίκα παρουσιάζεται στο ίδιο ακριβώς μέτρο ως άνθρωπος, όπως και ο άνδρας. Οι δυνατότητες της διακονίας της μέσα στην ιστορία είναι απεριόριστες. Το γεγονός ότι ο Θεός Λόγος σαρκώθηκε από γυναίκα καταδεικνύει ότι η γυναίκα δεν είναι καθόλου μειωμένη ενώπιον του Θεού.

Εδώ όμως θέλω να εκφράσω το βασικότερο νόημα της ομιλίας μου. Όλα, όσα είπα μέχρι τη στιγμή αυτή, ήταν μόνο εισαγωγικά, για να σταθούμε όλοι σε σαφή πορεία σκέψεως. Αν μιλάμε για τη μεγάλη σπουδαιότητα της γυναίκας, τότε και οι ίδιες οι γυναίκες οφείλουν να δικαιώσουν τη σπουδαιότητά τους αυτή να δικαιώσουν τον εαυτό τους σε όλα τα επίπεδα της ζωής της ανθρωπότητος. Το ουσιωδέστερο όμως γι’ αυτές έργο, το σπουδαιότερο λειτούργημά τους, είναι η Μητρότητα: «Και εκάλεσεν Αδάμ το όνομα της γυναικός αυτού Ζωή, ότι αύτη μήτηρ πάντων των ζώντων» (Γεν. 3,20). Για να ανυψώσουν την ανθρωπότητα οι γυναίκες, πρέπει να φέρνουν στον κόσμο παιδιά με τον τρόπο που μας διδάσκει ο λόγος του Θεού. Υπάρχουν όμως δύο είδη γεννήσεως το ένα κατά σάρκα, το άλλο κατά πνεύμα. Ο Χριστός είπε στον Νικόδημο: «Το γεγεννημένον εκ της σαρκός σαρξ έστι, και το γεγεννημένον εκ του Πνεύματος πνεύμα έστι. Μη θαυμάσης ότι είπόν σοι, δει υμάς γεννηθήναι Άνωθεν» (Ιωάν. 3,6-7). Επειδή οι γυναίκες της εποχής μας έχασαν την υψηλή αυτή συνείδηση, άρχισαν να γεννούν προπαντός κατά σάρκα. Τα παιδιά μας έγιναν ανίκανα για την πίστη. Συχνά αδυνατούν να πιστέψουν ότι είναι εικόνα του Αιωνίου Θεού. Η μεγαλύτερη αμαρτία στις ημέρες μας έγκειται στο ότι οι άνθρωποι βυθίστηκαν στην απόγνωση και δεν πιστεύουν πια στην Ανάσταση. Ο θάνατος του ανθρώπου εκλαμβάνεται από αυτούς ως τελειωτικός θάνατος, ως εκμηδένιση, ενώ πρέπει να θεωρείται ως στιγμή αλλαγής της μορφής της υπάρξεώς μας· ως ημέρα γεννήσεώς μας στην ανώτερη ζωή, σε ολόκληρο πλέον το πλήρωμα της ζωής που ανήκει στον Θεό. Αλήθεια, το Ευαγγέλιο λέει: «Ο πιστεύων εις τον Υιόν έχει ζωήν αιώνιον ο δε απειθών τω Υιώ ουκ όψεται ζωήν» (Ιωάν. 3,36). «Αμήν, αμήν λέγω υμίν ότι… ο πιστεύων τω Πέμψαντί με έχει ζωήν αιώνιον, και εις κρίσιν ουκ έρχεται, αλλά μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Ιωάν. 5,24). «Αμήν, αμήν λέγω υμίν, εάν τις τον λόγον τον Εμόν τηρήση, θάνατον ου μη θεώρηση εις τον αιώνα» (Ιωάν. 8,51). Παρόμοιες λοιπόν εκφράσεις μπορούμε να αναφέρουμε πολλές.

Συχνά ακούω από τους ανθρώπους: Πώς ή γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Γιατί η πλειονότητα των ανθρώπων έχασε την ικανότητα να πιστεύει; Δεν είναι άραγε η νέα απιστία συνέπεια της ευρύτερης μορφώσεως, όταν αυτό που λέει η Γραφή γίνεται μύθος, απραγματοποίητο όνειρο;

Η Πίστη, η ικανότητα για την πίστη, δεν εξαρτάται πρωτίστως από τον βαθμό μορφώσεως του ανθρώπου. Πράγματι παρατηρούμε ότι στην εποχή μας, κατά την οποία διαδίδεται η μόρφωση, η πίστη ελαττώνεται, ενώ θα έπρεπε ουσιαστικά να συμβαίνει το αντίθετο· όσο δηλαδή πλατύτερες γίνονται οι γνώσεις του ανθρώπου, τόσο περισσότερες αφορμές έχει για να αναγνωρίζει τη μεγάλη σοφία της δημιουργίας του κόσμου. Σε τί λοιπόν συνίσταται η ρίζα της απιστίας;

Πριν απ’ όλα οφείλουμε να πούμε ότι το θέμα αυτό είναι πρωτίστως έργο των γονέων, των πατέρων και των μητέρων. Αν οι γονείς φέρονται προς την πράξη της γεν­νήσεως του νέου ανθρώπου με σοβαρότητα, με τη συνείδηση ότι το γεννώμενο βρέφος μπορεί να είναι αληθινά «υιός ανθρώπου» κατ’ εικόνα του Υιού του Ανθρώπου, δηλαδή του Χριστού, τότε προετοιμάζονται για την πράξη αυτή όχι όπως συνήθως γίνεται αυτό. Να ένα υπέροχο παράδειγμα· ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ προσεύχονταν για πολύ καιρό να τους χαρισθεί τέκνο… Και τί συνέβη λοιπόν; «Ώφθη δε αυτώ (τω Ζαχαρία) άγγελος Κυρίου εστώς εκ δεξιών του θυσιαστηρίου του θυμιάματος. Και εταράχθη Ζαχαρίας ιδών, και φόβος επέπεσεν επ’ αυτόν. Είπε δε προς αυτόν ο άγγελος- μη φοβού, Ζαχαρία· διότι εισηκούσθη η δέησίς σου, και η γυνή σου Ελισάβετ γεννήσει υιόν σοι, και καλέσεις το όνομα αυτού Ιωάννην και έσται χαρά σοι και αγγαλίασις, και πολλοί επί τη γεννήσει αυτού χαρήσονται. Έσται γαρ μέγας ενώπιον του Κυρίου… και Πνεύματος Αγίου πλησθήσεται έτι εκ κοιλίας μητρός αυτού, και πολλούς των υιών Ισραήλ επιστρέψει επί Κύριον τον Θεόν αυτών» (Λουκ. 1,11-16).

Βλέπουμε μάλιστα στη συνέχεια ότι ο Ιωάννης, ευρισκόμενος ακόμη στην κοιλιά της μητέρας του, αναγνώρισε την επίσκεψη της μητέρας του Χριστού, σκίρτησε από χαρά και η χαρά του μεταδόθηκε στη μητέρα του. Τότε εκείνη γέμισε με προφητικό Πνεύμα (βλ. Λουκ. 1,40-41). Άλλο παράδειγμα είναι η προφήτιδα Άννα (βλ. Λουκ. 2,36).

Έτσι και τώρα· αν οι πατέρες και οι μητέρες θα γεννούν παιδιά συναισθανόμενοι την άκρα σπουδαιότητα του έργου αυτού, τότε τα παιδιά τους θα γεμίζουν από Πνεύμα Άγιο, ήδη από την κοιλιά της μητέρας- και η πίστη στον Θεό, τον Δημιουργό των απάντων, ως προς τον Πατέρα τους, θα γίνει γι’ αυτά φυσική, και καμία επιστήμη δεν θα μπορέσει να κλονίσει την πίστη αυτή, γιατί «το γεννώμενον εκ Πνεύματος πνεύμα έστιν». Η ύπαρξη λοιπόν του Θεού και η εγγύτητά του σε μας είναι για μια τέτοια ψυχή οφθαλμοφανές γεγονός. Και η απιστία των πολυμαθών ή των αμαθών στα μάτια των τέκνων αυτών του Θεού θα είναι απλώς απόδειξη ότι οι άνθρωποι εκείνοι δεν γεννήθηκαν ακόμη Άνωθεν, και ακριβώς εξαιτίας του γεγονότος αυτού δεν πιστεύουν στον Θεό, διότι είναι εξ ολοκλήρου σάρκα, γεννημένοι από σάρκα.

Εκείνο όμως που αποτελεί πραγματικό πρόβλημα για την Εκκλησία, τον προορισμό της, είναι το πώς να πείσει τους ανθρώπους ότι είναι αληθινά τέκνα και θυγατέρες του αιωνίου Πατρός· πως να δείξει στον κόσμο τη δυνατότητα μιας άλλης ζωής, όμοιας προς τη ζωή του ιδίου του Χριστού, ή τη ζωή των προφητών και των αγίων. Η Εκκλησία οφείλει να φέρει στον κόσμο όχι μόνο την πίστη στην ανάσταση, αλλά και τη βεβαιότητα γι’ αυτήν. Τότε περιττεύει η απαίτηση για οποιεσδήποτε άλλες ηθικιστικές διδασκαλίες.

(Αρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ) «Το Μυστήριο της χριστιανικής ζωής», σ.180-189. Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου – Έσσεξ)



πηγή

Η ανταπόδωση της καλοσύνης .Κάνε το καλό και ρίξτο στο γιαλό. Τελικά όμως, ό,τι δίνεις, παίρνεις! Όμορφη ταινία μικρού μήκους.

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012

Στο ναό, της Μάρως Βαμβουνάκη



Ακούω τα ισπανικά λόγια του ιερέα και δυσκολεύομαι να νιώσω την κατάνυξη που αισθανόμαι στους δικούς μας εσπερινούς.

Δεν είναι προκατάληψη. Οσο περισσότερο εκκλησιάζομαι στην Ορθοδοξία, τόσο με κερδίζει. Μέσα εδώ μού λείπει η δική μας αισθητική: Το θερμό ημίφως, τα σοβαρά μάτια των εικόνων μας που ατενίζουν ορίζοντες εσωτερικούς, η τελετουργία των δαχτύλων τους, η γνώση των σφιχτών χειλιών τους. Η άφατη έννοια που συνταράσσει, ο σεβασμός στα μεγάλα συναισθήματα που σιωπά. Εκεί πέρα, σε μάς, στην Ορθόδοξη τέχνη, τα μεγάλα και τα σημαντικά υπονοούνται, στέλνουν μονάχα νύξεις κι αν μέσα σου συναπαντήσουν κάποιους σπόρους, τους καρπίζουν. Το ζητούμενο πνέει πιο μέσα απ΄τις λέξεις, πιο πίσω απ΄τις εικόνες και είναι φειδωλό.

Εδώ, στη Δύση, όλα περιφέρονται ανυπόφορα εκφραστικά, πληθωρικά, σχεδόν φλύαρα. Ο συναισθηματισμός καταντάει πόζα. Οι μορφές δεν είναι πλέον σύμβολα, κάνουν τα πάντα για να εκβιάσουν τη συγκίνησή σου. Μπροστά σε τόση πληθωρικότητα αμύνεσαι, αντί ν΄ανοίγεσαι κλείνεις.



Από το βιβλίο «Λουλούδι της κανέλλας» (αφήγηση ενός ταξιδιού στην Ισπανία), εκδόσεις ¨Φιλιππότη¨, 1993

Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2012

Τα 8 σημάδια της κακής νταντάς



Από μόνο του το γεγονός ότι αναγκαζόμαστε να αφήσουμε το παιδί μας πολλές ώρες κατά την διάρκεια της ημέρας γιατί πρέπει να πάμε στην δουλειά είναι στρεσογόνο και στενάχωρο. Πόσο μάλλον όταν δεν νιώθουμε σιγουριά και ασφάλεια για το άτομο που έχει αναλάβει να το «κρατάει».
Το να βρεις την τέλεια baby sitter που θα προσέχει πραγματικά και θα δίνει χαρά στο παιδί είναι τύχη-βουνό και δεν συμβαίνει συχνά, Το να αποφύγεις, όμως μία κακή baby sitter απαιτεί καλή προετοιμασία και «εκπαίδευση».

Δείτε παρακάτω τα «τεστ» που πρέπει να περάσει μία baby sitter από το πρώτο κιόλας ραντεβού μέχρι να καταφέρει να κερδίσει την έγκρισή σας.

Στο πρώτο ραντεβού
*Συζητάει;
Το βασικό χαρακτηριστικό που θέλετε να έχει η baby sitter σας είναι να μιλάει. Ιδιαίτερα στο πρώτο σας ραντεβού θα πρέπει να δείξει πως ενδιαφέρεται να μάθει για τα παιδιά, την υγεία τους, τα ενδιαφέροντά τους, να μάθει για την δική σας ζωή και γενικά να δημιουργήσει οικειότητα μεταξύ σας. Το να είναι ανοιχτή σε συζητήσεις δείχνει αφενός ότι έχει διάθεση να μιλάει με τα παιδιά και αφετέρου ότι θα έχετε καλή επικοινωνία και θα σας μεταφέρει όλα αυτά που συμβαίνουν στο σπίτι όταν εσείς λείπετε και ό,τι την προβληματίζει.

*Πώς δέχεται τους κανόνες; Κάθε οικογένεια έχει κάποιους «κανόνες λειτουργίας», τους οποίους έχετε θέσει και θέλετε όλοι να ακολουθούν. Μία καλή baby sitter θα πρέπει να δείξει ενδιαφέρον την ώρα που απαριθμείτε αυτούς τους κανόνες, να εκφράσει απορίες και να σας πείσει ότι τους κατανοεί και τους αποδέχεται. Μία άριστη baby sitter, μάλιστα, θα κρατήσει σημειώσεις όταν θα της μιλάτε για την ώρα που θέλετε τα παιδιά να τρώνε ή να κάνουν μπάνιο.

*Συμπεριφορά και στάση: Η πρώτη εικόνα είναι συνήθως αυτή που χαρακτηρίζει έναν άνθρωπο. Ήρθε στην ώρα της στο πρώτο ραντεβού; Ήταν καθαρή και περιποιημένη; Έδειξε σεβασμό στο σπίτι, σε εσάς και στα παιδιά; Αν η απάντηση σε όλα τα παραπάνω είναι «ναι» αυτό είναι ένα καλό σημάδι. Επίσης, μάθετε από το πρώτο ραντεβού αν καπνίζει και αν αυτό σας ενοχλεί φροντίστε να το επισημάνετε.

Στην πράξη
*Συνέπεια και καλή διάθεση:
Όταν πλέον έχετε προσλάβει την baby sitter ένα πρώτο στοιχείο που θα πρέπει να ελέγξετε είναι αν φτάνει στο σπίτι στην ώρα της και αν έρχεται με θετική διάθεση. Κανείς δεν θέλει να προσέχει το παιδί του μια γυναίκα με κακή διάθεση, θλιμμένη ή νευρική. Επίσης, μία baby sitter που μονίμως καθυστερεί ή που παραπονιέται αν κάποιες φορές δεν επιστρέφετε στο σπίτι στην συμφωνημένη ώρα μακροπρόθεσμα θα δημιουργήσει πρόβλημα στην οικογένεια.

*Παιδικά παράπονα: Συμβαίνει συχνά τα παιδιά να παίρνουν με κακό μάτι οποιονδήποτε ξένο «εισβάλει» ξαφνικά στην οικογένεια και παίρνει την θέση της μαμάς και του μπαμπά. Εσείς, όμως, είστε σε θέση να κρίνετε πότε υπερβάλει στα παράπονα του για την baby sitter και πότε είναι ειλικρινές. Αν για παράδειγμα το παιδί παραπονιέται ότι είναι συνέχεια μόνο, ότι η baby sitter δεν του μιλάει και δεν του δίνει σημασία, αν είναι θλιμμένο και κακόκεφο θα πρέπει να «το ψάξετε» και να κρίνετε αν αυτή τη στάση θα έχει έναντι οποιασδήποτε baby sitter ή μόνο της συγκεκριμένης.

*Αλλαγή συμπεριφοράς: Αν ένα φυσιολογικό, αισιόδοξο και ανεξάρτητο παιδί ξαφνικά γίνει γκρινιάρικο και κλειστεί στον εαυτό του ή αν αρχίσει να ξυπνά το βράδυ με εφιάλτες ή γενικά δυσκολεύεται στον ύπνο ενώ ποτέ δεν είχε πρόβλημα πριν την baby sitter, θα πρέπει να προβληματιστείτε. Είναι λογικό να αλλάξει η συμπεριφορά του παιδιού με ένα νέο πρόσωπο στην οικογένεια, όμως τα παραπάνω είναι σημάδια που δεν θα πρέπει να αγνοήσετε. Αντίθετα, θα πρέπει να δράσετε άμεσα και αποφασιστικά μιλώντας τόσο με τα παιδιά όσο και με την baby sitter για να βρείτε την «πηγή του κακού».

*Συχνά ατυχήματα (χωρίς εξηγήσεις): Είναι γεγονός ότι στο σπίτι συμβαίνουν τα περισσότερα ατυχήματα και θα έχετε παρατηρήσει και εσείς ότι τα μικρά παιδιά πολύ συχνά θα πέσουν, θα χτυπήσουν, θα κοπούν, θα γδαρθούν πάνω στο παιχνίδι. Θα έχετε, όμως, επίσης παρατηρήσει την συχνότητα με την οποία συμβαίνει αυτό και την σοβαρότητα του χτυπήματος. Μία καλή baby sitter θα σας δώσει άμεσα μία ξεκάθαρη απάντηση για το πώς χτύπησε το παιδί. Αν, όμως, ξαφνικά τα ατυχήματα αυξηθούν και χειροτερέψουν αυτό μπορεί να σημαίνει πως η baby sitter δεν προσέχει αρκετά το παιδί –ακόμα χειρότερα ότι η ίδια το κακοποιεί. Τα συνεχή και σοβαρά ατυχήματα είναι κόκκινα σημαιάκια που δεν πρέπει να αγνοήσετε.

*Καλεί κόσμο (χωρίς την άδειά σας): Με τον καιρό η baby sitter μπορεί να κερδίσει την εμπιστοσύνη της οικογένειας, να νιώσει μέρος αυτής και να αποκτήσει τόση οικειότητα ώστε να καλέσει έναν φίλο ή ακόμα και τον φίλο της όταν εσείς θα λείπετε. Παρόλο που οι ίδιοι οι γονείς μπορεί με τον καιρό να της επιτρέψουν να φέρει κάποιον για παρέα αν χρειαστεί να μείνει πολλές ώρες στο σπίτι με τα παιδιά, είναι ανεπίτρεπτο να το κάνει χωρίς να σας έχει ρωτήσει πρώτα. Ένα ακόμα ξένο πρόσωπο στο σπίτι μπορεί όχι μόνο να δημιουργήσει αναστάτωση στα παιδιά αλλά και να αποσπάσει την προσοχή της baby sitter από αυτά.

Κριτής το ίδιο το παιδί
Μετά το πρώτο στάδιο προσαρμογής, ο πιο εύκολος τρόπος να καταλάβετε ότι το παιδί σας είναι χαρούμενο με την γυναίκα που το προσέχει είναι όταν:
-Το παιδί σπεύδει να την αγκαλιάσει ή να την φιλήσει κάθε πρωί που εκείνη έρχεται.
-Κάνει το ίδιο το απόγευμα, όταν εκείνη φεύγει.
-Πηγαίνει χαρούμενο ή πρόθυμο κοντά της όταν εκείνη το φωνάζει.

Το παιδί σας δεν είναι χαρούμενο με την γυναίκα που το προσέχει όταν:
-Ξαφνικά παρουσιάζει έντονη νευρικότητα, θυμό ή κλείνεται στον εαυτό του.
-Είναι ανόρεχτο, δεν έχει διάθεση ούτε για φαγητό ούτε για παιχνίδι.
-Ξυπνάει το βράδυ με εφιάλτες και κλάματα.

πηγή

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2012

Γάμος, αγαμία και μοναστική ζωή

(π. Ιωάννης Μέγεντορφ)

Ένα από τα παράδοξα του χριστιανικού ήθους είναι ότι και ο γάμος και η αγαμία, παρ’ όλο που προϋποθέτουν διαφορετική συμπεριφορά στην πράξη, εν τούτοις βασίζονται στην ίδια Θεολογία της Βασιλείας του Θεού και γι’ αυτό και στην ίδια πνευματικότητα.

Η μοναδικότητα του Χριστιανικού γάμου συνίσταται στη μετουσίωση και στη μεταμόρφωση μιας φυσικής ανθρώπινης στοργής ανάμεσα σ’ έναν άντρα και μια γυναίκα, σ’ έναν αιώνιο δεσμό αγάπης, που δεν μπορεί να σπάσει ακόμη και με το θάνατο. Ο γάμος είναι ένα μυστήριο, γιατί σ’ αυτόν η μέλλουσα Βασιλεία του Θεού -ο γάμος του Αρνίου (αποκάλυψη ιθ’: 7,9), η πλήρης ένωση Χριστού και Εκκλησίας- προσλαμβάνεται και αναπαρίσταται. Ο χριστιανικός γάμος βρίσκει το τελικό του νόημα όχι στη σαρκική ικανοποίηση, ούτε στην κοινωνική σταθερότητα, ακόμη ούτε σε μια διασφαλιστική διαιώνιση αλλά στο «έσχατον», στην τελική κατάληξη, που ο Κύριος ετοίμασε για τους εκλεκτούς Του.

Τώρα η αγαμία -και ειδικά η μοναχική ζωή- δικαιώνονται στην Αγία Γραφή και την Παράδοση από την ίδια αναφορά στη Μέλλουσα Βασιλεία. Ο ίδιος ο Κύριος είπε: «Όταν γαρ εκ νεκρών αναστώσιν, ούτε γαμούσι ούτε γαμίζονται, αλλ’ εισίν ως άγγελοι οι εν τοις ουρανοίς» (Μαρκ. ιβ’:25). Προφανώς αυτό που θέλει είναι να δώσει έμφαση στο γεγονός, ότι οι ανθρώπινες σχέσεις δεν θα είναι πια «σαρκικές». Έτσι η Καινή Διαθήκη επανειλημμένα θεωρεί την αγαμία σαν μια προεικόνιση της «αγγελικής ζωής».

Οι μεγάλες μορφές του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού, του Αποστόλου Παύλου και οι «εκατόν τεσσαράκοντα τέσσα­ρες χιλιάδες» που αναφέρονται στην αποκάλυψη (ιδ’:3-4), προβάλλονται σαν υποδείγματα των αναρίθμητων χριστιανών Αγίων, που έκαναν πράξη την παρθενία για τη δόξα του Θεού. Αναφορές στην άγαμη ζωή είναι πολυάριθμες στα συγγράμματα των Πατέρων της Εκκλησίας, προφανώς σαν μια αντίδραση στη σεξουαλική χαλαρότητα που επικρατούσε στον ειδωλολατρικό κόσμο και ακόμη σαν μια έκφραση της πρωτο­χριστιανικής αίσθησης της πέρα απ’ τα όρια του κόσμου τούτου θέσης του Χριστιανισμού. Φαίνεται επί πλέον ότι ο μοναχισμός φάνηκε σε πολλούς σαν η ασφαλής και υψηλότερη λύση των ηθικών προβλημάτων. Παρά αυτήν την υπεροχή του μοναστικού πνεύματος -έκφραση του οποίου είναι και η καθιέρωση της αγαμίας των επισκόπων- η εκκλησία ανένδοτα διατήρησε τη θετική αξία του γάμου. Αναγνωρίζεται επίσης παγκόσμια στο γάμο ο μυστηριακός του χαρακτήρας, ενώ λίγοι μόνο εκκλησιαστικοί συγγραφείς αποδίδουν έναν επίσης μυστηριακό χαρακτήρα στη τελετή της μοναχικής κουράς. Αυτή η θετική αξία του γάμου εκφράζεται θαυμάσια στα αποσπάσματα του Κλήμεντος Αλεξανδρείας, ενός από τους θεμελιωτές της χριστιανικής Θεολογίας (3ος αιώνας) και του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου.

Έτσι και τα δύο, γάμος και αγαμία, είναι ευαγγελικοί τρόποι ζωής, προγεύσεις της Βασιλείας, που έχει ήδη αποκαλυφθεί στο πρόσωπο του Χριστού και θα εμφανισθεί δυναμικά στην έσχατη ημέρα. Είναι γι’ αυτό μόνο ο «εν Χριστώ» γάμος επισφραζιγόμενος από τη Θεία Ευχαριστία, και η αγαμία, «εις το όνομα του Χριστού», που μεταφέρουν αυτό το έσχατο λογικό χριστιανικό μήνυμα -όχι ο γάμος, που έγινε με μορφή συμβολαίου ή για μια ικανοποίηση της σάρκας και όχι η αγαμία, που έγινε αποδεκτή σαν αδράνεια ή, στη χειρότερη περίπτωση από εγωισμό και αυτοπροστατευτική απέκδυση ευθυνών. Η εκκλησία ευλογεί τους μοναχούς, τους ασκητές, τους πνευματικούς ανθρώπους, εξίσου με τα χριστιανικά ζευγάρια, αλλά όχι κατ’ ανάγκη τους άγαμους γέρους ή τις γεροντοκόρες.

Όπως ο χριστιανικός γάμος απαιτεί θυσία, υπευθυνότητα στην οικογενειακή δόμηση, αφιέρωση και ωριμότητα, έτσι και η χριστιανική αγαμία είναι αδιανόητη χωρίς προσευχή, νηστεία, υπακοή, ταπείνωση, φιλανθρωπία και σταθερό ασκητικό αγώνα. Δεν είναι ανακάλυψη της σύγχρονης ψυχολογίας το γεγονός ότι η απουσία της σεξουαλικής δραστηριότητας δημιουργεί προβλήματα: Οι Πατέρες της εκκλησίας το ήξεραν πολύ καλά και επεξεργάστηκαν ένα αξιοσημείωτο σύστημα ασκητικών προδιαγραφών -τη βάση όλων των μοναστικών κανόνων- που κάνει την παρθενία πιθανή και απολαυστική. Γνωρίζουν, πολλές φορές καλύτερα από τους σύγχρονους ψυχολόγους, ότι το ανθρώπινο ένστικτο του έρωτα και της αναπαραγωγής δεν είναι απομονωμένο από τα υπόλοιπα της ανθρώπινης ύπαρξης, αλλά είναι το κεντρικότερο. Δεν μπορεί να καταπιεστεί παρά μόνο να μεταμορφωθεί, να μετουσιωθεί και να διοχετευτεί σαν αγάπη για το Θεό και τον πλησίον, με την προσευχή, τη νηστεία και την υπακοή στο όνομα του Χριστού.

Μια από τις μεγαλύτερες πηγές των πρόσφατων συγκρούσεων που αφορούν την αγαμία του κλήρου στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, βρίσκεται στο ότι η απαίτηση για αγαμία επιβάλλεται ακόμη, χωρίς όμως πια την πνευματικότητα, που συνήθως υπηρετούσε αυτή στη φυσική της τοποθέτηση, και χωρίς την οποία παρουσιάζεται ανυπόφορη και άχρηστη. Η περισυλλογή, η καθημερινή λειτουργία, ο ειδικός «ιερατικός» τρόπος ζωής σε απομόνωση από τον κόσμο, η ακτημοσύνη, η νηστεία έχουν όλα εγκαταλειφθεί. Ο ιερέας δεν υποβάλλεται σε κανένα ιδιαίτερο περιορισμό στη φυσική ικανοποίηση των επιθυμιών του για φαγητό, ποτό, άνεση και χρήματα και δεν ακολουθεί τώρα πια καμιά πραγματική πειθαρχία σε κάποιο τυπικό προσευχής. Η αγαμία του είναι ακόμη αποστερημένη από την πνευματική της σημασία, η οποία μόνο μπορεί να είναι εσχατολογική -αποσκοπούσα στην «Βασιλεία». Πόσο διαφορετικά από την «Βασιλεία» είναι το συνήθως άνετο πρεσβυτέριο και πόσο αντιδραστική η έκκληση της μοντέρνας θεολογίας για «ανάμειξη στον κόσμο» και «κοινωνική πρόνοια» σαν τις μόνες μορφές με τις όποιες η Βασιλεία του Θεού πρόκειται να αποκαλυφθεί. Μα τότε, γιατί στο καλό, αγαμία;

Αλλά και στην Ορθοδοξία, η αγαμία, που εφαρμόζεται από κάποιον σαν σκαλί για την Αρχιεροσύνη, είναι ασφαλώς, ένας ακόμη χειρότερος πνευματικός κίνδυνος. Ολόκληρη η Παράδοση της εκκλησίας είναι απόλυτα σύμφωνη στη διακήρυξη ότι η αυθεντική παρθενία και μοναχική ζωή, μόνο σε μοναστικά κοινόβια μπορεί να πραγματωθεί. Μόνο ξεχωριστές και ασυνήθιστα ισχυρές προσωπικότητες μπορούν να ασκήσουν μια γεμάτη νόημα αγαμία, αν και ζουν στον κόσμο. Η ταπείνωση είναι προφανώς η μοναδική αρετή, χάρι στην οποία κατορθώνουν και τα βγάζουν πέρα, αλλά, όπως όλοι ξέρουμε κι όπως φαίνεται από μακριά, είναι η δυσκολότερη, και γι’ αυτό η σπανιότερη, των αρετών.

Η μοναστική παράδοση ανέκαθεν αναγνωριζόταν απ’ την Ορθοδοξία, σαν η πιο αυθεντική μαρτυρία του Ευαγγελίου του Χριστού. Όπως οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, όπως οι Μάρτυρες των πρώτων χριστιανικών χρόνων, οι μοναχοί κάνουν το Χριστιανισμό αξιόπιστο. Δείχνοντας ότι κάποιος μπορεί να πορευτεί μια αστραφτερή, ολόχαρη, γεμάτη νόημα ζωή προσευχής και διακονίας, χωρίς να είναι εξαρτημένος από τις «φυσιολογικές συνθήκες» αυτού του κόσμου, έδιναν μια ζωντανή απόδειξη ότι η Βασιλεία του Θεού είναι πράγματι «εν τω μέσω ημών». Η παλινόρθωση μιας τέτοιας παράδοσης μπορεί να αποτελέσει μια εξαιρετικά σημαντική μαρτυρία μέσα στο μαχητικά εκκοσμικευμένο πλήθος. Ο «ανθρωπισμός», που προφασίζεται σήμερα ότι «ήρθε με τον καιρό», δεν ζητά τη βοήθεια του Χριστιανισμού στις αναζητήσεις του για «ένα καλύτερο κόσμο». Μπορεί πάντως να ξαναστραφεί το ενδιαφέρον προς την Εκκλησία, εάν αυτή είναι σε θέση να διακηρύττει ένα κόσμο όχι μοναχά «καλύτερο» αλλά πραγματικά καινούργιο και διαφορετικό. Αυτό είναι που αναζητούν τόσοι πολλοί νέοι και δυστυχώς ανακαλύπτουν μόνο τους Βουδιστές στην καλύτερη περίπτωση, αλλά ακόμη συνηθέστερα τον ψυχεδελισμό και τόσες άλλες μορφές φυγής προς το… θάνατο.

Οι μοναχοί είναι οι μάρτυρες αυτού του νέου κόσμου. Εάν υπήρχαν περισσότερες αυθεντικές μοναστικές κοινότητες ανάμεσα μας, η μαρτυρία μας θα ήταν πολύ δυνατότερη. Πάντως, η «Καινή εν Χριστώ κτίσις» είναι προσιτή σε όλους μας, σε όλη της την ομορφιά, από τον έρωτα στο γάμο, εφ’ όσον μόνον μαζί με τον Απόστολο Παύλο, το δεχτούμε και το νοιώσουμε «εις Χριστόν και εις την Έκκλησίαν».

(J.Meyendorff, «Γάμος-Μια Ορθόδοξη προοπτική» σ. 63-66, εκδ. Ι. Μητροπόλεως Θηβών και Λεβαδείας)



πηγή

Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2012

Μοναξιά και Αρχοντική Αγάπη

συζυγική ενότητα γάμος ένωση

Ο Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος εκκινώντας από την φράση «Οὐ καλὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον μόνον ἐπὶ τῆς γῆς· ποιήσωμεν αὐτῷ βοηθὸν κατ᾿· αὐτόν» στην ακολουθία του γάμου, αναλύει:

  • Την πραγματική έννοια της μοναξιάς και η θεραπεία της,
  • Πότε είναι πραγματικά μόνος ο άνθρωπος,
  • Την απολυτοποίηση του σχετικού, π.χ. του/της συντρόφου,
  • Αγάπη, σεβασμό της ελευθερίας και ζήλια,
  • Το περιεχόμενο της βοήθειας της Εύας προς τον Αδάμ,
  • Τι σημαίνει πρακτικά η ένωση άνδρα και γυναίκας σε έναν άνθρωπο με το μυστήριο του γάμου,
  • Την προσκόλληση του ανδρός προς την γυναίκα αυτού,
  • Τις γνώμες των γονέων προς τα παντρεμένα παιδιά τους,
  • Τις μικρές ρωγμές που υπεισέρχονται στην αδιάσπαστη κοινωνία του ζευγαριού στο γάμο, π.χ. ξεχωριστοί φίλοι/ες,
  • Τη διαφορά του γάμου ως ιερή αποστολή από έναν συνεταιρισμό συμφερόντων,
  • Την τραγωδία και τις συνέπειες της καταστροφής της οικογένειας.
Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος - Μοναξιά κι αρχοντική αγάπη

Σάββατο 11 Φεβρουαρίου 2012

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΟΡΙΑ (Κυριακή του Ασώτου)



Alexander Schmemann

ΜΕΓΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ
Πορεία προς το Πάσχα
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΆΚΡΙΤΑΣ

Την τρίτη Κυριακή της προετοιμασίας μας για τη Μεγάλη Σαρακοστή διαβάζουμε την παραβολή του Ασώτου Υιού (Λουκ. 1 5, 11 ‐32). Η παραβολή τούτη μαζί με τους ύμνους της ημέρας αυτής μας παρουσιάζουν τη μετάνοια σαν επιστροφή του ανθρώπου από την εξορία. Ο άσωτος γιος, λέει το Ευαγγέλιο, πήγε σε μια μακρινή χώρα και κει σπατάλησε ότι είχε και δεν είχε. Μια μακρινή χώρα! Είναι ο μοναδικός ορισμός της ανθρώπινης κατάστασης που θα πρέπει να αποδεχτούμε και να τον οικειοποιηθούμε καθώς αρχίζουμε την προσέγγιση μας στο Θεό. Ένας άνθρωπος που ποτέ δεν είχε αυτή την εμπειρία, έστω και για λίγο, που ποτέ δεν αισθάνθηκε ότι είναι εξόριστος από το Θεό και από την αληθινή ζωή, αυτός ποτέ δε θα καταλάβει τι ακριβώς είναι ο Χριστιανισμός. Και αυτός που νιώθει «σαν στο σπίτι του» σʹ αυτόν τον κόσμο και στη ζωή του κόσμου τούτου, που έμεινε άτρωτος από τη νοσταλγία για μια άλλη πραγματικότητα, αυτός δε θα καταλάβει τι είναι μετάνοια.

Η μετάνοια συχνά ταυτίζεται με μια «ψυχρή και αντικειμενική» απαρίθμηση αμαρτιών και παραβάσεων, όπως μια πράξη «ομολογίας ενοχής» ύστερα από μια νόμιμη μήνυση. Η εξομολόγηση και η άφεση αμαρτιών θεωρούνται σαν να ήταν δικαστικής φύσεως. Αλλά παραβλέπεται κάτι πολύ ουσιαστικό χωρίς το οποίο ούτε η εξομολόγηση ούτε η άφεση έχει κάποιο πραγματικό νόημα ή κάποια δύναμη. Αυτό το «κάτι» είναι ακριβώς το αίσθημα της αποξένωσης από το Θεό, από τη μακαριότητα της κοινωνίας μαζί Του, από την αληθινή ζωή όπως τη δημιούργησε και μας την έδωσε Εκείνος. Αλήθεια, είναι πολύ εύκολο να εξομολογηθώ ότι δεν νήστεψα τις καθορισμένες για νηστεία μέρες, ή ότι παράλειψα την προσευχή μου ή ότι θύμωσα. Αλλά είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα να παραδεχτώ ξαφνικά ότι έχω αμαυρώσει και έχω χάσει την πνευματική μου ομορφιά, ότι είμαι πολύ μακριά από το πραγματικό μου σπίτι, την αληθινή ζωή και ότι κάτι πολύτιμο και αγνό και όμορφο έχει ανέλπιστα καταστραφεί στη δομή της ύπαρξής μου. Παρʹ όλα αυτά όμως, αυτό και μόνο αυτό, είναι μετάνοια και, επί πλέον, είναι μια βαθιά επιθυμία επιστροφής, επιθυμία να γυρίσω πίσω, να αποκτήσω ξανά τα χαμένο σπίτι.

Έλαβα από το Θεό θαυμαστά πλούτη: πρώτα απ’ όλα τη ζωή και τη δυνατότητα να τη χαίρομαι, να την ομορφαίνω με νόημα, αγάπη και γνώση: ύστερα — με το Βάπτισμα — έλαβα τη νέα ζωή από τον ίδιο το Χριστό, τα δώρα του Αγίου Πνεύματος, την ειρήνη και τη χαρά της ουράνιας Βασιλείας. Έλαβα τη γνώση του Θεού και μέσα απ’ αυτή, τη δυνατότητα να γνωρίσω καθετί και τη δύναμη να είμαι «τέκνον Θεού». Και όλα αυτά τα έχασα, τα χάνω καθημερινά, όχι μόνο με τις «συγκεκριμένες αμαρτίες» και τις «παραβάσεις» αλλά με την αμαρτία όλων των αμαρτιών: την απομάκρυνση της αγάπης μου από το Θεό, προτιμώντας την «μακρινή χώρα» από το όμορφο σπίτι του Πατέρα.

Η Εκκλησία όμως είναι εδώ παρούσα για να μου θυμίζει τι έχω εγκαταλείψει, τι έχω χάσει. Και καθώς μου τα υπενθυμίζει με το Κοντάκιο της ημέρας αυτής, αναλογίζομαι ότι: «Της πατρώας δόξης σου, αποσκιρτήσας αφρόνως εν κακοίς εσκόρπισα, όν μοι παρέδωκας πλούτον όθεν σοι την του Ασώτου φωνήν κραυγάζω. Ήμαρτον ενώπιον σου Πάτερ οικτίρμον δέξαι με μετανοούντα και ποίησαν με, ως ένα των μισθίων σου».

Και, καθώς αναλογίζομαι, βρίσκω μέσα μου την επιθυμία της επιστροφής και τη δύναμη να την πραγματοποιήσω: «αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου και ερώ αυτώ, πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου, ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου, ποίησαν με ως ένα των μισθίων σου».

Θα πρέπει εδώ να αναφέρουμε ειδικά μια λειτουργική λεπτομέρεια της Κυριακής του Ασώτου. Στον Όρθρο, μετά τον γιορταστικό και χαρούμενο ψαλμό του Πολυελαίου, ψέλνουμε τον λυπηρό και νοσταλγικό 136ο ψαλμό:

Επί των ποταμών Βαβυλώνας εκεί εκαθήσαμεν και εκλαύσαμεν εν τω μνησθήναι ημάς της Σιών... πώς ασομαι την ωδήν Κυρίου επί γης αλλότριας; εάν επιλάθωμαί σου Ιερουσαλήμ, επιλησθείη η δεξιά μου˙ κολληθείη η γλώσσα μου τω λαρύγγί μου, εάν μη σου μνησθώ, εάν μη προανατάξωμαι τήν Ιερουσαλήμ ως εν αρχή της ευφροσύνης μου.

Είναι ο ψαλμός της εξορίας. Τον έψαλλαν οι Εβραίοι κατά τη βαβυλώνια αιχμαλωσία τους καθώς σκέφτονταν την ιερή πόλη τους, την Ιερουσαλήμ. Από τότε ο ψαλμός αυτός έγινε ο ψαλμός του ανθρώπου που συνειδητοποιεί την αποξένωση του από το Θεό και συναισθανόμενος αυτή την εξορία γίνεται πάλι άνθρωπος. Γίνεται εκείνος που ποτέ πια δε θα νιώσει βαθιά ικανοποίηση με τίποτε στον «πεπτωκότα» αυτόν κόσμο, γιατί από τη φύση και από την κλήση του είναι ένας αναζητητής του Τέλειου. Ο ψαλμός αυτός θα ψαλεί δύο ακόμα φορές: τις δύο τελευταίες Κυριακές πριν από τη Μεγάλη Σαρακοστή∙ και την παρουσιάζει σαν ένα μακρινό ταξίδι, σαν μετάνοια, σαν επιστροφή.



πηγή

Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2012

Ε'ιπε ο π.Σωφρόνιος


- Ελευθερία δεν σημαίνει “κάνε ό,τι θέλεις”, αλλά “κάνε ό,τι θέλεις με όρους”. Δηλαδή, συζητάμε με τα παιδιά, δεν εκφράζουμε εκπλήξεις και θαυμασμούς για κάτι κακό που κάνουν, και σε μερικά δευτερεύοντα θέματα τα αφήνουμε να ενεργούν με την θέλησή τους. Εάν κάποιο παιδί θέλη να πάη στο πάρτυ, να του πούμε: “Κάνε προσευχή και ό,τι σε φωτίσει ο Θεός”. Και να προσθέσουμε: “Εγώ δεν θα σου το κρατήσω, εάν πας στο πάρτυ μετά από προσευχή”. Έτσι τους αναπτύσσουμε την υπευθυνότητα και την σχέση τους με τον Χριστό, τους μαθαίνουμε να προσεύχωνται στον Θεό για κάθε πράξη τους.

- Η ελευθερία παίζει μεγάλο ρόλο στην διαπαιδαγώγηση των παιδιών.

- Να προσευχόμαστε να δίνη ο Θεός έμπνευση. Ο Θεός φωτίζει όλους τους ανθρώπους, ιδίως τις μητέρες, και τους δίδει έμπνευση. Μόνον έτσι μπορούμε να διαπαιδαγωγήσουμε τα παιδιά.


Γεροντας Σωφρόνιος του έσσεξ

Απόσπασμα από το βιβλίο «Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ


πηγή

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2012

ΟΙ ΜΗΤΕΡΕΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ



Όποιος μελετά τη ζωή και το έργο των Τριών Ιεραρχών διαπιστώνει ότι οι μεγάλοι παιδαγωγοί εις την εν Χριστώ ζωή και στη σμίλευση κατά Θεό της προσωπικότητάς τους υπήρξαν κυρίως οι άγιες μητέρες τους. Αυτές υπήρξαν σαρκικές μητέρες αλλά και πνευματικές. Αυτές τους κυοφόρησαν, τους γέννησαν, τους ανέθρεψαν, τους στήριξαν με τις προσευχές τους, τις συμβουλές τους, το παράδειγμά τους. Στο βίο των Τριών Ιεραρχών δεν βρίσκουμε γέροντες και πνευματικούς οδηγούς. Αν εξαιρέσουμε τον άγιο Χρυσόστομο, ο οποίος αφού χειροτονήθηκε αναγνώστης σε ηλικία 21 ετών, έφυγε στην έρημο όπου και μόνασε κοντά σε γέροντα 4 έτη, δεν έχουμε άλλο στοιχείο καθοδηγήσεως τους.
Ο Βασίλειος και ο Γρηγόριος μόνασαν μόνοι τους στα κτήματά τους, ή συντροφιά μαζί στο κτήμα του Βασιλείου στον Πόντο, παρά τον Ίριν ποταμό, και ανεδείχθησαν δια της ιδιωτικής ασκήσεως τους, όπως και ο Χρυσόστομος, ο οποίος μόνασε και 2 έτη μόνος του σε σπήλαιο, της θεολογικής κατά μόνας μελέτης τους, και οπωσδήποτε βάσει των γνωριμιών αγίων ανδρών που συνάντησαν, κυρίως ο Βασίλειος, στα ταξίδια και τις περιηγήσεις τους.
Οι κατά σάρκα πατέρες τους, του μεν Βασιλείου απέθανε όταν ήταν σε ηλικία 15 ετών, αφήνοντάς τον έτσι αβοήθητο στην δύσκολη περίοδο της εφηβείας, του δε Γρηγορίου ήταν στην αρχή αιρετικός (Υψιστάριος· θρήσκευμα που αποτελείτο από ιουδαϊκά και εθνικά στοιχεία και η λατρεία του υψίστου Θεού συνδυαζόταν με τη λατρεία του πυρός) και αργότερα χώλαινε στην διάκριση των θεολογικών εννοιών μ’ αποτέλεσμα να υπογράψει και φιλοαρειανικό σύμβολο πίστεως ως επίσκοπος. Γι’ αυτό βοηθήθηκε από τον υιό του στη διαποίμανση χωρίς αυτός να τον βοηθήσει ουσιαστικά. Και ο πατέρας του Χρυσοστόμου πέθανε λίγους μήνες μετά τη γέννησή του. Συνεπώς οι πατέρες των Τριών Ιεραρχών δεν μπόρεσαν ν’ ασκήσουν ουσιαστική αγωγή στα παιδιά τους.
Οι μητέρες τους λοιπόν ήταν αυτές που διαμόρφωσαν μετά το Θεό τις προσωπικότητές τους και τον χαρακτήρα τους. Ας δούμε ξεχωριστά την επίδραση που είχε κάθε μητέρα στον υιό της.
Α΄. Μ. Βασίλειος.
Από τη μητέρα του Εμμέλεια ομολογεί ότι γνώρισε το Θεό. Η μητέρα του γέννησε δέκα παιδιά, από τα οποία το ένα δεν επέζησε. Τέσσερα αγόρια και πέντε κορίτσια. Όλα τ’ αγόρια και μία κόρη, η Μακρίνα, αφιερώθηκαν. Τρεις επίσκοποι (Βασίλειος, Γρηγόριος, Πέτρος) και δύο μοναχοί (Ναυκράτιος και Μακρίνα).
Η Εμμέλεια είχε κάνει το σπίτι Εκκλησία ενώ οι περισσότερες μητέρες και γο-νείς το κάνουν θέατρο. Τους δίδαξε Παλαιά και Καινή Διαθήκη. Τα έμαθε να προσεύχονται. Τα στήριξε στην κατά Θεό αφιέρωση. Πρώτη αυτή, μετά το θάνατο του συζύγου της, μαζί με τη κόρη της Μακρίνα συνέπηξε μονή στα κτήματα της οικογενείας στον Πόντο. Κοντά τους πήγε και ο Ναυκράτιος, ο οποίος μόνασε σε ανάλογη ανδρική. Αργότερα μετά το τέλος των σπουδών του ακολούθησε και ο Βασίλειος.
Η Εμμέλεια είχε σύντροφο πιστό και μόνιμο σ’ όλη τη ζωή της τον πόνο. Πέθανε ο πατέρας της σαν μάρτυρας στους διωγμούς, πέθανε ο άνδρας της νέος, ο γιος της Ναυκράτιος σκοτώθηκε, 27 ετών, σε κυνήγι, και ο Βασίλειος ήταν μόνιμα άρρωστος και καταβεβλημένος. Κι όμως παρέμεινε στητή και ολόρθη. Ασκούσε την ελεημοσύνη σε μεγάλο βαθμό και στήριζε τα παιδιά της.
Η γιαγιά του Μ. Βασιλείου Μακρίνα και η μεγάλη του αδελφή που πήρε το ίδιο όνομα με τη γιαγιά τους ήταν άλλες δύο γυναίκες που στήριξαν και καθοδήγησαν τον Βασίλειο.
Β΄. Γρηγόριος ο Θεολόγος.
Η μητέρα του Νόννα ήταν δάσκαλος της ευσεβείας όλης της οικογενείας τους. Πέτυχε τον άνδρα της από αιρετικό να τον κάνει ορθόδοξο και μάλιστα να τον καλλιεργήσει τόσο, ώστε αργότερα να γίνει ιερέας και επίσκοπος Ναζιανζού. Επίσης, αν και υπήρξε άτεκνη για πολλά χρόνια και έφθασε σε προχωρημένη ηλικία χωρίς παιδιά, πέτυχε με τις προσευχές και τα δάκρυά της να καταργήσει την ατεκνία της και απέκτησε 3 παιδιά· την Γοργονία, τον Γρηγόριο και τον Καισάριο. Έχασε όμως τον Καισάριο σε ηλικία 38 ετών το 368, και την Γοργονία σε ηλικία 42 ετών το 369. Ο μόνος που επέζησε και τους έκλεισε τα μάτια, αυτήν και τον άνδρα της, ήταν ο Γρηγόριος τον οποίον αφιέρωσαν στον Θεό εξ αρχής, σαν το πρώτο αγόρι τους. Έτσι αυτή ήταν όσο ζούσε το στήριγμά του.
Γ΄. Χρυσόστομος.
Η μητέρα του Ανθούσα μένει χήρα στη ζωή της πολύ νωρίς, ενώ ήταν 20 ετών. Δεν ξαναπαντρεύτηκε και δεν χάρηκε τίποτα, αφού η έγγαμος ζωή της ήταν τόσο σύντομος. Ουσιαστικά έζησε σαν παρθένος έχοντας όμως τα βάρη του γάμου· μία κόρη, που μόνο μία φορά την αναφέρει ο Παλλάδιος και της οποίας αγνοούμε και το όνομά της, και τον Ιωάννη, στον οποίο έκτοτε αφιερώθηκε. Του δίδαξε την αγία Γραφή· τον στήριξε με την προσευχή και τη συμπαράστασή της· καλλιέργησε την ψυχή. Έμεινε μαζί του 23 ολόκληρα χρόνια, ως τον θάνατό της. Ο Χρυσόστομος ομολογεί στα έργα του ότι η μητέρα του τον έσωσε από τα πάθη του, τον διεφύλαξε από το αισχρό και ειδωλολατρικό περιβάλλον της Αντιοχείας, και τον στήριξε στην κατά Θεό ζωή.
* * *
Σήμερα γίνεται πολύς λόγος, μέσα στα πλαίσια της πλήρους εξισώσεως ανδρών και γυναικών, να δοθεί από την Εκκλησία η ιερωσύνη και στις γυναίκες. Και ήδη στα παρακλάδια του προτεσταντισμού γίνεται αυτό. Η καθ’ ημάς όμως Ορθόδοξη Ανατολή έχει ως ιερωσύνη της γυναίκας την μητρότητα και την αγωγή των παιδιών. Η μητέρα τα φέρνει στον υλικό κόσμο μετά από εννεάμηνη κύηση και η μητέρα καλείται με πνευματικές ωδίνες και πνευματικό τοκετό να τα φέρει και στον πνευματικό κόσμο του ορθοδόξου δόγματος και της ηθικής. Στην μητέρα κυρίως οφείλουμε το ζην, το ευ ζην, και το αιωνίως και κατά Θεό ζην. Η μητέρα είναι ο πρώτος και αναντικατάστατος γέροντάς μας και παιδαγωγός εν Χριστώ. Δεν γίνεται ιερεύς η ίδια, γεννά όμως τους ιερείς και τους στηρίζει. Ο πλούτος της καρποφορίας των μεγάλων αυτών ανδρών και εν γένει όλων των αγίων υπήρξε καρπός, μετά τη χάρη του Θεού βέβαια, της ταπεινώσεως, της αγάπης, της θυσίας, και της ευσεβείας των μητέρων τους.
Το έργο της μητρότητας και της κατά Χριστόν ανατροφής και αγωγής είναι τόσο μεγάλο όσο και το έργο της ιερωσύνης.
π.ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ

πηγή

Μύθος το «καλό» διαζύγιο για τα παιδιά. Σύμφωνα με αμερικανική έρευνα, όλα τους υποφέρουν όταν λύνεται ο γάμος των γονιών

Μύθος το «καλό» διαζύγιο για τα παιδιά

Οσο φιλικό και «βελούδινο» κι αν είναι, ένα διαζύγιο δεν κάνει ποτέ καλό στα παιδιά, σύμφωνα με έρευνα του πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, στις ΗΠΑ. ανάλυση στοιχείων από σχεδόν 1.000 οικογένειες έδειξε ότι τα παιδιά υποφέρουν όταν τελειώνει ο γάμος των γονιών τους.
Οι ερευνητές ανακοίνωσαν ότι τα ευρήματα διαψεύδουν την ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι είναι δυνατόν να υπάρξει ένα «καλό διαζύγιο», από το οποίο παιδιά και ενήλικες δεν υποφέρουν κατά κάποιον τρόπο. Ζήτησαν από συμβούλους γάμου να καταβάλουν μεγαλύτερες προσπάθειες για την σωτηρία συζυγικών σχέσεων που αντιμετωπίζουν προβλήματα.Τόνισαν, επίσης, ότι οι γονείς που παίρνουν διαζύγιο πρέπει να κάνουν περισσότερα για να προστατεύσουν τα παιδιά τους από τις επιπτώσεις του χωρισμού.
Η ομάδα των ερευνητών μελέτησε 944 οικογένεις σε όλες τις ΗΠΑ, στις οποίες είχε υπάρξει ένα διαζύγιο ή το τέλος μιας μακροχρόνιας σχέσης. Οι οικογένειες χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες.
Στην ομάδα του «καλού διαζυγίου» ενέταξαν γονείς που είχαν καλές σχέσεις μεταξύ τους, μάλωναν σπάνια, και μοιράζονταν τις ευθύνες ως προς τα παιδιά.
Στην δεύτερη ομάδα ενέταξαν τους «παράλληλους γονείς», όσους μοιράζονταν τις ευθύνες των παιδιών, αλλά μιλούσαν σπανίως μεταξύ τους.
Μονογονεϊκές οικογένειες, όπου ο απών γονέας είχε μικρή ή καθόλου επαφή με το παιδί του εντάχθηκαν στην τρίτη ομάδα.
Οι γονείς απάντησαν σε ερωτηματολόγια όταν τα παιδιά τους ήταν στην εφηβεία, και τα παιδιά απάντησαν όταν ενηλικιώθηκαν.
Και οι τρεις ομάδες έδωσαν παρόμοιες απαντήσεις, γκρεμίζοντας τον μύθο ότι είναι δυνατόν να υπάρξει ένα καλό διαζύγιο.
Στη διάρκεια της εφηβείας τους, τα παιδιά που ανήκαν στην πρώτη κατηγορία είχαν λιγότερα προβλήματα συμπεριφοράς. Αλλά δεν τα πήγαν καλύτερα από τους άλλους ως προς την αυτο-εκτίμηση, την ικανοποίηση από τη ζωή και από το σχολείο, ή τον πειραματισμό με το κάπνισμα, και με τη χρήση ναρκωτικών και αλκοόλ.

πηγή

Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2012

Ο τρόπος που κοιμόμαστε αποκαλύπτε​ι πράγματα για τον χαρακτήρα μας !!!


Αν ο άνθρωπος κουλουριάζεται, με τις γάμπες διπλωμένες στο στήθος
το ένα μπράτσο μπροστά στο πρόσωπο, τα πόδια ενωμένα, σαν να είναι έτοιμα για ένα άλμα, τότε… πρόκειται για άτομο που βρίσκεται πάντοτε σε κατάσταση άμυνας.

Είναι δείγμα ανωριμότητας, αρνήσεως για αγώνα, για τη συγκεκριμένη ζωή και τα προβλήματά της.

* Κοιμάται μπρούμυτα, με τεντωμένα στα πλάγια τα μπράτσα του ή σηκωμένα στο κεφάλι του πάνω στο μαξιλάρι, είναι δείγμα ότι γενικά εμπιστεύεται τους άλλους παρόλο που η τάση του αυτή συνοδεύεται από μια σχετική διάθεση να μην αποκαλύπτει τα μύχια συναισθήματά του.

Και πραγματικά, το πρόσωπο που κοιμάται μπρούμυτα θέλει ασυναίσθητα να κρύψει την καρδιά του και να την προστατέψει από ενδεχόμενες παθήσεις.

* Όποιος κοιμάται στο πλευρό του, αλλά κρύβοντας συνήθως το κεφάλι του κάτω από το μαξιλάρι, δείχνει υποσυνείδητα ότι δεν αντέχει τη μοναξιά και ότι έχει μεγάλη ανάγκη από τρυφερότητα και συμπαράσταση.

Επίσης, ότι χαρακτηρίζεται από ανασφάλεια και αντιμετωπίζει με δειλία τις δύσκολες καταστάσεις, υιοθετώντας την τακτική της στρουθοκαμήλου.

* ‘Οποιος αντίθετα κοιμάται στο πλευρό με το ένα μπράτσο του κάτω από το μαξιλάρι και το άλλο τεντωμένο κατά μήκος του σώματός του είναι ονειροπόλος, φαντασιόπληκτος και συχνά τρέφεται με χίμαιρες ή αφήνει να τον κυριεύουν εύκολα η απογοήτευση και η αποκαρδίωση.

* Όποιος κοιμάται ανάσκελα ήρεμος, με ενωμένες τις γάμπες του και με τα μπράτσα του παράλληλα στο κορμί του, αποκαλύπτει ένα χαρακτήρα τακτικό, εμπεριστατωμένο, αντικειμενικό, σίγουρο για το εαυτό τους και κύριο των αισθημάτων του.

Οι στάσεις μας την ώρα του ύπνου αποκαλύπτουν ενδεχόμενα και παθολογικά προβλήματα.

* Όποιος είναι υπερτασικός κοιμάται συνήθως με χοντρά μαξιλάρια για να κρατάει ψηλά το κεφάλι του.

* Όποιος αντίθετα είναι υπερτασικός κοιμάται χωρίς μαξιλάρι ή με μαξιλάρι χαμηλό, όπου το κεφάλι χώνεται και μένει στο ίδιο επίπεδο με τους ώμους.

Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2012

Υπαπαντή: η Ορθόδοξη Γιορτή της Μητέρας

Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου π. Ιεροθέου Βλάχου
Από το βιβλίο του «Οι Δεσποτικές εορτές», Έκδοση Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), 1995

Εικ. από εδώ



Σαράντα ήμερες από την κατά σάρκα Γέννηση Του ο Χριστός προσφέρθηκε στον Ναό, σύμφωνα με τα καθιερωμένα από τον νόμο. Και επειδή εκεί στον Ναό του έγινε υποδοχή από πνευματοκίνητους ανθρώπους, και μάλιστα επειδή ο Συμεών τον πήρε στην αγκαλιά του, γι' αυτό και λέγεται Υπαπαντή. η λέξη προέρχεται από το ρήμα υπαντάω και σημαίνει έρχομαι σε συνάντηση κάποιου.
Η Εκκλησία καθόρισε η μεγάλη αυτή Δεσποτικοθεομητορική εορτή ["Ν": δηλ. εορτή, που είναι συγχρόνως και "δεσποτική" (του Χριστού) και "θεομητορική" (της Παναγίας)] να εορτάζεται την 2α Φεβρουαρίου, γιατί αυτή η ημέρα είναι η τεσσαρακοστή από την 25η Δεκεμβρίου, πού εορτάζεται η Γέννηση του Χριστού κατά σάρκα. Με αυτόν τον τρόπο διαιρεί τον ετήσιο χρόνο με τους σταθμούς της θείας οικονομίας και τον ευλογεί. Ταυτόχρονα δίνει στον άνθρωπο την δυνατότητα να μυηθή στο μεγάλο μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού.
Το περιστατικό της προσφοράς του Χριστού στον Ναό, κατά την τεσσαρακοστή ήμερα από την Γέννησή Του περιγράφεται μόνον από τον Ευαγγελιστή Λουκά (Λουκ. 2, 22-39) ["Ν": για τις παραπομπές στην Καινή Διαθήκη μπορείτε να μπείτε εδώ και για την Παλ. Διαθήκη εδώ].

α'

Ο ίδιος ο Θεός, δηλαδή ο άσαρκος Λόγος του Θεού, έδωσε την εντολή του καθαρισμού κατά την τεσσαρακοστή ήμερα στον Μωϋσή και είχε καθιερωθή για όλους τους Ισραηλίτας. Και μάλιστα η εντολή αυτή δόθηκε στον Μωϋσή πριν ακόμη γίνη η έξοδος των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο, δηλαδή πριν την διάβαση τους από την Ερυθρά θάλασσα.
Η σχετική εντολή είναι η εξής: «Είπε δε Κύριος προς Μωϋσήν λέγων αγίασόν μοι πάν πρωτότοκον πρωτογενές διανοίγον πάσαν μήτραν εν τοις υιοίς Ισραήλ από ανθρώπου έως κτήνους, εμοί εστίν» (Έξοδος 13, 1-2). Αυτή η εντολή αναφερόταν και στα πρωτότοκα αρσενικά των ζώων, τα όποια έπρεπε να ξεχωρίζωνται και να προσφέρωνται στον Θεό. η εντολή του Θεού ήταν σαφής: «και αφελείς πάν διανοίγον μήτραν, τα αρσενικά, τω Κυρίω» (Εξ. 13, 12).
Αυτή η αφιέρωση ήταν σημείο αναγνωρίσεως της ευεργεσίας του Θεού, και απόδειξη ότι ανήκουν σε Αυτόν. Είναι γνωστόν ότι η εντολή της αφιερώσεως του πρωτοτόκου αρσενικού παιδιού δόθηκε στον Ισραηλιτικό λαό, δια του Μωϋσέως, αμέσως μετά την πάταξη των πρωτοτόκων παιδιών των Αιγυπτίων, οπότε ο Φαραώ αμέσως έδωσε την άδεια της εξόδου, και βέβαια πριν ακόμη περάσουν την Ερυθρά θάλασσα. Είναι χαρακτηριστική η αιτιολογία της πράξεως αυτής: «εν γαρ χειρί κραταιά εξήγαγε σε Κύριος ο Θεός εξ Αιγύπτου» (Εξ. 13, 9).
Σε άλλο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, στο Λευιτικό, φαίνεται ότι ο Θεός δίνει περισσότερες λεπτομέρειες για την τελετή της αφιερώσεως και της ευγνωμοσύνης. η γυναίκα πού θα γέννηση αρσενικό παιδί θα του κάνη την περιτομή την ογδόη ήμερα και κατά την τεσσαρακοστή ήμερα θα το προσφέρη στον Ναό. Και μαζί με την προσφορά του γεννηθέντος «προσοίσει αμνόν ενιαύσιον άμωμον εις ολοκαύτωμα, και νεοσσόν περιστεράς η τρυγόνα περί αμαρτίας επί την θύραν της σκηνής του μαρτυρίου προς τον ιερέα» (Λευιτ. 12, 1-6).
Αφού Αυτός ο ίδιος ο Λόγος του Θεού έδωσε τον νόμο στον Μωϋσή, όταν προσέλαβε την ανθρωπινή σάρκα έπρεπε να τον εφαρμόση, για να μη φανή παραβάτης του νόμου. ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας λέγει ότι όταν βλέπη κανείς τον Χριστό να τηρή τον νόμο αυτόν δεν πρέπει να σκανδαλισθή, ούτε Αυτόν πού είναι ελεύθερος να τον θεώρηση δούλο, αλλά να εννοήση περισσότερο «της οικονομίας το βάθος».
Και η τήρηση του νόμου της προσφοράς στον Ναό υπάγεται στο μυστήριο της θείας κενώσεως του Υιού και Λόγου του Θεού.
Επίσης, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, ο Χριστός δεν είχε ανάγκη καθαρισμού, αφού ο καθαρμός νομοθετήθηκε στην Παλαιά Διαθήκη και για τους γεννήτορας και για τα γεννώμενα, αλλά το έκανε χάριν υπακοής στον Νόμο πού Αυτός ο Ίδιος έδωσε. Δεν είχε ανάγκη καθαρμού ο Χριστός, γιατί συνελήφθη ασπόρως και γεννήθηκε αφθόρως. «Πάντως ουκ ην χρεία καθαρισμού, άλλ' υπακοής ην έργον». Βέβαια, η υπακοή έχει την έννοια της υπακοής στον νόμο του Θεού, αλλά και της υπακοής του νέου Αδάμ, εν αντιθέσει με την ανυπακοή του παλαιού Αδάμ. Και εάν η ανυπακοή του πρώτου Αδάμ είχε συνέπεια την πτώση και την φθορά, η υπακοή του νέου Αδάμ, του Χριστού, επανέφερε την παρακούσασα ανθρώπινη φύση στον Θεό και θεράπευσε τον άνθρωπο από την ευθύνη της παρακοής.

β'

Η προσαγωγή των παιδιών στον Ναό την τεσσαρακοστή ήμερα ήταν εορτή καθαρισμού. η μητέρα και το παιδί έπρεπε να καθαρισθούν από τις συνέπειες της γεννήσεως.
Βεβαίως, η γέννηση των παιδιών είναι ευλογία του Θεού, αλλά δεν πρέπει να αγνοήται ότι ο τρόπος με τον όποιο γεννάται ο άνθρωπος είναι καρπός και αποτέλεσμα της πτώσεως, είναι οι λεγόμενοι δερμάτινοι χιτώνες, πού φόρεσε ο Αδάμ μετά την πτώση και την απώλεια της Χάριτος του Θεού. Μέσα στα πλαίσια αυτά πρέπει να δούμε το ψαλμικό: «Ιδού γαρ εν ανομίαις συνελήφθην και εν αμαρτίαις εκίσσησέ με η μήτηρ μου» (Ψαλμ. 50, 7). Τελικά, ο Θεός ευλόγησε αυτόν τον τρόπο γεννήσεως του ανθρώπου, κατά παραχώρηση, αλλά όμως είναι καρπός της πτώσεως. Τόσο οι γονείς όσο και τα παιδιά πρέπει να ενθυμούνται αυτήν την πραγματικότητα. Μέσα στα θεολογικά αυτά πλαίσια πρέπει να ερμηνευθή η τελετή του καθαρισμού.
Όταν σκεφθούμε αυτές τις θεολογικές αλήθειες μπορούμε να δούμε ότι ούτε ο Χριστός ούτε η Παναγία είχαν ανάγκη καθαρισμού. Η άσπορη σύλληψη και η άφθορη γέννηση δεν συνιστούν ακαθαρσία.

γ΄

Η εντολή του Θεού που δόθηκε στον Μωϋσή έλεγε: «Γυνή, ήτις εάν σπερματισθή και τέκη άρσεν, και ακάθαρτος έσται επτά ημέρας» (Λευιτ. 12, 2). Αυτό το χωρίο εμμέσως δείχνει την καθαρότητα της Παναγίας, γιατί ακάθαρτος είναι η γυναίκα πού θα γέννηση αφού σπερματωθή από άνδρα. η Παναγία, όμως, συνέλαβε εκ Πνεύματος Αγίου και όχι σπερματικώς, και γι' αυτό δεν ήταν ακάθαρτη. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπαγόταν στην περίπτωση αυτή, αλλά πήγε στον Ναό για να τήρηση τον νόμο.
Η εντολή του Θεού ήταν σαφής: «αγίασόν μοι πάν πρωτότοκον πρωτογενές διανοίγον πάσαν μήτραν» (Εξ. 13, 2). Αυτή η εντολή ταυτόχρονα είναι προφητεία, πού αναφέρεται στην σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού και δεν έχει απόλυτη εφαρμογή σε κάθε πρωτότοκο αρσενικό παιδί.
Το χωρίο αυτό δεν έχει απόλυτη σχέση με τις γεννήσεις των άλλων πρωτοτόκων, γιατί κανείς άνθρωπος, ούτε ο πρωτότοκος, ανοίγει την μήτρα της μητέρας του. Ο Μ. Αθανάσιος σε σχετική ομιλία του λέγει ότι δεν ανοίγουν τα βρέφη την μήτρα της μητέρας τους, «άλλ' η του ανδρός προς την γυναίκα συνέλευσις». Η μήτρα ανοίγει κατά την συνέλευση του ανδρογύνου και την σύλληψη του παιδιού. Μόνον ο Χριστός άνοιξε την μήτρα της μητέρας Του, χωρίς βεβαίως να καταστρέψη την παρθενία, αφού την άφησε και πάλιν κεκλεισμένη. «Όταν μηδενός έξωθεν κρούσαντος, αυτό το βρέφος έσωθεν διανοίγει».
Ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης, αφού αναφέρει ότι αυτό πού γινόταν στην Παλαιά Διαθήκη ήταν τύπος της Γεννήσεως του Χριστού, στην συνέχεια λέγει ότι μόνο ο Χριστός άνοιξε την παρθενική μήτρα «θεοπρεπώς και υπέρ κατάληψιν ανοίξας γαρ αυτήν εν τω γεννάσθαι, κεκλεισμένην πάλιν διεφύλαξεν, ώσπερ ην προ του συλληφθήναι και γεννήσαι».
Ο Χριστός είναι πρωτότοκος, και έτσι χαρακτηρίζεται στην Αγία Γραφή. Βέβαια, αυτός ο χαρακτηρισμός δεν δηλώνει ότι υπάρχει και δευτερότοκος και τριτότοκος, αλλά ότι γεννήθηκε πρώτος, ανεξάρτητα αν υπάρχη δεύτερος η τρίτος. ο ορός «πρωτότοκος» πρέπει να συνδεθή με το «μονογενής», όπως και πάλι χαρακτηρίζεται ο Χριστός στην Αγία Γραφή.
Ο όρος πρωτότοκος αναφέρεται και στις δύο γεννήσεις του Χριστού, δηλαδή στην προαιώνια από Παρθένο Πατέρα, χωρίς μητέρα, και την εν χρόνω γέννηση από Παρθένο Μητέρα, χωρίς πατέρα (άγ. Γρηγόριος Παλαμάς).
Ο Χριστός λέγεται πρωτότοκος κατά τρεις τρόπους. Πρώτον, γιατί γεννήθηκε από τον Πατέρα προ πάντων των αιώνων. Ο Απόστολος Παύλος λέγει: «ος εστίν εικών του θεού του αοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως» (Κολοσσαείς 1, 15). Και όπως είδαμε προηγουμένως το «πρωτότοκος» ταυτίζεται με το «μονογενής». Δεύτερον, λέγεται πρωτότοκος κατά την ανθρώπινη γέννηση, και ανεξάρτητα αν γεννήθηκε άλλος από την Παναγία. «Και έτεκεν τον Υιόν αυτής τον πρωτότοκον» (Λουκ. 2, 7). Και τρίτον, λέγεται πρωτότοκος εκ των νεκρών, γιατί πρώτος Αυτός αναστήθηκε, και έτσι έδωσε την δυνατότητα σε κάθε άνθρωπο να αναστηθή στον κατάλληλο καιρό. ο χαρακτηρισμός «γέννηση» λέγεται και για την ανάσταση, γιατί η ανάσταση θεωρείται γέννηση. Ο Απόστολος Παύλος λέγει: «ος εστίν αρχή, πρωτότοκος εκ των νεκρών» (Κολοσσαείς 1, 18). η πρώτη έννοια του πρωτότοκου συνδέεται με την κατά φύση του Υιού του Θεού γέννηση, ο όρος, δηλαδή, αναφέρεται στην θεολογία, και οι άλλες δύο συνδέονται με την ενανθρώπηση του Λόγου και αναφέρονται στην οικονομία.
Κατά τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης ο Χριστός για να ζωοποιήση την δική μας ανθρώπινη φύση έγινε πρωτότοκος κατά τρεις τρόπους. Φυσικά, με αυτό πού λέγει, δεν εννοεί την προ πάντων των αιώνων γέννηση Του από τον Πατέρα. Έτσι, όπως η δική μας ανθρώπινη φύση ζωοποιειται με τρεις γεννήσεις, ήτοι την από την μητέρα μας, την από του Βαπτίσματος και την από τους νεκρούς πού ελπίζουμε να γίνη στο μέλλον, το ίδιο και ο Χριστός έγινε πρωτότοκος για μας με τρεις τρόπους, ώστε να ζωοποιηθή και να θεοποιηθή η δική μας ανθρώπινη φύση. Διότι, εκτός από την σωματική γέννηση πρέπει οπωσδήποτε να ακολουθήση και η πνευματική.

δ'

Είναι συγκινητική η σκηνή που ο Χριστός προσφέρεται ως νήπιο, ως βρέφος στον Ναό. Ο προαιώνιος Θεός, που ταυτόχρονα ως Λόγος του Θεού ήταν πάντοτε ενωμένος με τον Πατέρα Του και το Άγιον Πνεύμα, και διηύθυνε τον κόσμο, όλα τα σύμπαντα, παρουσιάζεται ως δρέφος στον Ναό, ευρισκόμενος στην αγκαλιά της μητέρας Του.
Αν και ο Χριστός ήταν νήπιο, ταυτόχρονα ήταν «προ αιώνων Θεός», και γι' αυτό ήταν σοφώτερος από κάθε άλλον. Γνωρίζουμε ότι από την ένωση θείας και ανθρωπινής φύσεως στην υπόσταση του Λόγου, μέσα στην κοιλία της Θεοτόκου, η ανθρώπινη φύση θεώθηκε, και γι' αυτό η ψυχή του Χριστού ήταν πλουτισμένη με το πλήρωμα της σοφίας και της γνώσεως. Μόνο πού η σοφία αυτή εκφραζόταν ανάλογα με την ηλικία Του, γιατί αν γινόταν διαφορετικά θα φαινόταν ότι ήταν τέρας (άγ. Ιωάννης Δαμασκηνός). Πάντως, καιτοι ο Χριστός ήταν νήπιος, εν τούτοις ήταν Θεός, έχοντας όλο το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς και όλη την ανθρώπινη σοφία και γνώση, δυνάμει της υποστατικής ενώσεως θείας και ανθρωπινής φύσεως.
Με την νηπιότητα αυτή θεράπευσε το «νηπιώδες φρόνημα» του Αδάμ. Όταν ο Θεός έπλασε τον Αδάμ στον Παράδεισο, ο Αδάμ ήταν νήπιος ως προς την Χάρη και τον αγιασμό. Είχε, βέβαια, φωτισμό νοός, αλλά έπρεπε να δοκιμαοθή και να φθάση στην θέωση. Επειδή ήταν άπλαστος και νήπιος πνευματικά, επειδή είχε νηπιώδες φρόνημα, γι' αυτό εύκολα απατήθηκε από τον πονηρό δαίμονα, πού εγήρασε στην αμαρτία και την πονηρία. Γι' αυτό ο Χριστός, έχοντας την σωματική νηπιακή ηλικία, θεράπευσε όχι μόνον το νηπιώδες φρόνημα του Αδάμ, αλλά και την ανθρωπινή φύση, και έκανε αυτό που δεν κατόρθωσε να κάνη ο πρώτος Αδάμ. Έτσι, με την ενανθρώπηση του Υιού Του, ο Θεός Πατήρ έκανε πιο σίγουρη και αποτελεσματική την θέωση του ανθρώπου. Δεν μπορούσε πια ο διάβολος να πλανήση την εν Χριστώ ανθρώπινη φύση, όπως το έκανε με ευχέρεια στον πρώτο Αδάμ.
Η κένωση του Υιού και Λόγου του Θεοί, όπως φαίνεται και στην περίπτωση της προσφοράς Του στον Ναό, υπερέβη και την αντίληψη των αγγέλων, αφού και αυτοί εξεπλάγησαν από την άπειρη συγκατάβαση του Θεού. Ο Προφήτης Αββακούμ προφητεύει την ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού: «ο Θεός από Θαιμάν ήξει, και ο άγιος εξ όρους κατασκίου δασέος. εκάλυψεν ουρανούς η αρετή αυτού, και αινέσεως αυτού πλήρης η γη» (Αββακούμ 3, 3). Με την λέξη αρετή εννοείται η ενανθρώπηση και η θεία κένωση του Λόγου του Θεού. Το «εκάλυψε τους ουρανούς» δηλώνει ότι εκάλυψε, σκέπασε και το ύψος των αγγέλων, αφού και οι άγγελοι εξεπλάγησαν, βλέποντας την άπειρη και ανέκφραστη συγκατάβαση του Λόγου του Θεού.

ε΄

Ο Θεός είχε καθορίσει ώστε η προσφορά του αρσενικού πρωτοτόκου να συνοδεύεται με προσφορά αμνού άμωμου η ζεύγους τρυγόνων η δύο νεοσσών περιστερών. Στο Λευιτικό γράφεται: «προσοίσει άμνόν ενιαύσιον άμωμον εις ολοκαύτωμα και νεοσσόν περιστεράς η τρυγόνα περί αμαρτίας επί την θύραν της σκηνής του μαρτυρίου προς τον ιερέα» (Λευιτικόν 12, 1-6). Ο Ευαγγελιστής Λουκάς λέγει ότι οι γονείς του Χριστού τον οδήγησαν στον Ναό «του δούναι θυσίαν κατά το ειρημένον εν νόμω Κυρίου, ζεύγος τρυγόνων η δύο νεοσσούς περιστερών» (Λουκ. 2, 24).
Οι γονείς του Χριστού δεν πρόσφεραν αμνό, όπως έδινε την δυνατότητα ο νόμος, επειδή ήταν πτωχοί. Οι πλούσιες τάξεις προσέφεραν αμνό ενιαύσιο και άμωμο [=αρνάκι ενός έτους, χωρίς κανένα μώμο (σημάδι)], ενώ οι πτωχότερες τάξεις ένα ζευγάρι τρυγόνων ή δύο νεοσσούς περιστερών (Προκόπιος). Πραγματικά, ο Χριστός γεννήθηκε σε πτωχική οικογένεια και μεγάλωσε ως πτωχός. Τελικά, όμως, η πτώχεια του Χριστού δεν έγκειται μόνο στο ότι γεννήθηκε και έζησε πτωχός, αλλά κυρίως στο ότι ενανθρώπησε και προσέλαβε την ανθρώπινη φύση. Όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ενώ ήταν πλούσιος, επτώχευσε για να πλουτίσουμε εμείς με την θεότητα Του.
Ο νόμος προέβλεπε να προσφέρεται ζεύγος τρυγόνων η δύο νεοσσοί περιστερών, γιατί με το πρώτο (ζεύγος τρυγόνων) δηλωνόταν η σωφροσύνη των γονέων, που είχε σχέση με τους συνεζευγμένους κατά τον νόμο του γάμου, ενώ το δεύτερο (νεοσσοί περιστερών) αναφερόταν στην Παναγία και τον Χριστό, αφού ο Χριστός γεννήθηκε από την Παρθένο και Αυτός παρέμεινε ως το τέλος Παρθένος. Έτσι, ενώ το πρώτο δήλωνε τον τίμιο και ευλογημένο γάμο, το δεύτερο προτύπωνε την παρθενία της Παναγίας και του Χριστού (άγ. Γρηγόριος Παλαμάς).
Η προβλεπομένη από τον νόμο του Κυρίου προσφορά ήταν τύπος του Χριστού. Όπως σημειώνει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, «η τρύγων λαλίστατον εστίν εν στρουθίοις αγρού, η δε περιστερά, ήπιόν τε και πράον». Αυτό συμβόλιζε τον Χριστό, αφού ο Χριστός σαν τρυγόνι κατακελάϊδησε σε όλη την γη και γέμισε με την καλλιφωνία του τον δικό Του αμπελώνα, δηλαδή εμάς πού πιστεύουμε σε Αυτόν, και σαν περιστέρι είχε την πραότητα στον τέλειο βαθμό. Σαφώς, λοιπόν, αυτή η προσφορά αναφερόταν στην ενανθρώπηση του ελεήμονος θεού.

στ'

Ένα από τα σημαντικά και κεντρικά πρόσωπα της Υπαπαντής, εκτός βέβαια, από τον Χριστό και την Παναγία, ήταν και ο Συμεών, «ο δίκαιος και ευλαβής», που αξιώθηκε να προϋπάντηση τον Χριστό, να τον λαβή στα χέρια του και να τον αναγνώριση με την δύναμη και ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος. Πραγματικά, πρόκειται για μια μεγάλη προσωπικότητα, τόσο για το ότι είδε τον Χριστό, όσο και για τα όσα είπε την στιγμή εκείνη.
Το όνομα Συμεών ανταποκρίνεται στην ζωή και την προσδοκία του, αλλά και την αποκάλυψη του Θεού σε αυτόν, γιατί στην εβραϊκή γλώσσα η λέξη Συμεών ερμηνεύεται υπακοή (όσιος Νικήτας) η «ου ήκουοε Κύριος» (άγ. Ιωάννης Χρυσόστομος).
Ο Ευαγγελιστής Λουκάς τον χαρακτηρίζει άνθρωπο πού κατοικούσε στην Ιερουσαλήμ και ήταν δίκαιος και ευλαβής, «προσδεχόμενος παράκλησιν του Ισραήλ». Συγχρόνως λέγεται ότι είχε το Πνεύμα το Άγιο και του δόθηκε πληροφορία ότι δεν θα πεθάνη πριν δη τον Χριστό Κυρίου (Λουκ. 2, 25-26). Όλα αυτά τα γνωρίσματα είναι χαρακτηριστικά ενός πνευματεμφόρου ανθρώπου. Γι' αυτό και η Αγία Γραφή δεν ενδιαφέρεται για την κατ' άνθρωπον καταγωγή και τα στοιχεία της ανθρωπινής συγκροτήσεως του, αφού είχε μια άλλη ζωή, ζωή πνεύματος.



Ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης (φωτο) συνέλεξε απόψεις των ερμηνευτών για το τί ακριβώς ήταν ο Συμεών. Και αυτό γιατί στο Ευαγγέλιο δεν αναφέρεται ρητώς αν ήταν Ιερεύς η όχι, αφού αποκαλείται άνθρωπος. Έτσι, λοιπόν, ο Ιωσήφ ο υμνογράφος τον αποκαλεί «Ιερουργόν, Ιερώτατον», ο ιερομάρτυς Μεθόδιος «ιερέα άριστον», ο ιερός Φώτιος και ο ιερός Θεοφύλακτος λέγουν ότι δεν ήταν Ιερεύς, αλλά ανώτερος του Ιερέως, άλλοι λέγουν ότι ήταν ένας από τους εβδομήκοντα ερμηνευτές της Παλαιάς Διαθήκης, ο όποιος απίστησε, όταν ερμήνευε την προφητεία του Προφήτου Ησαΐου «ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει...». Τότε ακριβώς έλαβε πληροφορία ότι θα ζήση έως ότου λαβή τον Χριστό στις αγκάλες του. Άλλοι ισχυρίζονται ότι ήταν υιός του Πατριάρχου των Εβραίων Χιλλέλ και πατέρας του νομοδιδασκάλου Γαμαλιήλ, και άλλοι ότι ήταν Πρόεδρος του Συνεδρίου των Εβραίων. Επίσης λέγεται ότι ήταν πάνω από διακοσίων εβδομήκοντα (270) χρονών. Αναφέροντας αυτά ο άγιος Νικόδημος γράφει ότι όσοι θέλουν ασφαλώς να ακολουθούν το Ευαγγέλιο γεραίρουν [=εγκωμιάζουν, επαινούν] τον Συμεών τον Θεοδόχον «ως άνδρα απλώς πνευματοκίνητον» [εμπνεόμενο από το Άγιο Πνεύμα].
Πραγματικά, ο άγιος Συμεών ο Θεοδόχος ήλθε στο ιερό με την δύναμη και ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Είχε το Αγιον Πνεύμα, εν Αγίω Πνεύματι έλαβε την πληροφορία ότι θα δη τον Χριστό πριν πεθάνη, και δια του Αγίου Πνεύματος ήλθε στο ιερό (Λουκ. 2, 25-27). Αυτό εκφράζει την αλήθεια ότι πρέπει να έχη κανείς το Άγιο Πνεύμα και να διδάσκεται από Αυτό. Το Άγιο Πνεύμα δεν αποκαλύπτει τα μυστήρια σε ανθρώπους πού είναι ακάθαρτοι και δεν το είχαν προηγουμένως.
Ο Προφήτης Ησαΐας προφητεύει: «ισχύσατε, χείρες αάνειμέναι, και γόνατα παραλελυμένα... ισχύσατε, μη φοβείσθε» (Ησαΐας 35', 3-4). Αυτό συνέβη κυρίως στον άγιο Συμεών τον Θεοδόχο, αφού, όπως λέγει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, «ήλθεν εν τω πνεύματι εις το Ιερόν». Όχι μόνο τον καθοδηγούσε το Άγιο Πνεύμα, αλλά και τον ενίσχυε. Κανείς δεν μπορεί να δη τον θεό, αν δεν έχη δυνάμεις πνευματικές, δηλαδή αν δεν ενισχύεται από την δύναμη και ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος. Έτσι, λοιπόν, το Άγιον Πνεύμα ενίσχυσε τα πόδια του για να πορευθούν στο ιερό, αλλά και τα χέρια του για να κρατήσουν τον Χριστό. ο Γεώργιος Νικομήδειας λέγει ότι δεν χρησιμοποίησε τα δικά του πόδια για να προσέλθη στην διακονία του μυστηρίου, αφού το Άγιον Πνεύμα έγινε σε αυτόν άρμα, πού τον μετέφερε.
Ερχόμενος στο Ιερό ο δίκαιος Συμεών, με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος αναγνώρισε τον σαρκωθέντα Υιό και Λόγο του θεού. Όποτε αξιώθηκε να δη την ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού, πού προφητικώς έβλεπαν όλοι οι Προφήτες. Όπως λέγει ο Μ. Βασίλειος, ο Συμεών και η Άννα είδαν την θεία δύναμη που υπήρχε στον Χριστό «ώσπερ φως δι' υαλίνων υμένων δια του ανθρωπίνου σώματος». Όπως εμείς μέσα από τα παράθυρα βλέπουμε το φως πού υπάρχει στο σπίτι η όπως από τις γυάλινες λάμπες βλέπουμε το φως πού υπάρχει εκεί, έτσι και οι καθαροί στην καρδιά βλέπουν δια του Σώματος του Χριστού το φως της θεότητος, αυτό πού για τους άλλους είναι άγνωστο και αθέατο.

Ο άγιος & δίκαιος Συμεών ο "Θεοδόχος" = αυτός που δέχτηκε το Θεό στην αγκαλιά του (εικ. από εδώ)

Ο Μ. Αθανάσιος πλέκει το εγκώμιο του αγίου Συμεών του θεοδόχου, επειδή εκινείτο από το Άγιο Πνεύμα και αξιώθηκε αυτής της μεγάλης τιμής. Λέγει ότι ο Συμεών καιτοι ήταν άνθρωπος κατά το φαινόμενο, εν τούτοις ήταν υπέρ άνθρωπος κατά το νοούμενο. Κατ' ουσίαν ήταν άνθρωπος, αλλά κατά την αξία υπερκείμενος, πολύ πάνω από τους συνανθρώπους του. Ως προς την φύση άνθρωπος, άλλ' ως προς την αρετή άγγελος. Είχε ως ενδιαίτημα την αισθητή Ιερουσαλήμ, άλλ' ως μητρόπολη είχε την άνω Ιερουσαλήμ. Όχι μόνο ήταν ανώτερος από τους ανθρώπους, αλλά «και των αγγέλων ο Συμεών υπέρτερος».

ζ'

Έκτος από τον άγιο Συμεών τον Θεοδόχο, στον Ναό παρευρέθηκε και η Άννα, η Προφήτις, που αξιώθηκε να αναγνώριση τον Θεό και να διακήρυξη ότι Αυτός είναι ο λυτρωτής της. Η Άννα βρισκόταν στην ηλικία των ογδόντα τεσσάρων ετών, και ήταν χήρα, αφού είχε ζήση με τον άνδρα της επτά χρόνια (Λουκ. 2, 36-38).
Το χαρακτηριστικό γνώρισμα της Άννας ήταν ότι βρισκόταν μέρα νύκτα στον Ναό και δεν απομακρυνόταν από αυτόν. Έτσι, ενώ ο Συμεών οδηγήθηκε από το Άγιον Πνεύμα στον ναό, αύτη έμενε εκεί και εν Αγίω Πνεύματι αναγνώρισε τον Θεό.
Ο Ευαγγελιστής Λουκάς την αποκαλεί Προφήτιν, διότι είχε το Άγιον Πνεύμα. ο Ιερός Κοσμάς ο υμνογράφος λέγει ότι η Άννα «ιερώς ανθωμολογείτο υποφητεύουσα». Υπάρχει δε διαφορά μεταξύ προφήτου και υποφήτου, κατά τον άγιο Νικόδημο τον αγιορείτη. Ο Προφήτης αναγγέλλει αυτά που πρόκειται να γίνουν μετά από αρκετό καιρό, ενώ ο υποφήτης εξηγεί τα παρόντα ή τα παρελθόντα ή ακόμη και εκείνα τα όποια πρόκειται να γίνουν μετά από λίγο καιρό. Φαίνεται δε ότι ο Ευαγγελιστής Λουκάς χρησιμοποιεί την λέξη προφήτης με την έννοια του υποφήτου, αφού η Άννα αναγνώρισε με το Άγιον Πνεύμα την έλευση του Λόγου του Θεού.
Άλλωστε, η προφητεία στην Καινή Διαθήκη έχει και την έννοια της εξηγήσεως, εν Αγίω Πνεύματι, του βαθύτερου νοήματος του νόμου και γενικότερα της Αγίας Γραφής. Γι' αυτό, Προφήτες στην γλώσσα της Αγίας Γραφής είναι οι θεολόγοι, πού διακρίνουν τα πνεύματα.
Η ανθομολόγηση της Άννης είναι η ευχαριστία και η δοξολογία για την αποστολή της λυτρώσεως του Ισραήλ. Η ενέργεια της συνδυάζει ευχαριστία και διακήρυξη, αφού «ελάλει περί αυτού».

Η αγία και δικαία Άννα η Προφήτις
η΄

Η παρουσία του δικαίου Συμεών και της Προφήτιδος Άννης φανερώνει και μια άλλη πραγματικότητα, ότι, δηλαδή, αυτοί ήταν το λογικό ζεύγος τρυγόνων πού υποδέχθηκε τον Χριστό, όταν ανέβηκε στον Ναό. Έτσι μαζί με το άλογο ζεύγος τρυγόνων, το Άγιον Πνεύμα έστειλε και πνευματικό και πνευματέμφορο ζεύγος τρυγόνων, τον Συμεών και την Άννα.
Αυτό φανερώνει, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, ποιοί και πώς πρέπει να είναι αυτοί που πρόκειται να δεχθούν τον Χριστό. Η ένωση με τον Χριστό προϋποθέτει ανάλογο βίο. Ο Συμεών ήταν δίκαιος και δεν μνημονεύεται αν είχε δεχθή προηγουμένως την έγγαμη ζωή, ενώ η Άννα μετά τον θάνατο του συζύγου της, ζούσε την ευλογία της χηρείας, είχε άμωμο και καθαρό βίο.
Εν Χριστώ ζωή είναι η παρθενία κατά Χριστόν ή η συζυγία η θεόσδοτη, όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Μάλιστα σε ομιλία του στην εορτή της Υπαπαντής κάνει μεγάλη αναφορά στο τί κακό προξενεί η πορνεία, και ότι δεν μπορεί ο άνθρωπος να έχη σχέση με τον Χριστό, όταν πορνεύη. Χρειάζεται σταύρωση της σάρκας μαζί με τις επιθυμίες της.
Η σωτηρία του ανθρώπου δεν εξαρτάται από το είδος του βίου που εκλέγει κανείς, δηλαδή γάμο ή παρθενία, αλλά από τον τρόπο της ζωής, από την σχέση πού έχει με τον Χριστό. Και στην μία και στην άλλη περίπτωση απαιτείται παρθενία και σωφροσύνη. Σέ αυτό κατευθύνει η μυστηριακή και η ασκητική ζωή, σε αυτόν τον τρόπο ζωής οδηγεί τον άνθρωπο ο Θεάνθρωπος Χριστός.

θ'

Όταν ο δίκαιος Συμεών συνάντησε την Παναγία που κρατούσε τον Χριστό, έλαβε το θείο βρέφος στην αγκαλιά του. «Και αυτός εδέξατο αυτό εις τάς άγκάλας αυτού και ευλόγησε τον Θεόν» (Λουκ. 2, 28). Αυτή η σκηνή είναι συγκλονιστική. Και, βέβαια, δεν μπορούσε να γίνη αυτό, αν οι βραχίονες του δεν ενισχύονταν από το Άγιον Πνεύμα.
Η σκηνή αυτή μας υπενθυμίζει το όραμα του Προφήτου Ησαΐου. Αφού ο Προφήτης είδε «τον καθήμενον επί θρόνου υψηλού και επηρμένου» και τα Σεραφείμ να ευρίσκωνται γύρω από Αυτόν, και ομολόγησε την ακαθαρσία των χειλέων του, συνέβη το εξής καταπληκτικό. «Και απεστάλη προς με εν των Σεραφείμ και εν τη χειρί είχεν άνθρακα, όν τη λαβίδι έλαβεν από του θυσιαστηρίου και ήψατο του στόματος μου και είπεν ιδού ήψατο τούτο των χειλέων σου και αφελεί τας ανομίας σου και τας αμαρτίας σου περικαθαριεί» (Ησαΐας 6, 6-7).
Η όραση αύτη αναφέρεται στην ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού, αφού, άλλωστε, ο Προφήτης Ησαΐας εκλήθη να κήρυξη στον Ισραηλιτικό λαό την έλευση της παρακλήσεως, δηλαδή την έλευση του Χριστού, γι' αυτό και θεωρείται ως ο μεγαλοφωνότατος των Προφητών και πέμπτος Ευαγγελιστής. Με μεγάλη καθαρότητα και ακρίβεια περιέγραψε σκηνές της θείας ενανθρωπήσεως.
Το ότι η όραση αυτή συνδέεται με την ενανθρώπηση φαίνεται από την εκκλησιαστική ερμηνευτική παράδοση. Σέ ένα τροπάριο των μεγαλυναρίων της εορτής λέγεται: «Η λαβίς η μυστική η τον άνθρακα Χριστόν, συλλαβούσα εν γαστρί συ υπάρχεις Μαριάμ».
Όλες οι αποκαλύψεις στην Παλαιά Διαθήκη είναι αποκαλύψεις του άσαρκου Λόγου, στίς περισσότερες από τις όποιες φανέρωνε την ενανθρώπηση Του, την έλευση Του εν σαρκί. Έτσι, λοιπόν, εδώ λέγεται ότι ο άνθρακας είναι ο Χριστός. η μυστική λαβίδα πού κρατεί τον ανθράκα είναι η Παναγία, πού τον συνέλαβε στην κοιλία της. Και η Παναγία δίνει τον άνθρακα αυτόν στον δίκαιο Συμεών. Ουράνιο θυσιαστήριο είναι η δόξα του Θεού, ο ουρανός. Γι' αυτό ψάλλουμε: «Κατελθόντ' εξ ουρανού τον Δεσπότην του παντός, υπεδέξατο αυτόν Συμεών ο Ιερεύς».
Όπως ο Προφήτης Ησαΐας δέχθηκε τον άνθρακα και δεν κατακάηκε, αλλά καθαρίστηκε και έγινε Προφήτης, έτσι και ο δίκαιος Συμεών δέχθηκε τον άνθρακα Χριστό από την Παναγία και δεν κατακάηκε, αλλά καθαρίστηκε κατά τον λόγο: «ιδού ήψατο των χειλέων σου και αφελεί τας ανομίας σου και τας αμαρτίας σου περικαθαριεί».
Η τελευταία αυτή φράση είναι δείγμα ότι το όραμα του Προφήτου Ησαΐου αναφερόταν στην ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού. Και αυτό φαίνεται από το ότι η Εκκλησία καθόρισε ώστε η φράση αυτή να λέγεται από τον λειτουργούντα Ιερέα, μετά την θεία Κοινωνία του Σώματος και Αίματος του Χρίστου. Συνδεδεμένη αυτή η προφητική εικόνα με τον δίκαιο Συμεών, αναφορικά με την θεία Κοινωνία, δείχνει ότι για να μη κατακαύση τον άνθρωπο η θεία Κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χρίστου πρέπει να έχη Πνεύμα Άγιον, όπως ακριβώς ο δίκαιος Συμεών.
Έτσι, λοιπόν, ο φλεγόμενος άνθρακας είναι ο ενανθρωπήσας Χριστός, θυσιαστήριο η κοιλία της Παναγίας, τα Σεραφείμ είναι η ίδια η Θεοτόκος, λαβίς μυστική τα χέρια της Παναγίας, που δίνουν τον άνθρακα στον δίκαιο Συμεών.

ι΄

Μόλις ο δίκαιος Συμεών έλαβε στην αγκαλιά του τον Χριστό άνεφώνησε: «νυν απολύεις τον δούλον σου, δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, ο ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λάου σου Ισραήλ» (Λουκ. 2, 29-31). Πρόκειται για μια μεγαλειώδη φράση, την οποία η Εκκλησία παρέλαβε και έθεσε στο τέλος της ακολουθίας του εσπερινού, αλλά και σε άλλες ακολουθίες, όπως την ευχαριστία μετά την μετάληψη των Τιμίων Δώρων. Θα επιχειρήσουμε μια μικρή ερμηνευτική ανάλυση αυτού του λόγου.
Ο δίκαιος Συμεών ήταν πληροφορημένος από το Άγιον Πνεύμα ότι θα δη οπωσδήποτε τον ενανθρωπήσαντα Λόγο του Θεού πριν πεθάνη, και αυτό πραγματοποιήθηκε, αφού ήταν «προφητική χάριτι τετιμημένος» (άγ. Κύριλλος Αλεξανδρείας). Όταν είδε τον Χριστό, ζητά λύση της ψυχής από το σώμα, οπότε γίνεται αντιληπτό ότι οι άγιοι «δεσμόν λογίζονται το σώμα» (ιερός Θεοφύλακτος), και γι' αυτό δεν φοβούνται τον θάνατο.
Το «κατά το ρήμα σου εν ειρήνη» δηλώνει ότι ζητά την έξοδο της ψυχής από το σώμα, «δια τον χρησμόν όν έλαβεν» και μάλιστα αυτό θεωρεί ανάπαυση, γιατί το «εν ειρήνη» ισούται με το «εν αναπαύσει» (ιερός Θεοφύλακτος). Η ανάπαυση έχει σχέση και με την ειρήνη των λογισμών, γιατί όσο περνούσαν οι ήμερες ο δίκαιος Συμεών το ανέμενε «αεί φροντίζων πότε ελεύσεται» (ιερός Θεοφύλακτος). Και, βέβαια, το σωτήριο του Θεού είναι η ενανθρώπηση, την οποία ετοίμαζε ο Θεός προ πάντων των αιώνων. Πραγματικά, προετοιμαζόταν το μυστήριο του Χριστού «και προ αυτής της του κόσμου καταβολής» (άγ. Κύριλλος Αλεξανδρείας).

Ο άγιος Θεοφύλακτος, αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας (από εδώ [για τους αγίους της Βουλγαρίας δες αφιέρωμα εδώ])

Η ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού ήταν και είναι φως στα έθνη, επειδή οι Εθνικοί, οι ειδωλολάτρες ήταν πεπλανημένοι, βρίσκονταν ατά σκοτάδια και είχαν πέσει στα χέρια των δαιμόνων (άγ. Κύριλλος Αλεξανδρείας), αλλά και δόξα του Ισραήλ, γιατί ο Χριστός ανέτειλε και προήλθε από τους Ισραηλίτες. Όσοι, λοιπόν, είναι ευγνώμονες το αισθάνονται αυτό (ιερός Θεοφύλακτος).
Ο λόγος αυτός του αγίου Συμεών είναι ένας επινίκιος ύμνος μετά την αποκάλυψη σε αυτόν του ενανθρωπήσαντος Υιού και Λόγου του Θεού. Οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης έβλεπαν τα οπίσθια του Θεού, την έλευση Του, πού θα γινόταν στο μέλλον, αυτός την βλέπει κατά πρόσωπον. Πραγματικά, ο Χριστός είναι το φως του κόσμου, όχι το αισθητό και ηθικό, όχι το συμβολικό, αλλά το πραγματικό, πού εκδιώκει το σκότος της αγνοίας και του νου, αλλά είναι και η δόξα όχι μόνο των Ισραηλιτών, αλλά ολόκληρης της ανθρωπίνης φύσεως. Χωρίς και έξω από τον Χριστό η ανθρώπινη φύση είναι άδοξη, άνείδεη, αόριστη και ανώνυμη. Με τον Χριστό αποκτά «είδος και όρο» (ιερός Νικόλαος Καβάσιλας).
Το ότι ο Συμεών μόλις είδε τον ενανθρωπήσαντα Λόγο του Θεού ζήτησε την απόλυση (τον θάνατο), ερμηνεύεται από την μεγάλη χαρά γι' αυτό το όποιο στην συνέχεια έπρεπε να επιτέλεση. Ήθελε να πορευθή στον Άδη και να αναγγείλη την χαρμόσυνη αγγελία ότι ήλθε ο Μεσσίας, ο λυτρωτής του κόσμου, και αυτών των δικαίων της Παλαιάς Διαθήκης, που βρίσκονταν στον Άδη. Μάλιστα, λέγει ο Μ. Αθανάσιος ότι ο Συμεών βιαζόταν για να μη προλάβουν να αναγγείλουν το γεγονός τα νήπια, τα όποια επρόκειτο να σφαγούν από τον Ηρώδη. Και αυτό το ζητά, γιατί τα νήπια είναι γοργά και ευκίνητα, αυτός δε «γέρων και βραδύς και δυσκίνητος». Ο Χριστός ικανοποιεί το αίτημα του, γιατί, όπως λέγει ο Μ. Αθανάσιος, φαίνεται σαν να του είπε να πάη να εμφανισθή φαιδροπρεπώς στον Αδάμ πού ζούσε στον Άδη σκυθρωπώς, και να αναγγείλη την χαρά στις ωδίνες της Εύας, λέγοντας: «ήκει [=ήρθε] η λύτρωσις, ήκει ο ρύστης, ήκει η άφεσις, ήκει ο ελευθερωτής. Μηκέτι θρηνεί, φύσις η ανθρωπεία, ήκει γαρ ο αντιληψόμενος υμών, ήξει και ου χρονιεί».
Επομένως, ο δίκαιος Συμεών είναι ο πρώτος που ανήγγειλε στους δέσμιους του Άδου, σε όλους τους δικαιους της Παλαιάς Διαθήκης, πού βρίσκονταν στον Άδη, επειδή δεν είχε καταργηθή οντολογικά ο θάνατος, ότι ήλθε ο Χριστός τον Όποιο εκείνοι περίμεναν, και ότι γρήγορα θα έλθη και στον Άδη για να τους απελευθέρωση.

Ο Χριστός στον Άδη, ανάμεσα στις ψυχές των νεκρών (από το post μας Τα πνεύματα των νεκρών και εμείς, όπου δείτε λεπτομέρειες)
ια΄

Ο δίκαιος Συμεών ευλόγησε την Θεοτόκο και τον Ιωσήφ, πού παρακολουθούσαν τα γεγονότα αυτά με θαυμασμό και έκπληξη. Και τότε στράφηκε στην Θεοτόκο για να της πη [=πει] δύο θαυμαστές Προφητείες.
Η πρώτη αναφερόταν στο Πρόσωπο του Θεανθρώπου Χριστού. «Ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον» (Λουκ. 2, 34). Αύτη η προφητεία πραγματοποιήθηκε κατά την διάρκεια της ζωής του Χριστού, αλλά εξακολουθεί να πραγματοποιήται στην ιστορία της ανθρωπότητας και στην προσωπική ζωή κάθε ανθρώπου.
Ο Θεάνθρωπος Χριστός είναι πτώση των απίστων, των μη πιστευόντων σε Αυτόν, και ανάσταση αυτών πού πιστεύουν σε Αυτόν. Ένα παράδειγμα είναι ο Γολγοθάς. ο ένας ληστής πιστεύει και σώζεται, ο άλλος αμφισβητεί και καταδικάζεται. Συμβαίνει αυτό και στην εσωτερική μας ζωή, αφού ο Χριστός πίπτει όταν εμείς οι βαπτισμένοι πέφτουμε με την πορνεία, και ανίσταται με την σωφροσύνη. Επίσης, αυτό μπορεί να εννοηθή ότι πρόκειται ο Χριστός να πάθη και να πέση στον θάνατο, αλλά και να αναστηθούν πολλοί με την δική του πτώση, και τον δικό του θάνατο (ιερός Θεοφύλακτος).
Ο Χριστός είναι και «σημείον αντιλεγόμενον». Η λέξη «σημείον» μπορεί να εννοηθή με πολλούς τρόπους και πολλές έννοιες. Κατ' αρχάς σημείο είναι η σάρκωση του Χρίστου, η ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού. Κατά την ενανθρώπηση έγιναν πολλά παράδοξα και παράξενα πράγματα. Ο Θεός έγινε άνθρωπος, η Παρθένος μητέρα. Ακριβώς δε αυτό το σημείο αντιλέγεται και αμφισβητείται από πολλούς ανθρώπους. Άλλοι υποστηρίζουν ότι έλαβε πραγματικό σώμα, και άλλοι ότι έλαβε φανταστικό, ότι δηλαδή το σώμα Του ήταν φανταστικό και όλα τα έκανε φανταστικά. Άλλοι θεωρούν ότι είναι χοϊκό σώμα, άλλοι επουράνιο. Άλλοι θεωρούν ότι ο Χριστός ως Θεός έχει προαιώνια ύπαρξη και άλλοι νομίζουν ότι έλαβε αρχή της υπάρξεως του από την παρθένο και άχραντη Μαρία (άγ. Κύριλλος Αλεξανδρείας).
Ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης, αναλύοντας την ερμηνεία του ιερού Θεοφύλακτου, ότι ως σημείο αντιλεγόμενο εννοείται η σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού, λέγει ότι ο αιρετικός πού βλέπει τα έργα του Χριστού, ο Όποιος έχει διπλές ενέργειες, την θεία και την ανθρώπινη, και άλλοτε ως άνθρωπος πεινά, διψά, δέχεται το μαρτύριο, σταυρώνεται, πάσχει κλπ., και άλλοτε ως Θεός κάνει θαύματα, εκδιώκει δαίμονες και ανίσταται κλπ., αμφιταλαντεύεται αν ο Χριστός είναι Θεός ή άνθρωπος. Όμως ο Χριστιανός δεν έχει τέτοιες αμφιβολίες, γιατί γνωρίζει από την εμπειρία των θεουμένων αγίων ότι, αν και ο Χριστός είχε δύο φύσεις, θεία και ανθρώπινη, εν τούτοις είναι ένας κατά την υπόσταση και το πρόσωπο, και έτσι ο ένας και Αυτός Χριστός ενεργεί άλλοτε τα θεοπρεπή και άλλοτε τα άνθρωποπρεπή. Και βέβαια, όταν ενεργεί κάθε φύση, ενεργεί «μετά της θάτέρου κοινωνίας».
Έπειτα, σημείο αντιλεγόμενο είναι και ο Σταυρός του Χριστού. Κατά τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας, «αντιλεγόμενον σημείον τον τίμιον ονομάζει σταυρόν». Άλλοι δέχονται τον Σταυρό και την σταύρωση του Χριστού θεωρούντες αυτήν ως σωτηρία, ότι στον Σταυρό νίκησε τις αρχές και εξουσίες του σκότους, και άλλοι αρνούνται τον Σταυρό. Δεν μπορούν να αντιληφθούν πώς ο Χριστός σταυρώθηκε. Γι' αυτό, όπως είπε ο Απόστολος Παύλος, ο Σταυρός είναι για τους Ιουδαίους σκάνδαλο, για τους Έλληνες [=ειδωλολάτρες] μωρία [=ανοησία]. Για μας όμως τους πιστούς ο Σταυρός είναι «Θεού δύναμις και θεού σοφία» (Α' προς Κορινθίους 1 , 23-24).

ιβ'

Η δεύτερη προφητεία του αγίου Συμεών, πού αναφερόταν στην Παναγία, είναι η έξης: «και σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία, όπως αν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί» (Λουκ. 2, 35).
Προφανώς η προφητεία αυτή αναφέρεται στον πόνο και την θλίψη της Θεοτόκου πάνω στον Σταυρό, όταν θα έβλεπε τον Υιό της, πού είναι ταυτόχρονα Υιός του Θεού, να πάσχη και να υποφέρη. Η Παναγία δεν υπέφερε ούτε πόνεσε κατά την γέννηση του Χριστού, ακριβώς γιατί τον συνέλαβε ασπόρως και τον γέννησε αφθόρως. Έπρεπε, λοιπόν, να πόνεση πολύ κατά τον καιρό της εξόδου.
Ακριβώς αυτή η ρομφαία [=ξίφος], που θα διέλθη την ψυχή της Θεοτόκου κατά τον σταυρικό θάνατο του Χριστού, θα αποκάλυψη τους διαλογισμούς πολλών ανθρώπων, που βρίσκονταν κεκρυμένοι στην καρδιά τους. Αυτοί αμφιβάλλουν αν είναι γνήσια και αληθινή μητέρα. Aλλά από τον πόνο πού αισθάνθηκε καταλαβαίνουν ότι πρόκειται για την φυσική του μητέρα.
Αυτό μας υπενθυμίζει την περίπτωση των δύο γυναικών της Παλαιάς Διαθήκης που διεκδικούσαν ένα βρέφος και παρουσιάσθηκαν στον Σολομώντα για να τους λύση την διαφορά. Ο Σολομών ζήτησε μαχαίρι για να το τεμαχίση και να δώση από ένα μέρος σε κάθε μία γυναίκα. Τότε η μία ζήτησε να μη το σφάξη, αλλά να το δώση ολόκληρο στην άλλη. Και η άλλη ζήτησε να το σφάξη, ώστε να μη το πάρη καμμιά από αυτές. ο βασιλεύς έδωσε το παιδί σε αυτήν πού προτίμησε να ζήση το παιδί, έστω κι αν το πάρη η άλλη γυναίκα. Αυτό ήταν δείγμα ότι ήταν η φυσική του μητέρα (Γ΄ Βασιλειών, 3, 16-28).
Έτσι και ο πόνος της Παναγίας στον Σταυρό έδειξε ότι αυτή είναι η πραγματική μητέρα, ότι από αυτήν ο Κύριος παρέλαβε την σάρκα. Γιατί, αφού η Παναγία είναι η πραγματική μητέρα, σημαίνει ότι και ο Χριστός έχει πραγματικό σώμα και δεν είναι άνθρωπος κατά φαντασία.
Ο Μ. Αθανάσιος λέγει ότι η φράση «όπως αν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί» σημαίνει ότι ο Σταυρός του Χριστού, το Πάθος Του, θα αποκάλυψη όλες τίς εσωτερικές διαθέσεις των ανθρώπων, αφού ο Πέτρος από θερμός και ζηλωτής, θα τον αρνηθή, οι Μαθητές θα τον εγκαταλείψουν, ο Πιλάτος θα μεταμεληθή με την νίψη των χεριών, η γυναίκα του θα πιστεύση με το νυκτερινό όνειρο, ο εκατόνταρχος θα ομολογήση από τα σημεία, ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος θα ασχοληθούν με τα της κηδείας, ο Ιούδας θα πνιγή, οι Ιουδαίοι θα δώσουν αργύρια στους φρουρούς για να αποκρύψουν την Ανάσταση. Και, πραγματικά, «μάχη τις έσται και στάσις λογισμών τε και διαλογισμών εναντίων».
Η προφητεία αυτή δεν αναφέρεται μόνο στην σάρκωση και την σταύρωση, αλλά και στην όλη ζωή της Εκκλησίας, που είναι το πραγματικό Σώμα του Χριστού. Άλλοι σώζονται παραμένοντας στην Εκκλησία και άλλοι καταδικάζονται, αρνούμενοι το σωτηριώδες έργο της. Επίσης, επειδή με το Βάπτισμα δεχθήκαμε την Χάρη του Θεού μέσα στην καρδιά και δεν φεύγει ποτέ, αλλά απλώς με τα πάθη καλύπτεται, γι' αυτό όταν άμαρτάνουμε, πίπτουμε, και όταν αγωνιζόμαστε και μετανοούμε, ανασταινόμαστε.
Ο Χριστός θα είναι «εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών» και στην άλλη ζωή, αφού όλοι θα δουν τον Χριστό, αλλά για άλλους θα είναι Παράδεισος και για άλλους Κόλαση.

ιγ'

Αυτό ακριβώς το τελευταίο δείχνει ότι η εορτή της Υπαπαντής δεν είναι απλώς μια εορτή που αναφέρεται απλώς στον Δεσπότη Χριστό και υποδηλώνει έναν από τους σταθμούς της θείας Οικονομίας, αλλά και μια εορτή του άνθρωπου πού ζή με τον Χριστό.
Η Εκκλησία την εορτή του σαραντισμού του Χριστού την έκανε και τελετή, ακολουθία σαραντισμού κάθε άνθρωπου, μετά την γέννηση του. Την τεσσαρακοστή ήμερα από την γέννηση προσφέρεται το βρέφος στον Ναό από την μητέρα του. Αυτή η προσφορά έχει διπλή σημασία και έννοια. Πρώτον, ευλογείται η μητέρα για το τέλος του καθαρισμού της από τα αίματα της λοχείας. Η Εκκλησία, όπως εύχεται για κάθε ασθένεια, έτσι και εύχεται για την γυναίκα που γέννησε και είναι φυσικό να αισθάνεται κόπο και σωματική αδυναμία. Προσεύχεται να την καθαρίση και για τον λόγο ότι ο τρόπος γεννήσεως του ανθρώπου, όπως τον γνωρίζουμε σήμερα, είναι μεταπτωτικός. Δεύτερον, είναι τελετή ευχαριστήρια για την γέννηση ενός παιδιού. Επειδή η σύλληψη και η γέννηση ενός άνθρωπου δεν είναι απλώς έργο της φύσεως, αλλά της ενεργείας του Θεού, γι' αυτό αισθανόμαστε ότι ανήκει στον Θεό. Έτσι, το προσφέρουμε στον Θεό και Εκείνος δια του Ιερέως μας το παραχωρεί εκ νέου για να το μεγαλώσουμε. Όμως στην πραγματικότητα ανήκει στον Θεό.
Πρέπει όμως να προσφέρουμε στον Θεό, στο άνω θυσιαστήριο, κατά τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης, αντί του ζεύγους τρυγόνων την καθαρότητα της ψυχής και του σώματος, και αντί των δύο νεοσσών περιστερών να προσέχουμε πολύ όχι μόνο ενώπιον του Θεού, αλλά και ενώπιον των ανθρώπων. Και, όπως ο Χριστός ετέλεσε όλα τα του νόμου και επέστρεψε στην πατρίδα Του, πληρούμενος και προκύπτοντας στην σοφία, έτσι και εμείς να επιστρέψουμε στην αληθινή μας πατρίδα, πού είναι η επουράνιος Ιερουσαλήμ, αφού ζήσουμε πνευματικώς κατά τον θείο νόμο και προκόψουμε στην σοφία και την χάρη και φθάσουμε στο μέτρο της ηλικίας του πληρώματος του Χρίστου, τελειούμενοι κατά τον έσω άνθρωπο και γενόμενοι ενδιαίτημα του Αγίου Πνεύματος.
Είναι καθήκον μας, κατά τον Μ. Αθανάσιο, να ομοιάσουμε με τον δίκαιο Συμεών και την Προφήτιδα Άννα. Πρέπει και εμείς να συναντήσουμε τον Χριστό με σωφροσύνη, καθαρότητα, ακακία, αμνηστία, και γενικώς με φιλοθεΐα και φιλανθρωπία. Δεν μπορεί κανείς με άλλο τρόπο να συνάντηση τον Χριστό, την αληθινή ζωή.
Η Υπαπαντή του Χριστού δείχνει ότι ο Χριστός είναι η ζωή και το φως των ανθρώπων και ότι ο άνθρωπος πρέπει να αποβλέπη στην απόκτηση αυτού του ενυποστάτου φωτός και της ενυποστάτου ζωής. Η Εκκλησία ψάλλει παρακλητικά: «Λάμπρυναν μου την ψυχήν και το φως το αισθητόν, όπως ίδω καθαρώς και κηρύξω σε Θεόν». Για να κήρυξη κανείς τον Θεό πρέπει να τον δη [=δει] καθαρά. Μόνον οι ορώντες τον Θεό ή τουλάχιστον εκείνοι που δέχονται την πείρα των ορώντων, μπορούν να γίνωνται διδάσκαλοι. Αλλά, για να δη κανείς τον Θεό πρέπει προηγουμένως να λαμπρυνθή, να φωτισθή ως προς την ψυχή και τις σωματικές αισθήσεις. Τότε η εορτή της Υπαπαντής του Χριστού γίνεται και εορτή της υπαπαντής του κάθε πιστού.

πηγή